Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

κράτος τινί

  • 1 κράτος

    κράτος [pron. full] [ᾰ], [dialect] Ion. and [dialect] Ep. [full] κάρτος, εος, τό, both in Hom.; [dialect] Aeol. [full] κρέτος Alc.25:—
    A strength, might, in Hom. esp. of bodily strength,

    ἔπεφνε δόλῳ, οὔ τι κράτεΐ γε Il.7.142

    ;

    ἔχει ἥβης ἄνθος, ὅ τε κ. ἐστὶ μέγιστον 13.484

    , etc.; τὸ γὰρ αὖτε σιδήρου γε κ. ἐστίν this (i.e. τὸ βάψαι ) is what gives strength to iron, Od.9.393: generally,

    δικαία γλῶσσ' ἔχει κ. μέγα S.Fr.80

    ;

    μηχανῆς ἔστω κ. A.Supp. 207

    ; κατὰ κράτος with all one's might or strength,

    πολιορκεῖσθαι Th.1.64

    ;

    πολεμεῖν Pl. Lg. 692d

    ;

    ἐξελέγχεσθαι D.34.20

    , etc.: freq. in phrase αἱρεῖν κατὰ κ. take by storm, Th.8.100, Isoc.4.119, etc.; also

    ἀνὰ κράτος διώκειν X. Cyr.1.4.23

    ;

    ἐλαύνειν Id.An.1.8.1

    , etc.;

    ἀπὸ κράτους D.S.17.34

    ; πρὸς ἰσχύος κράτος, opp. λόγῳ, S.Ph. 594.
    2 personified, K.

    Βία τε A. Pr.12

    ; K.

    καὶ Δίκη Id.Ch. 244

    .
    II power, τοῦ γὰρ κ. ἐστὶ μέγιστον, of Zeus, Il.2.118, etc.;

    τοῦ γὰρ κ. ἔστ' ἐνὶ οἴκῳ Od.1.359

    , cf. Il.12.214;

    Ζηνὸς κ. Pi.O.6.96

    , cf. A.Pr. 527 (lyr.); ἐκπίπτειν κράτους, of Zeus, ib. 948;

    τὸ κ. τοῦ θεοῦ LXX Ps.61(62).11

    , etc.: pl.,

    ὑποχείριος κράτεσιν ἀρσένων A.Supp. 393

    (lyr.), cf. S.Ant. 485; esp. of political power, rule, sovereignty,

    ὁ μαιόμενος τὸ μέγα κρέτος ὀντρέψει τάχα τὰν πόλιν Alc.

    l.c.;

    τὸ κ. περιθεῖναί τινι Hdt.1.129

    ;

    ἐς τὸ πλῆθος φέρειν τὸ κ. Id.3.81

    ; τὸ πᾶν κ. ἔχειν to be all- powerful, Id.7.3;

    ἀρχὴ καὶ κ. τυραννικόν S.OC 373

    ; βασιλεὺς πρῶτος ἐν κράτει Ὀδρυσῶν ἐγένετο in real power, Th.2.29; later

    τὸ κ. τῶν Ῥωμαίων POxy. 41i2

    (iii/iv A. D.): in pl.,

    κράτη καὶ θρόνους S.Ant. 173

    , cf. OT 586, etc.; θρόνων κράτη sovereign power, Id.Ant. 166.
    2 c. gen., power over,

    τὸ Περσέων κ. ἔχοντα Hdt.3.69

    ;

    τὸ κ. εἶχε τῆς στρατιῆς Id.9.42

    ;

    πᾶν κ. ἔχων χθονός A.Supp. 425

    (lyr.);

    τῶν ἄλλων δαιμόνων E.Tr. 949

    ;

    δὸς κ. τῶν σῶν δόμων A.Ch. 480

    ;

    δωμάτων ἔχειν κ. Ar.Th. 871

    ;

    τὸ τῆς θαλάσσης κ. Th.1.143

    ;

    μετὰ κράτους τῆς γῆς Id.8.24

    ; ὧν ἂν ᾖ τὸ κ. τῆς γῆς whoever have possession of the land, Id.4.98;

    κ. ἔχειν ἑαυτοῦ Pl.Plt. 273a

    : pl.,

    ἀστραπᾶν κράτη νέμων S.OT 201

    (lyr.).
    3 of persons, a power, an authority,

    Ἀχαιῶν δίθρονον κ. A.Ag. 109

    (lyr.), cf. 619, Th. 127 (lyr.).
    III mastery, victory, freq. in Hom., Il.1.509, 6.387, Od.21.280;

    κ. ἄρνυσθαι S.Ph. 838

    (lyr.);

    νίκη καὶ κράτη A.Supp. 951

    ; ἀέθλων κ. victory in.., Pi.I. 8(7).4;

    νίκη καὶ κ. τῶν δρωμένων S.El.85

    ; κ. ἀριστείας the meed of highest valour, Id.Aj. 443;

    νίκη καὶ κ. πολεμίων Pl.Lg. 962a

    ;

    κ. πολέμου καὶ νίκη D.19.130

    .
    IV Medic., in pl., ligaments, Hp.Mul. 2.167.
    2 = ταρσός, back of the hand, Poll.2.144.
    V Pythag. name for ten, Theol.Ar.59.—This word and its derivs. take two forms, κρατ- and καρτ-; the latter is mostly [dialect] Ep., as κάρτος, κάρτιστος, καρτύνω, but in κρατερός and καρτερός the reverse holds, v. κρατερός fin.; κρατέω, κρατύς have no form καρτ-. ( κρατ- and καρτ- from kṛt-, weak form of κρετ-, cf. κρέτος, κρέσσων.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > κράτος

  • 2 κρίνω

    κρίνω [pron. full] [ῑ], [dialect] Ep. [ per.] 3sg. ind. κρίνησι ( δια-) f.l. in Theoc.25.46: [tense] fut. κρῐνῶ, [dialect] Ep., [dialect] Ion. κρῐνέω ( δια-) Il.2.387: [tense] aor.
    A

    ἔκρῑνα Od.18.264

    , etc.: [tense] pf.

    κέκρῐκα Pl.Lg. 734c

    , etc.:—[voice] Med., [tense] fut.

    κρῐνοῦμαι E.Med. 609

    , but in pass. sense, Pl.Grg. 521e: [tense] aor.

    ἐκρῑνάμην Il.9.521

    , etc.:—[voice] Pass., [tense] fut.

    κρῐθήσομαι A.Eu. 677

    , Antipho 6.37, etc.: [tense] aor. ἐκρίθην [ῐ] Pi.N.7.7, etc.; [ per.] 3pl.

    κρίθεν Id.P.4.168

    ,

    ἔκριθεν A.R.4.1462

    ; [dialect] Ep.opt. κρινθεῖτε ( δια-) Il.3.102, part.

    κρινθείς 13.129

    , Od.8.48, inf.

    κρινθήμεναι A.R.2.148

    : [tense] pf.

    κέκρῐμαι Pi.O.2.30

    , And.4.35, etc.; inf. κεκρίσθαι ( ἀπο-) Pl. Men. 75c:—[dialect] Aeol. [full] κρίννω dub.in IG12(2).278 (Mytil.): [tense] aor. ἔκριννε ib. 6.28(Mytil., [pref] ἐπ-); inf. κρίνναι ib.526b15:—Thess. [tense] pres. inf. [full] κρεννέμεν ib.9(2).517.14 ([place name] Larissa):—separate, put asunder, distinguish,

    ὅτε τε ξανθὴ Δημήτηρ κρίνῃ.. καρπόν τε καὶ ἄχνας Il.5.501

    , etc.;

    κρῖν' ἄνδρας κατὰ φῦλα 2.362

    . cf. 446;

    ἥλιος ἠὼ καὶ δύσιν ἔκρινεν Emp.154.1

    ;

    κ. τὸ ἀληθές τε καὶ μή Pl.Tht. 150b

    ;

    τούς τε ἀγαθοὺς καὶ τοὺς κακούς X. Mem.3.1.9

    , etc.:—also [voice] Med.,

    ἀντία δ' ἐκρίναντο δέμας καὶ σήματ' ἔθεντο χωρὶς ἀπ' ἀλλήλων Parm.8.55

    :—[voice] Pass.,

    κρινόμενον πῦρ Emp.62.2

    .
    II pick out, choose,

    ἐν δ' ἐρέτας ἔκρινεν ἐείκοσιν Il.1.309

    ;

    ἐκ Λυκίης.. φῶτας ἀρίστους 6.188

    , cf. Od.4.666, 9.90, 195, 14.217, etc.;

    κ. τινὰ ἐκ πάντων Hdt.6.129

    ;

    κρίνασα δ' ἀστῶν.. τὰ βέλτατα A.Eu. 487

    ;

    δίδωμί σοι κρίναντι χρῆσθαι S.OC 641

    , etc.:—[voice] Med., κρίνασθαι ἀρίστους to choose the best, Il.9.521, cf. 19.193, Od.4.408, 530, etc.:—[voice] Pass., to be chosen out, distinguished,

    ἵνα τε κρίνονται ἄριστοι 24.507

    ; esp.in partt., κεκριμένος picked out, chosen, Il.10.417, Od.13.182, al., Hdt.3.31;

    κρινθείς Il.13.129

    , Od.8.48; ἀρετᾷ κριθείς distinguished for.., Pi.N.7.7; κριθέντων ἐν τοῖς ἱερέοις approved.., GDI2049.15 (Delph.); ἀσπίδα.. κεκριμένην ὕδατι καὶ πολέμῳ proved by sea and land, AP9.42 (Leon.); ἐν ζῶσι κεκριμένα numbered among.., cj. in E.Supp. 969 (lyr.);

    εἰς τοὺς ἐφήβους κριθείς Luc.Am.2

    .
    2 decide disputes,

    κρίνων νείκεα πολλά Od.12.440

    ;

    ἔκριναν μέγα νεῖκος.. πολέμοιο 18.264

    : c.acc. cogn., οἳ.. σκολιὰς κρίνωσι θέμιστας judge crooked judgements, Il.16.387;

    κ. δίκας Hdt. 2.129

    ;

    κρῖνε δ' εὐθεῖαν δίκην A.Eu. 433

    , etc.; πρώτας δίκας κρίνοντες αἵματος ib. 682; κρινεῖ δὲ δὴ τίς ταῦτα; Ar.Ra. 805;

    κ. κρίσιν Pl.R. 36o

    e;

    ἄριστα κ. Th.6.39

    ; κρίνουσι βοῇ καὶ οὐ ψήφῳ they decide the question.., Id.1.87;

    μίσει πλέον ἢ δίκῃ κ. Id.3.67

    ;

    τὸ δίκαιον κ. Isoc.14.10

    ; τῷ τοῦτο κρίνεις; by what do you form this judgement? Ar.Pl. 48;

    κ. περί τινος Pi.N.5.40

    , Pl.Ap. 35d, Arist.Rh. 1391b9, etc.:— [voice] Pass.,

    ἀγὼν κριθήσεται A.Eu. 677

    ; κἂν ἰσόψηφος κριθῇ (sc. ἡ δίκη) ib. 741: impers., κριθησόμενον a decision being about to be taken, Arr.An. 3.9.6.
    b decide a contest, e.g. for a prize,

    ἀγῶνα κ. Ar.Ra. 873

    ;

    ἔργον ἐν κύβοις Ἄρης κρινεῖ A.Th. 414

    : c. acc. pers., κ. τὰς θεάς decide their contest, i.e. judge them, E.IA72:—[voice] Pass., Id.Supp. 601(lyr.);

    αἱ μάχαι κρίνονται ταῖς ψυχαῖς X.Cyr.3.3.19

    :—[voice] Med. and [voice] Pass., of persons, have a contest decided, come to issue,

    κρινώμεθ' Ἄρηϊ Il.2.385

    , cf.18.209;

    ὁπότε μνηστῆρσι καὶ ἡμῖν.. μένος κρίνηται Ἄρηος Od.16.269

    ;

    βίηφι κ. Hes.Th. 882

    ; dispute, contend, Ar.Nu.66;

    περὶ ἀρετῆς Hdt.3.120

    ;

    οὐ κρινοῦμαι.. σοι τὰ πλείονα E.Med. 609

    ;

    δίκῃ περί τινος κρίνεσθαι Th.4.122

    ; κρίνεσθαι μετά τινος v.l. in LXX Jd.8.1, Jb.9.3;

    πολλαῖς μάχαις κριθείς Nic.Dam.20

    J.; compete in games, c. acc. cogn.,

    κριθέντα Πύθια JRS3.295

    (Antioch. Pisid.): [tense] pf. part., decided, clear, strong,

    κεκριμένος οὖρος Il.14.19

    ; πόνοι κεκρ. decided, ended, Pi.N.4.1.
    3 adjudge,

    κράτος τινί S.Aj. 443

    :—[voice] Pass.,

    τοῖς οὔτε νόστος.. κρίθη Pi.P.8.84

    ;

    τὰ κριθησόμενα

    the sum adjudged to be paid,

    PLips.38.13

    (iv A. D.).
    b abs., judge, give judgement,

    ἄκουσον.. καὶ κρῖνον Ar.Fr. 473

    ;

    ἀδίκως κ. Pherecr.96

    , cf. Men.Mon. 287, 576.
    c Medic., bring to a crisis,

    τὸ θερμὸν φίλιόν [ἐστι] καὶ κρῖνον Hp.Aph.5.22

    ;

    κ. τὰ νοσήματα Gal.Nat. Fac.1.13

    , al.:—[voice] Pass., of a sick person, come to a crisis,

    ἐκρίθη εἰκοσταῖος Hp.Epid.1.15

    (also impers. in [voice] Act., ἔκρινε τούτοισιν ἑνδεκαταίοισιν the crisis came.., ib.18);

    τοῦ πάθους κριθέντος D.S.19.24

    .
    4 judge of, estimate, πρὸς ἐμαυτὸν κρίνων [αὐτόν] judging of him by myself, D.21.154;

    πρὸς ἀργύριον τὴν εὐδαιμονίαν κ. Isoc.4.76

    :—[voice] Pass.,

    ἴσον παρ' ἐμοὶ κέκριται Hdt.7.16

    .

    α'; εὔνοιακαιρῷ κρίνεται Men.691

    .
    5 expound, interpret in a particular way,

    τὸ ἐνύπνιον ταύτῃ ἔκριναν Hdt. 1.120

    , cf. 7.19, A.Pr. 485, etc.:—in [voice] Med.,

    ὁ γέρων ἐκρίνατ' ὀνείρους Il. 5.150

    .
    6 c. acc. et inf., decide or judge that.., Hdt.1.30, 214, Pl. Tht. 17od, etc.;

    κρίνω σὲ νικᾶν A.Ch. 903

    ; so, with the inf. omitted,

    ἀνδρῶν πρῶτον κ. τινά S.OT34

    ;

    Ἔρωτα δ' ὅστις μὴ θεὸν κρίνει μέγαν E.Fr. 269

    ;

    τὴν πόλιν ἀθλιωτάτην ἔκρινας Pl.R. 578b

    ;

    ἐκ τῶν λόγων μὴ κρῖνε.. σοφόν Philem.228

    :—[voice] Pass.,

    Ἑλλήνων ἕνα κριθέντ' ἄριστον S.Ph. 1345

    , cf. Th.2.40, etc.
    7 decide in favour of, prefer, choose,

    κρίνω δ' ἄφθονον ὄλβον A.Ag.47

    <*>, cf. Supp. 396 (both lyr.);

    τὴν ἐλπίδα τῆς τύχης πάρος S.Tr. 724

    ;

    τινὰ πρό τινος Pl.R. 399e

    , cf. Phlb. 57e;

    τι πρός τι Id.Phd. 110a

    ([voice] Pass.);

    εἴ σφε κρίνειεν Πάρις E.Tr. 928

    , cf. Ar.Av. 1103, Ec. 1155; choose between,

    δύ' ἔσθ' ἃ κρῖναι τὸν γαμεῖν μέλλοντα δεῖ, ἤτοι προσηνῆ γ' ὄψιν ἢ χρηστὸν τρόπον Men.584

    .
    8 c.inf.only, determine to do a thing, UPZ42.37(ii B. C.), Ep.Tit.3.12, 1 Ep.Cor.2.2, etc.; ζῆν μεθ' ὧν κρίνῃ τις ἄν (sc. ζῆν ) with whom he chooses to live, Men.506; but

    τὸ βιάζεσθαι οὐκ ἔκρινε D.S.15.32

    .
    III in Trag., question,

    αὐτὸν.. ἅπας λεὼς κρίνει παραστάς S.Tr. 195

    ; εἴ νιν πρὸς βίαν κρίνειν θέλοις ib. 388; καὶ κρῖνε κἀξέλεγχ' Id.Ant. 399;

    μὴ κρῖνε, μὴ 'ξέταζε Id.Aj. 586

    ;

    σέ τοι, σὲ κρίνω Id.El. 1445

    .
    2 bring to trial, accuse, D.2.29, 18.15, 19.233; κ. θανάτου judge (in matters) of life and death, X.Cyr.1.2.14;

    κ. τινὰ προδοσίας Lycurg.113

    ;

    περὶ προδοσίας Isoc.15.129

    ; κ. τινὰ κακώσεως ἐπαρχίας, Lat. repetundarum, Plu.Caes. 4:—[voice] Pass., to be brought to trial, Th.6.29; θανάτου ( δίκῃ add. cod. B) Id.3.57;

    Λεωκράτους τοῦ κρινομένου Lycurg.1

    ; κρίνομαι πρὸς Σωφρόνην; Men.Epit. 529;

    τρὶς κρίνεται παρ' ὑμῖν περὶ θανάτου D.4.47

    ;

    ἐκρίνετο τὴν περὶ Ὠρωποῦ κρίσιν θανάτου Id.21.64

    : c. gen. criminis,

    κρίνεσθαι δώρων Lys.27.3

    :

    κ. ἐπ' ἀδικήματι Plu.2.241e

    : abs.,

    ὁ κεκριμένος Aeschin.2.159

    .
    3 pass sentence upon, condemn, D.19.232:— [voice] Pass., to be judged, condemned,

    κακούργου.. ἐστι κριθέντ' ἀποθανεῖν Id.4.47

    ;

    μὴ κρίνετε, ἵνα μὴ κριθῆτε Ev.Matt.7.1

    ; τὰ κεκριμένα the judgement of a court, PRyl.76.8 (ii A. D.). ( κρῐ-ν-y ω ἐ-κρῐ-ν-σα, cf. Lat. cerno (from *cr[icaron]-n-), crībrum (from * crei-dhrom).)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > κρίνω

  • 3 τιμή

    τιμή, ῆς, ἡ (s. τιμάω; Hom.+; loanw. in rabb.).
    the amount at which someth. is valued, price, value (s. ApcMos 18 νόησον τὴν τιμήν τοῦ ξύλου Eden’s tree) esp. selling price (Hdt. et al.; O. Wilck II, 318, 3; POxy 1382, 18 [II A.D.]) συνεψήφισαν τὰς τιμὰς αὐτῶν (s. συμψηφίζω) Ac 19:19. Also concrete the price received in selling someth. 5:2. W. the gen. of that for which the price is paid (Is 55:1; Jos., Vi. 153, Ant. 4, 284; TestZeb 3:2) ἡ τιμὴ τοῦ χωρίου the price paid for the piece of ground vs. 3. ἡ τιμὴ τοῦ τετιμημένου (τιμάω 1) Mt 27:9. τιμὴ αἵματος the money paid for a bloody deed (αἷμα 2a), blood money vs. 6. Pl. (Diod S 5, 71, 3; 6=prize, price, reward) τὰς τιμὰς τῶν πιπρασκομένων Ac 4:34. τὰς τιμὰς αὐτῶν the prices that they received for themselves 1 Cl 55:2.—W. the gen. of price ᾧ (by attr. of the rel. for ὅ) ὠνήσατο Ἀβραὰμ τιμῆς ἀργυρίου which Abraham had bought for a sum of silver Ac 7:16. Abs. τιμῆς at or for a price, for cash (Hdt. 7, 119; PTebt 5, 185; 194; 220 [118 B.C.]; BGU 1002, 13 δέδωκά σοι αὐτὰ τιμῆς.—B-D-F §179, 1; Rob. 510f; Dssm., LO 275f [LAE 323f]) ἠγοράσθητε τιμῆς 1 Cor 6:20; 7:23 (ἀγοράζω 2).—οὐκ ἐν τιμῇ τινι Col 2:23 may be a Latinism (cp. Ovid, Fasti 5, 316 nec in pretio fertilis hortus; Livy 39, 6, 9; Seneca, Ep. 75, 11. See Lohmeyer ad loc.) are of no value (NRSV). See also s.v. πλησμονή.—GBornkamm, TLZ 73 ’48, col. 18, 2 observes that τ. here has nothing to do with ‘honor’, as it does in the expr. ἐν τιμῇ εἶναι X., An. 2, 5, 38; Herodian 4, 2, 9; Arrian, Anab. 4, 21, 10; Lucian, De Merc. Cond. 17.
    manifestation of esteem, honor, reverence
    act., the showing of honor, reverence, or respect as an action (X., Cyr. 1, 6, 11; Diod S 17, 76, 3; Herodian 4, 1, 5; 2 Macc 9:21; Just., A I, 13, 1; Tat. 32, 1; Ath. 30, 2; Theoph. Ant. 1, 11 [p. 82, 5]; usually as a commendation for performance; s. Reader, Polemo 280) 1 Ti 6:1. ταύτῃ τῇ τιμῇ τιμήσωμεν τ. υἱὸν τοῦ θεοῦ GPt 3:9. So perh. τῇ τιμῇ ἀλλήλους προηγούμενοι Ro 12:10 (s. προηγέομαι 3). Pl. οἵ πολλαῖς τιμαῖς ἐτίμησαν ἡμᾶς Ac 28:10 (cp. Diod S 11, 38, 5 τιμαῖς ἐτίμησε τὸν Γέλωνα; OGI 51, 13 τοὺς τοιούτους τιμᾶν ταῖς πρεπούσαις τιμαῖς; Jos., Ant. 20, 68. In 1 Th 4:4 τιμή may well be understood in this sense, if σκεῦος refers to a female member of the household; s. also c.—For the τιμαί that belong to the physician, s. Sir 38:1; s. 3 below). Of the demonstrations of reverence that characterize polytheistic worship (OGI 56, 9 αἱ τιμαὶ τῶν θεῶν; Himerius, Or. 8 [=23], 11 ἡ θεῶν τιμή.—S. Orig., C. Cels. 8, 57, 29) Dg 2:8; Judean worship 3:5a.
    pass. the respect that one enjoys, honor as a possession. The believers are promised τιμή 1 Pt 2:7 (it is given them w. Christ, the λίθος ἔντιμος vs. 6) but see 4 below; cp. IMg 15. τιμὴν ἔχειν be honored (Hdt. 1, 168) J 4:44; Hb 3:3. τιμήν τινι (ἀπο)διδόναι Ro 13:7; 1 Cor 12:24; Rv 4:9 (w. δόξαν). τιμήν τινι ἀπονέμειν (Ath. 32, 3) 1 Pt 3:7; 1 Cl 1:3; MPol 10:2. τιμήν τινι περιτιθέναι 1 Cor 12:23. λαβεῖν τιμήν (w. δόξαν) 2 Pt 1:17; (w. δόξαν and δύναμιν; cp. FPfister, Philol 84, 1929, 1–9) Rv 4:11; 5:12 (w. δύναμις, as Plut., Mor. 421e: the divinity grants both of them if it is addressed by its various names). τ. τιμῆς μεταλαβεῖν Dg 3:5b. ἑαυτῷ τιμὴν περιποιεῖσθαι Hm 4, 4, 2 (w. δόξαν).—εἰς τιμήν for honor=to be honored σκεῦος, a vessel that is honored (or dishonored) by the use to which it is put Ro 9:21; 2 Ti 2:20f. εἰς τιμήν τινος for someone’s honor=that the pers. might be honored (Cornutus 28 p. 55, 7 εἰς τιμὴν τῆς Δήμητρος; OGI 111, 26 εἰς τιμὴν Πτολεμαίου; εἰς τιμὴν τῶν Αἰώνων Iren. 1, 5, 1 [Harv. I 42, 16]; εἰς τ. γονέων Did., Gen. 50, 21) IEph 2:1; 21:1, 2; IMg 3:2; ITr 12:2; ISm 11:2; IPol 5:2b; cp. vs. 2a (εἰς τιμὴν τῆς σαρκὸς τοῦ κυρίου). On εἰς λόγον τιμῆς IPhld 11:2 s. λόγος 2c.—An outstanding feature of the use of τ., as already shown in several passages, is its combination w. δόξα (Dio Chrys. 4, 116; 27 [44], 10; Appian, Bell. Civ. 3, 18 §68; Arrian, Ind. 11, 1; Plut., Mor. 486b; Jos., Ant. 12, 118; Iren. 1, 2, 6 [Harv. I 23, 8]): of earthly possessions τὴν δόξαν καὶ τὴν τιμὴν τῶν ἐθνῶν Rv 21:26 (τιμή concr.=an object of value: Ezk 22:25). Of the unique, God-given position of the ruler 1 Cl 61:1, 2 (in the latter pass. w. ἐξουσία). Mostly of heavenly possessions: Ro 2:7 (w. ἀφθαρσία), vs. 10 (w. εἰρήνη); 1 Pt 1:7 (w. ἔπαινος); 1 Cl 45:8. Christ is (acc. to Ps 8:6) crowned w. δόξα and τιμή Hb 2:7, 9. God is called (amid many other predicates) φῶς, τιμή, δόξα, ἰσχύς, ζωή Dg 9:6.—Hence esp. in the doxological formulas (God as the recipient of τ.: Eur., Bacch. 323 θεῷ τιμὴν διδόναι; Paus. 9, 13, 2; Ps 28:1 [w. δόξα]; 95:7 [w. δόξα]; TestAbr B 14 p. 119, 3 [Stone p. 86]; ApcEsdr 7:16 [w. δόξα, κράτο]; Philo; Jos., C. Ap. 2, 206) 1 Ti 1:17 (w. δόξα); 6:16 (w. κράτος αἰώνιον); w. δόξα and κράτος Jd 25 v.l.; Rv 5:13 (w. δόξα et al.); 7:12 (w. δόξα et al.); 1 Cl 64 (w. δόξα et al.); 65:2 (w. δόξα et al.); MPol 20:2; 21 (both w. δόξα et al.).
    as a state of being, respectability (cp. τίμιος 1c) 1 Th 4:4 (w. ἁγιασμός). If τιμή is here to be understood as a nomen actionis, the pass. belongs in a.
    place of honor, (honorable) office (Hom. et al. [s. FBleek on Hb 5:4]; pap. In Joseph. of the high-priestly office: Ant. 12.42 Ἐλεαζάρῳ τῷ ἀρχιερεῖ ταύτην λαβόντι τὴν τιμήν; 157 and oft.) οὐχ ἑαυτῷ τις λαμβάνει τὴν τιμήν no one takes the office of his own accord Hb 5:4.
    honor conferred through compensation, honorarium, compensation (testament of Lycon [III B.C.] Fgm. 15 W., in Diog. L. 5, 72, a physician’s honorarium; Sir 38:1; s. 2a above), so prob. 1 Ti 5:17 (MDibelius, Hdb. ad loc. and see s.v. διπλοῦς).—Mng. 2b is also poss. In that case cp. Ael. Aristid. 32, 3 K.=12 p. 134 D.: διπλῇ τιμῇ τιμῆσαι.—MGreindl (s. δόξα, end).
    a right that is specially conferred, privilege 1 Pt 2:7 (FDanker, ZNW 58, ’67, 96), difft. REB ‘has great worth’; NRSV ‘is precious’.—B. 825; 1143. DELG. M-M. EDNT. TW. Sv.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > τιμή

  • 4 ἐν

    ἐν prep. w. dat. (Hom.+). For lit. s. ἀνά and εἰς, beg. For special NT uses s. AOepke, TW II 534–39. The uses of this prep. are so many and various, and oft. so easily confused, that a strictly systematic treatment is impossible. It must suffice to list the main categories, which will help establish the usage in individual cases. The earliest auditors/readers, not being inconvenienced by grammatical and lexical debates, would readily absorb the context and experience little difficulty.
    marker of a position defined as being in a location, in, among (the basic idea, Rob. 586f)
    of the space or place within which someth. is found, in: ἐν τῇ πόλει Lk 7:37. ἐν Βηθλέεμ Mt 2:1. ἐν τῇ ἐρήμῳ 3:1 (Just., D. 19, 5, cp. A I, 12, 6 ἐν ἐρημίᾳ) ἐν τῷ ἱερῷ Ac 5:42. ἐν οἴκῳ 1 Ti 3:15 and very oft. ἐν τοῖς τοῦ πατρός μου in my Father’s house Lk 2:49 and perh. Mt 20:15 (cp. Jos., Ant. 16, 302, C. Ap. 1, 118 ἐν τοῖς τοῦ Διός; PTebt 12, 3; POxy 523, 3; Tob 6:11 S; Goodsp., Probs. 81–83). ἐν τῇ ἀγορᾷ Mt 20:3. ἐν (τῷ) οὐρανῷ in heaven (Arat., Phaen. 10; Diod S 4, 61, 6; Plut., Mor. 359d τὰς ψυχὰς ἐν οὐρανῷ λάμπειν ἄστρα; Tat. 12, 2 τὰ ἄστρα τὰ ἐν αὐτῷ) Ac 2:19 (Jo 3:3); Rv 12:1; IEph 19:2.—W. quotations and accounts of the subject matter of literary works: in (Ps.-Demetr. c. 226 ὡς ἐν τῷ Εὐθυδήμῳ; Simplicius in Epict. p. 28, 37 ἐν τῷ Φαίδωνι; Ammon. Hermiae in Aristot. De Interpret. c. 9 p. 136, 20 Busse ἐν Τιμαίῳ παρειλήφαμεν=we have received as a tradition; 2 Macc 2:4; 1 Esdr 1:40; 5:48; Sir 50:27; Just., A I, 60, 1 ἐν τῷ παρὰ Πλάτωνι Τιμαίῳ) ἐν τῇ ἐπιστολῇ 1 Cor 5:9. ἐν τῷ νόμῳ Lk 24:44; J 1:45. ἐν τοῖς προφήταις Ac 13:40. ἐν Ἠλίᾳ in the story of Elijah Ro 11:2 (Just., D. 120, 3 ἐν τῷ Ἰούδα). ἐν τῷ Ὡσηέ 9:25 (Just., D. 44, 2 ἐν τῷ Ἰεζεκιήλ). ἐν Δαυίδ in the Psalter ( by David is also prob.: s. 6) Hb 4:7. ἐν ἑτέρῳ προφήτῃ in another prophet B 6:14. Of inner life φανεροῦσθαι ἐν ταῖς συνειδήσεσι be made known to (your) consciences 2 Cor 5:11. ἐν τῇ καρδίᾳ Mt 5:28; 13:19; 2 Cor 11:12 et al.
    on ἐν τῷ ὄρει (X., An. 4, 3, 31; Diod S 14, 16, 2 λόφος ἐν ᾧ=a hill on which; Jos., Ant. 12, 259; Just., D. 67, 9 ἐν ὄρει Χωρήβ) J 4:20f; Hb 8:5 (Ex 25:40). ἐν τῇ ἀγορᾷ in the market Mt 20:3. ἐν τῇ ὁδῷ on the way Mt 5:25. ἐν πλαξίν on tablets 2 Cor 3:3. ἐν ταῖς γωνίαις τῶν πλατειῶν on the street corners Mt 6:5.
    within the range of, at, near (Soph., Fgm. 37 [34 N.2] ἐν παντὶ λίθῳ=near every stone; Artem. 4, 24 p. 217, 19 ἐν Τύρῳ=near Tyre; Polyaenus 8, 24, 7 ἐν τῇ νησῖδι=near the island; Diog. L. 1, 34; 85; 97 τὰ ἐν ποσίν=what is before one’s feet; Jos., Vi. 227 ἐν Χαβωλώ) ἐν τῷ γαζοφυλακείῳ (q.v.) J 8:20. ἐν τῷ Σιλωάμ near the pool of Siloam Lk 13:4. καθίζειν ἐν τῇ δεξιᾷ τινος sit at someone’s right hand (cp. 1 Esdr 4:29) Eph 1:20; Hb 1:3; 8:1.
    among, in (Hom.+; PTebt 58, 41 [111 B.C.]; Sir 16:6; 31:9; 1 Macc 4:58; 5:2; TestAbr B 9 p. 13, 27 [Stone p. 74]; Just., A I, 5, 4 ἐν βαρβάροις) ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ in the generation now living Mk 8:38. ἐν τῷ γένει μου among my people Gal 1:14 (Just., D. 51, 1 al. ἐν τῷ γένει ὑμῶν). ἐν ἡμῖν Hb 13:26. ἐν τῷ ὄχλῳ in the crowd Mk 5:30 (cp. Sir 7:7). ἐν ἀλλήλοις mutually (Thu. 1, 24, 4; Just., D. 101, 3) Ro 1:12; 15:5. ἐν τοῖς ἡγεμόσιν (=among the commanding officers: Diod S 18, 61, 2; Appian, Bell. Civ. 5, 21 §84) Ἰούδα Mt 2:6 et al. ἐν ἀνθρώποις among people (as Himerius, Or. 48 [14], 11; Just., A I, 23, 3, D. 64, 7) Lk 2:14; cp. Ac 4:12.
    before, in the presence of, etc. (cp. Od. 2, 194; Eur., Andr. 359; Pla., Leg. 9, 879b; Demosth. 24, 207; Polyb. 5, 39, 6; Epict. 3, 22, 8; Appian, Maced. 18 §2 ἐν τοῖς φίλοις=in the presence of his friends; Sir 19:8; Jdth 6:2; PPetr. II, 4 [6], 16 [255/254 B.C.] δινὸν γάρ ἐστιν ἐν ὄχλῳ ἀτιμάζεσθαι=before a crowd) σοφίαν λαλοῦμεν ἐν τοῖς τελείοις in the presence of mature (i.e. spiritually sophisticated) adults 1 Cor 2:6 (cp. Simplicius in Epict. p. 131, 20 λέγειν τὰ θεωρήματα ἐν ἰδιώταις). ἐν τ. ὠσὶν ὑμῶν in your hearing Lk 4:21 (cp. Judg 17:2; 4 Km 23:2; Bar 1:3f), where the words can go linguistically just as well w. πεπλήρωται as w. ἡ γραφὴ αὕτη (this passage of scripture read in your hearing). ἐν ὀφθαλμοῖς τινος in someone’s eyes, i.e. judgment (Wsd 3:2; Sir 8:16; Jdth 3:4; 12:14; 1 Macc 1:12) Mt 21:42 (Ps 117:23). ἔν τινι in the same mng. as early as Trag. (Soph., Oed. C. 1213 ἐν ἐμοί=in my judgment, Ant. 925 ἐν θεοῖς καλά; also Pla., Prot. 337b; 343c) ἐν ἐμοί 1 Cor 14:11; possibly J 3:21 (s. 4c below) and Jd 1 belong here.—In the ‘forensic’ sense ἔν τινι can mean in someone’s court or forum (Soph., Ant. 459; Pla., Gorg. 464d, Leg. 11, 916b; Ael. Aristid. 38, 3 K.=7 p. 71 D.; 46 p. 283, 334 D.; Diod S 19, 51, 4; Ps.-Heraclit., Ep. 4, 6; but in several of these pass. the mng. does not go significantly beyond ‘in the presence of’ [s. above]) ἐν ὑμῖν 1 Cor 6:2 ( by you is also tenable; s. 6 below).
    esp. to describe certain processes, inward: ἐν ἑαυτῷ to himself, i.e. in silence, διαλογίζεσθαι Mk 2:8; Lk 12:17; διαπορεῖν Ac 10:17; εἰδέναι J 6:61; λέγειν Mt 3:9; 9:21; Lk 7:49; εἰπεῖν 7:39 al.; ἐμβριμᾶσθαι J 11:38.
    marker of a state or condition, in
    of being clothed and metaphors assoc. with such condition in, with (Hdt. 2, 159; X., Mem. 3, 11, 4; Diod S 1, 12, 9; Herodian 2, 13, 3; Jdth 10:3; 1 Macc 6:35; 2 Macc 3:33) ἠμφιεσμένον ἐν μαλακοῖς dressed in soft clothes Mt 11:8. περιβάλλεσθαι ἐν ἱματίοις Rv 3:5; 4:4. ἔρχεσθαι ἐν ἐνδύμασι προβάτων come in sheep’s clothing Mt 7:15. περιπατεῖν ἐν στολαῖς walk about in long robes Mk 12:38 (Tat. 2, 1 ἐν πορφυρίδι περιπατῶν); cp. Ac 10:30; Mt 11:21; Lk 10:13. ἐν λευκοῖς in white (Artem. 2, 3; 4, 2 ἐν λευκοῖς προϊέναι; Epict. 3, 22, 1) J 20:12; Hv 4, 2, 1. Prob. corresp. ἐν σαρκί clothed in flesh (cp. Diod S 1, 12, 9 deities appear ἐν ζῴων μορφαῖς) 1 Ti 3:16; 1J 4:2; 2J 7. ἐν πάσῃ τῇ δόξῃ αὐτοῦ in all his glory Mt 6:29 (cp. 1 Macc 10:86). ἐν τ. δόξῃ τοῦ πατρός clothed in his Father’s glory 16:27; cp. 25:31; Mk 8:38; Lk 9:31.
    of other states and conditions (so freq. w. γίνομαι, εἰμί; Attic wr.; PPetr II, 11 [1], 8 [III B.C.] γράφε, ἵνα εἰδῶμεν ἐν οἷς εἶ; 39 [g], 16; UPZ 110, 176 [164 B.C.] et al.; LXX; Just., A I, 13, 2 πάλιν ἐν ἀφθαρσίᾳ γενέσθαι; 67, 6 τοῖς ἐν χρείᾳ οὖσι; Tat. 20, 1f οὐκ ἔστι γὰρ ἄπειρος ὁ οὐρανός, … πεπερασμένος δὲ καὶ ἐν τέρματι; Mel., HE 4, 26, 6 ἐν … λεηλασίᾳ ‘plundering’): ὑπάρχων ἐν βασάνοις Lk 16:23. ἐν τῷ θανάτῳ 1J 3:14. ἐν ζωῇ Ro 5:10. ἐν τοῖς δεσμοῖς Phlm 13 (Just., A II, 2, 11 ἐν δ. γενέσθαι). ἐν πειρασμοῖς 1 Pt 1:6; ἐν πολλοῖς ὢν ἀστοχήμασι AcPlCor 2:1. ἐν ὁμοιώματι σαρκός Ro 8:3. ἐν πολλῷ ἀγῶνι 1 Th 2:2. ἐν φθορᾷ in a state of corruptibility 1 Cor 15:42. ἐν ἑτοίμῳ ἔχειν 2 Cor 10:6 (cp. PEleph 10, 7 [223/222 B.C.] τ. λοιπῶν ἐν ἑτοίμῳ ὄντων; PGen 76, 8; 3 Macc 5:8); ἐν ἐκστάσει in a state of trance Ac 11:5 (opp. Just., D, 115, 3 ἐν καταστάσει ὤν). Of qualities: ἐν πίστει κ. ἀγάπῃ κ. ἁγιασμῷ 1 Ti 2:15; ἐν κακίᾳ καὶ φθόνῳ Tit 3:3; ἐν πανουργίᾳ 2 Cor 4:2; ἐν εὐσεβείᾳ καὶ σεμνότητι 1 Ti 2:2; ἐν τῇ ἀνοχῇ τοῦ θεοῦ Ro 3:26; ἐν μυστηρίῳ 1 Cor 2:7; ἐν δόξῃ Phil 4:19.
    marker of extension toward a goal that is understood to be within an area or condition, into: ἐν is somet. used w. verbs of motion where εἰς would normally be expected (Diod S 23, 8, 1 Ἄννων ἐπέρασε ἐν Σικελίᾳ; Hero I 142, 7; 182, 4; Paus. 7, 4, 3 διαβάντες ἐν τῇ Σάμῳ; Epict. 1, 11, 32; 2, 20, 33; Aelian, VH 4, 18; Vett. Val. 210, 26; 212, 6 al., s. index; Pel.-Leg. 1, 4; 5; 2, 1; PParis 10, 2 [145 B.C.] ἀνακεχώρηκεν ἐν Ἀλεξανδρείᾳ; POxy 294, 4; BGU 22, 13; Tob 5:5 BA; 1 Macc 10:43; TestAbr B 2 p. 106, 23=Stone p. 60 [s. on the LXX Thackeray 25]; πέμψον αὐτοὺς ἐν πολέμῳ En 10:9; TestAbr A 6 p. 83, 22 [Stone p. 14] δάκρυα … ἐν τῷ νιπτῆρι πίπτοντα): εἰσέρχεσθαι Lk 9:46; Rv 11:11; ἀπάγειν GJs 6:1; ἀνάγειν 7:1; εἰσάγειν 10:1; καταβαίνειν J 5:3 (4) v.l.; ἀναβαίνειν GJs 22:13; ἀπέρχεσθαι (Diod S 23, 18, 5) Hs 1:6; ἥκειν GJs 5:1; ἀποστέλλειν 25:1. To be understood otherwise: ἐξῆλθεν ὁ λόγος ἐν ὅλῃ τῇ Ἰουδαίᾳ the word went out = spread in all Judaea Lk 7:17; likew. 1 Th 1:8. The metaphorical expr. ἐπιστρέψαι ἀπειθεῖς ἐν φρονήσει δικαίων turn the disobedient to the wisdom of the righteous Lk 1:17 is striking but consistent w. the basic sense of ἐν. S. also γίνομαι, δίδωμι, ἵστημι, καλέω, and τίθημι. ἐν μέσῳ among somet. answers to the question ‘whither’ (B-D-F §215, 3) Mt 10:16; Lk 10:3; 8:7.
    marker of close association within a limit, in
    fig., of pers., to indicate the state of being filled w. or gripped by someth.: in someone=in one’s innermost being ἐν αὐτῷ κατοικεῖ πᾶν τὸ πλήρωμα in him dwells all the fullness Col 2:9. ἐν αὐτῷ ἐκτίσθη τὰ πάντα (prob. to be understood as local, not instrumental, since ἐν αὐ. would otherwise be identical w. διʼ αὐ. in the same vs.) everything was created in association with him 1:16 (cp. M. Ant. 4, 23 ἐν σοὶ πάντα; Herm. Wr. 5, 10; AFeuillet, NTS 12, ’65, 1–9). ἐν τῷ θεῷ κέκρυπται ἡ ζωὴ ὑμῶν your life is hid in God 3:3; cp. 2:3. Of sin in humans Ro 7:17f; cp. κατεργάζεσθαι vs. 8. Of Christ who, as a spiritual being, fills people so as to be in charge of their lives 8:10; 2 Cor 13:5, abides J 6:56, lives Gal 2:20, and takes form 4:19 in them. Of the divine word: οὐκ ἔστιν ἐν ἡμῖν 1J 1:10; μένειν ἔν τινι J 5:38; ἐνοικεῖν Col 3:16. Of God’s spirit: οἰκεῖν (ἐνοικεῖν) ἔν τινι Ro 8:9, 11; 1 Cor 3:16; 2 Ti 1:14. Of spiritual gifts 1 Ti 4:14; 2 Ti 1:6. Of miraculous powers ἐνεργεῖν ἔν τινι be at work in someone Mt 14:2; Mk 6:14; ποιεῖν ἔν τινι εὐάρεστον Hb 13:21. The same expr. of God or evil spirits, who somehow work in people: 1 Cor 12:6; Phil 2:13; Eph 2:2 al.
    of the whole, w. which the parts are closely joined: μένειν ἐν τῇ ἀμπέλῳ remain in the vine J 15:4. ἐν ἑνὶ σώματι μέλη πολλὰ ἔχομεν in one body we have many members Ro 12:4. κρέμασθαι ἔν τινι depend on someth. Mt 22:40.
    esp. in Paul. or Joh. usage, to designate a close personal relation in which the referent of the ἐν-term is viewed as the controlling influence: under the control of, under the influence of, in close association with (cp. ἐν τῷ Δαυιδ εἰμί 2 Km 19:44): of Christ εἶναι, μένειν ἐν τῷ πατρί (ἐν τῷ θεῷ) J 10:38; 14:10f (difft. CGordon, ‘In’ of Predication or Equivalence: JBL 100, ’81, 612f); and of Christians 1J 3:24; 4:13, 15f; be or abide in Christ J 14:20; 15:4f; μένειν ἐν τῷ υἱῷ καὶ ἐν τῷ πατρί 1J 2:24. ἔργα ἐν θεῷ εἰργασμένα done in communion with God J 3:21 (but s. 1e above).—In Paul the relation of the individual to Christ is very oft. expressed by such phrases as ἐν Χριστῷ, ἐν κυρίῳ etc., also vice versa (FNeugebauer, NTS 4, ’57/58, 124–38; AWedderburn, JSNT 25, ’85, 83–97) ἐν ἐμοὶ Χριστός Gal 2:20, but here in the sense of a above.—See, e.g., Dssm., D. ntl. Formel ‘in Christo Jesu’ 1892; EWeber, D. Formel ‘in Chr. Jesu’ u. d. paul. Christusmystik: NKZ 31, 1920, 213ff; LBrun, Zur Formel ‘in Chr. Jesus’ im Phil: Symbolae Arctoae 1, 1922, 19–37; MHansen, Omkring Paulus-Formeln ‘i Kristus’: TK 4/10, 1929, 135–59; HBöhlig, ʼΕν κυρίῳ: GHeinrici Festschr. 1914, 170–75; OSchmitz, D. Christusgemeinschaft d. Pls2 ’56; AWikenhauser, D. Christusmystik d. Pls2 ’56; KMittring, Heilswirklichkeit b. Pls; Beitrag z. Verständnis der unio cum Christo in d. Plsbriefen 1929; ASchweitzer, D. Mystik d. Ap. Pls 1930 (Eng. tr., WMontgomery, The Myst. of Paul the Ap., ’31); WSchmauch, In Christus ’35; BEaston, Pastoral Ep. ’47, 210f; FBüchsel, ‘In Chr.’ b. Pls: ZNW 42, ’49, 141–58. Also HKorn, D. Nachwirkungen d. Christusmystik d. Pls in den Apost. Vätern, diss. Berlin 1928; EAndrews, Interpretation 6, ’52, 162–77; H-LParisius, ZNW 49, ’58, 285–88 (10 ‘forensic’ passages); JAllan, NTS 5, ’58/59, 54–62 (Eph), ibid. 10, ’63, 115–21 (pastorals); FNeugebauer, In Christus, etc. ’61; MDahl, The Resurrection of the Body ( 1 Cor 15) ’62, 110–13.—Paul has the most varied expressions for this new life-principle: life in Christ Ro 6:11, 23; love in Christ 8:39; grace, which is given in Christ 1 Cor 1:4; freedom in Chr. Gal 2:4; blessing in Chr. 3:14; unity in Chr. vs. 28. στήκειν ἐν κυρίῳ stand firm in the Lord Phil 4:1; εὑρεθῆναι ἐν Χ. be found in Christ 3:9; εἶναι ἐν Χ. 1 Cor 1:30; οἱ ἐν Χ. Ro 8:1.—1 Pt 5:14; κοιμᾶσθαι ἐν Χ., ἀποθνῄσκειν ἐν κυρίῳ 1 Cor 15:18.—Rv 14:13; ζῳοποιεῖσθαι 1 Cor 15:22.—The formula is esp. common w. verbs that denote a conviction, hope, etc. πεποιθέναι Gal 5:10; Phil 1:14; 2 Th 3:4. παρρησίαν ἔχειν Phlm 8. πέπεισμαι Ro 14:14. ἐλπίζειν Phil 2:19. καύχησιν ἔχειν Ro 15:17; 1 Cor 15:31. τὸ αὐτὸ φρονεῖν Phil 4:2. ὑπακούειν Eph 6:1. λαλεῖν 2 Cor 2:17; 12:19. ἀλήθειαν λέγειν Ro 9:1. λέγειν καὶ μαρτύρεσθαι Eph 4:17. But also apart fr. such verbs, in numerous pass. it is used w. verbs and nouns of the most varied sort, often without special emphasis, to indicate the scope within which someth. takes place or has taken place, or to designate someth. as being in close assoc. w. Christ, and can be rendered, variously, in connection with, in intimate association with, keeping in mind ἁγιάζεσθαι 1 Cor 1:2, or ἅγιος ἐν Χ. Phil 1:1; ἀσπάζεσθαί τινα 1 Cor 16:19. δικαιοῦσθαι Gal 2:17. κοπιᾶν Ro 16:12. παρακαλεῖν 1 Th 4:1. προσδέχεσθαί τινα Ro 16:2; Phil 2:29. χαίρειν 3:1; 4:4, 10. γαμηθῆναι ἐν κυρίῳ marry in the Lord=marry a Christian 1 Cor 7:39. προϊστάμενοι ὑμῶν ἐν κυρίῳ your Christian leaders (in the church) 1 Th 5:12 (but s. προί̈στημι 1 and 2).—εὐάρεστος Col 3:20. νήπιος 1 Cor 3:1. φρόνιμος 4:10. παιδαγωγοί vs. 15. ὁδοί vs. 17. Hence used in periphrasis for ‘Christian’ οἱ ὄντες ἐν κυρίῳ Ro 16:11; ἄνθρωπος ἐν Χ. 2 Cor 12:2; αἱ ἐκκλησίαι αἱ ἐν Χ. Gal 1:22; 1 Th 2:14; νεκροὶ ἐν Χ. 4:16; ἐκλεκτός Ro 16:13. δόκιμος vs. 10. δέσμιος Eph 4:1. πιστὸς διάκονος 6:21; ἐν Χ. γεννᾶν τινα become someone’s parent in the Christian life 1 Cor 4:15. τὸ ἔργον μου ὑμεῖς ἐστε ἐν κυρίῳ 9:1.—The use of ἐν πνεύματι as a formulaic expression is sim.: ἐν πν. εἶναι be under the impulsion of the spirit, i.e. the new self, as opposed to ἐν σαρκί under the domination of the old self Ro 8:9; cp. ἐν νόμῳ 2:12. λαλεῖν speak under divine inspiration 1 Cor 12:3. ἐγενόμην ἐν πνεύματι I was in a state of inspiration Rv 1:10; 4:2; opp. ἐν ἑαυτῷ γενόμενος came to himself Ac 12:11 (cp. X., An. 1, 5, 17 et al.).—The expr. ἐν πν. εἶναι is also used to express the idea that someone is under the special infl. of a good or even an undesirable spirit: Mt 22:43; Mk 12:36; Lk 2:27; 1 Cor 12:3; Rv 17:3; 21:10. ἄνθρωπος ἐν πν. ἀκαθάρτῳ (ὤν) Mk 1:23 (s. GBjörck, ConNeot 7, ’42, 1–3).—ἐν τῷ πονηρῷ κεῖσθαι be in the power of the evil one 1J 5:19. οἱ ἐν νόμῳ those who are subject to the law Ro 3:19. ἐν τῷ Ἀδὰμ ἀποθνῄσκειν die because of a connection w. Adam 1 Cor 15:22.—On the formula ἐν ὀνόματι (Χριστοῦ) s. ὄνομα 1, esp. dγג. The OT is the source of the expr. ὀμνύναι ἔν τινι swear by someone or someth. (oft. LXX) Mt 5:34ff; 23:16, 18ff; Rv 10:6; παραγγέλλομέν σοι ἐν Ἰησοῦ Ac 19:14 v.l. The usage in ὁμολογεῖν ἔν τινι acknowledge someone Mt 10:32; Lk 12:8 (s. ὁμολογέω 4b) is Aramaic.
    marker introducing means or instrument, with, a construction that begins w. Homer (many examples of instrumental ἐν in Radermacher’s edition of Ps.-Demetr., Eloc. p. 100; Reader, Polemo p. 258) but whose wide currency in our lit. is partly caused by the infl. of the LXX, and its similarity to the Hebr. constr. w. בְּ (B-D-F §219; Mlt. 104; Mlt-H. 463f; s. esp. M-M p. 210).
    it can serve to introduce persons or things that accompany someone to secure an objective: ‘along with’
    α. pers., esp. of a military force, w. blending of associative (s. 4) and instrumental idea (1 Macc 1:17; 7:14, 28 al.): ἐν δέκα χιλιάσιν ὑπαντῆσαι meet, w. 10,000 men Lk 14:31 (cp. 1 Macc 4:6, 29 συνήντησεν αὐτοῖς Ἰούδας ἐν δέκα χιλιάσιν ἀνδρῶν). ἦλθεν ἐν μυριάσιν αὐτοῦ Jd 14 (cp. Jdth 16:3 ἦλθεν ἐν μυριάσι δυνάμεως αὐτοῦ).
    β. impers. (oft. LXX; PTebt 41, 5 [c. 119 B.C.]; 16, 14 [114 B.C.]; 45, 17 al., where people rush into the village or the house ἐν μαχαίρῃ, ἐν ὅπλοις). (Just., D. 86, 6 τῆς ἀξίνης, ἐν ἧ πεπορευμένοι ἦσαν … κόψαι ξύλα) ἐν ῥάβδῳ ἔρχεσθαι come with a stick (as a means of discipline) 1 Cor 4:21 (cp. Lucian, Dial. Mort. 23, 3 Ἑρμῆν καθικόμενον ἐν τῇ ῥάβδῳ; Gen 32:11; 1 Km 17:43; 1 Ch 11:23; Dssm., B 115f [BS 120]). ἐν πληρώματι εὐλογίας with the full blessing Ro 15:29. ἐν τῇ βασιλείᾳ αὐτοῦ Mt 16:28. ἐν αἵματι Hb 9:25 (cp. Mi 6:6). ἐν τῷ ὕδατι καὶ ἐν τῷ αἵματι 1J 5:6. ἐν πνεύματι καὶ δυνάμει τοῦ Ἠλίου equipped w. the spirit and power of Elijah Lk 1:17. φθάνειν ἐν τῷ εὐαγγελίῳ come with the preaching of the gospel 2 Cor 10:14. μὴ ἐν ζύμῃ παλαιᾷ not burdened w. old leaven 1 Cor 5:8.
    it can serve to express means or instrumentality in terms of location for a specific action (cp. TestAbr A 12 p. 91, 5f [Stone p. 30] κρατῶν ἐν τῇ χειρὶ αὐτοῦ ζυγόν; Tat. 9, 2 οἱ ἐν τοῖς πεσσοῖς ἀθύροντες ‘those who play w. gaming pieces’ [as, e.g., in backgammon]): κατακαίειν ἐν πυρί Rv 17:16 (cp. Bar 1:2; 1 Esdr 1:52; 1 Macc 5:5 al.; as early as Il. 24, 38; cp. POxy 2747, 74; Aelian, HA 14, 15. Further, the ἐν Rv 17:16 is not textually certain). ἐν ἅλατι ἁλίζειν, ἀρτύειν Mt 5:13; Mk 9:50; Lk 14:34 (s. M-M p. 210; WHutton, ET 58, ’46/47, 166–68). ἐν τῷ αἵματι λευκαίνειν Rv 7:14. ἐν αἵματι καθαρίζειν Hb 9:22. ἐν ῥομφαίᾳ ἀποκτείνειν kill with the sword Rv 6:8 (1 Esdr 1:50; 1 Macc 2:9; cp. 3:3; Jdth 16:4; ἀπολεῖ ἐν ῥομφαίᾳ En 99:16; 4 [6] Esdr [POxy 1010] ἐν ῥ. πεσῇ … πεσοῦνται ἐν μαχαίρῃ; cp. Lucian, Hist. Conscrib. 12 ἐν ἀκοντίῳ φονεύειν). ἐν μαχαίρῃ πατάσσειν Lk 22:49 (διχοτομήσατε … ἐν μ. GrBar 16:3); ἐν μ. ἀπόλλυσθαι perish by the sword Mt 26:52. ποιμαίνειν ἐν ῥάβδῳ σιδηρᾷ Rv 2:27; 12:5; 19:15 (s. ποιμαίνω 2aγ and cp. PGM 36, 109). καταπατεῖν τι ἐν τοῖς ποσίν tread someth. w. the feet Mt 7:6 (cp. Sir 38:29). δύο λαοὺς βλέπω ἐν τοῖς ὀφθαλμοῖς μου I see two peoples with my eyes GJs 17:2 (ἐν ὀφθαλμοῖσιν ὀρᾶν=see with the eyes: cp. Il. 1, 587; Od. 8, 459; Callinus [VII B.C.], Fgm. 1, 20 Diehl2). ποιεῖν κράτος ἐν βραχίονι do a mighty deed w. one’s arm Lk 1:51 (cp. Sir 38:30); cp. 11:20. δικαιοῦσθαι ἐν τῷ αἵματι be justified by the blood Ro 5:9. ἐν ἁγιασμῷ πνεύματος 2 Th 2:13; 1 Pt 1:2; ἐν τ. παρακλήσει 2 Cor 7:7. εὐλογεῖν ἐν εὐλογίᾳ Eph 1:3. λαλοῦντες ἑαυτοῖς ἐν ψάλμοις 5:19. ἀσπάσασθαι … ἐν εὐχῇ greet w. prayer GJs 24:1. Of intellectual process γινώσκειν ἔν τινι know or recognize by someth. (cp. Thuc. 7, 11, 1 ἐν ἐπιστολαῖς ἴστε; Sir 4:24; 11:28; 26:29) J 13:35; 1J 3:19; cp. ἐν τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου in the breaking of bread Lk 24:35 (s. 10c).—The ἐν which takes the place of the gen. of price is also instrumental ἠγόρασας ἐν τῷ αἵματί σου Rv 5:9 (cp. 1 Ch 21:24 ἀγοράζω ἐν ἀργυρίῳ).—ἐν ᾧ whereby Ro 14:21.—The idiom ἀλλάσσειν, μεταλλάσσειν τι ἔν τινι exchange someth. for someth. else Ro 1:23, 25 (cp. Ps 105:20) is not un-Greek (Soph., Ant. 945 Danaë had to οὐράνιον φῶς ἀλλάξαι ἐν χαλκοδέτοις αὐλαῖς=change the heavenly light for brass-bound chambers).
    marker of agency: with the help of (Diod S 19, 46, 4 ἐν τοῖς μετέχουσι τοῦ συνεδρίου=with the help of the members of the council; Philostrat., Vi. Apoll. 7, 9 p. 259, 31 ἐν ἐκείνῳ ἑαλωκότες) ἐν τῷ ἄρχοντι τ. δαιμονίων ἐκβάλλει τὰ δαιμόνια Mt 9:34. ἐν ἑτερογλώσσοις λαλεῖν 1 Cor 14:21. κρίνειν τ. οἰκουμένην ἐν ἀνδρί Ac 17:31 (cp. SIG2 850, 8 [173/172 B.C.] κριθέντω ἐν ἄνδροις τρίοις; Synes., Ep. 91 p. 231b ἐν ἀνδρί); perh. 1 Cor 6:2 (s. 1e); ἀπολύτρωσις ἐν Χρ. redemption through Christ Ro 3:24 (cp. ἐν αὐτῷ σωθήσεσθε Just., A I, 60, 3).
    marker of circumstance or condition under which someth. takes place: ἐν ᾧ κρίνεις Ro 2:1 (but s. B-D-F §219, 2); ἐν ᾧ δοκιμάζει 14:22; ἐν ᾧ καυχῶνται 2 Cor 11:12; ἐν ᾧ τις τολμᾷ 11:21; ἐν ᾧ καταλαλοῦσιν whereas they slander 1 Pt 2:12, cp. 3:16 (on these Petrine pass. s. also ὅς 1k); ἐν ᾧ ξενίζονται in view of your changed attitude they consider it odd 4:4. ἐν ᾧ in 3:19 may similarly refer to a changed circumstance, i.e. from death to life (WDalton, Christ’s Proclamation to the Spirits, ’65, esp. 135–42: ‘in this sphere, under this influence’ [of the spirit]). Other possibilities: as far as this is concerned: πνεῦμα• ἐν ᾧ spirit; as which (FZimmermann, APF 11, ’35, 174 ‘meanwhile’ [indessen]; BReicke, The Disobedient Spirits and Christian Baptism, ’46, 108–15: ‘on that occasion’=when he died).—Before a substantive inf. (oft. LXX; s. KHuber, Unters. über den Sprachchar. des griech. Lev., diss. Zürich 1916, 83): in that w. pres. inf. (POxy 743, 35 [2 B.C.] ἐν τῷ δέ με περισπᾶσθαι οὐκ ἠδυνάσθην συντυχεῖν Ἀπολλωνίῳ; Just., D. 10, 3 ἐν τῷ μήτε σάββατα τηρεῖν μήτε …) βασανιζομένους ἐν τῷ ἐλαύνειν as they were having rough going in the waves=having a difficult time making headway Mk 6:48. ἐθαύμαζον ἐν τῷ χρονίζειν … αὐτόν they marveled over his delay Lk 1:21. ἐν τῷ τὴν χεῖρα ἐκτείνειν σε in that you extend your hand Ac 4:30; cp. 3:26; Hb 8:13. W. aor. inf. ἐν τῷ ὑποτάξαι αὐτῷ τὰ πάντα Hb 2:8. Somet. the circumstantial and temporal (s. 7 and 10) uses are so intermingled that it is difficult to decide between them; so in some of the pass. cited above, and also Hv 1, 1, 8 et al. (B-D-F §404, 3; Rob. 1073).—WHutton, Considerations for the Translation of ἐν, Bible Translator 9, ’58, 163–70; response by NTurner, ibid. 10, ’59, 113–20.—On ἐν w. article and inf. s. ISoisalon-Soininen, Die Infinitive in der LXX, ’65, 80ff.
    marker denoting the object to which someth. happens or in which someth. shows itself, or by which someth. is recognized, to, by, in connection with: ζητεῖν τι ἔν τινι require someth. in the case of someone 1 Cor 4:2; cp. ἐν ἡμῖν μάθητε so that you might learn in connection w. us vs. 6. Cp. Phil 1:30. ἵνα οὕτως γένηται ἐν ἐμοί that this may be done in my case 1 Cor 9:15 (Just., D. 77, 3 τοῦτο γενόμενον ἐν τῷ ἡμετέρῳ Χριστῷ). ἐδόξαζον ἐν ἐμοὶ τὸν θεόν perh. they glorified God in my case Gal 1:24, though because of me and for me are also possible. μήτι ἐν ἐμοὶ ἀνεκεφαλαιώθη ἡ ἱστορία GJs 13:1 (s. ἀνακεφαλαιόω 1). ποιεῖν τι ἔν τινι do someth. to (with) someone (Epict., Ench. 33, 12; Ps.-Lucian, Philopatr. 18 μὴ ἑτεροῖόν τι ποιήσῃς ἐν ἐμοί; Gen 40:14; Jdth 7:24; 1 Macc 7:23) Mt 17:12; Lk 23:31. ἐργάζεσθαί τι ἔν τινι Mk 14:6. ἔχειν τι ἔν τινι have someth. in someone J 3:15 (but ἐν αὐτῷ is oft. constr. w. πιστεύων, cp. v.l.); cp. 14:30 (s. BNoack, Satanas u. Soteria ’48, 92). ἵνα δικαιοσύνης ναὸν ἐν τῷ ἰδίῳ σώματι ἀναδείξῃ AcPlCor 2:17 (s. ἀναδείκνυμι 1).—For the ordinary dat. (Diod S 3, 51, 4 ἐν ἀψύχῳ ἀδύνατον=it is impossible for a lifeless thing; Ael. Aristid. 49, 15 K.=25 p. 492 D.: ἐν Νηρίτῳ θαυμαστὰ ἐνεδείξατο=[God] showed wonderful things to N.; 53 p. 629 D.: οὐ γὰρ ἐν τοῖς βελτίστοις εἰσὶ παῖδες, ἐν δὲ πονηροτάτοις οὐκέτι=it is not the case that the very good have children, and the very bad have none [datives of possession]; 54 p. 653 D.: ἐν τ. φαύλοις θετέον=to the bad; EpJer 66 ἐν ἔθνεσιν; Aesop, Fab. 19, 8 and 348a, 5 v.l. Ch.) ἀποκαλύψαι τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἐν ἐμοί Gal 1:16. φανερόν ἐστιν ἐν αὐτοῖς Ro 1:19 (Aesop 15c, 11 Ch. τ. φανερὸν ἐν πᾶσιν=evident to all). ἐν ἐμοὶ βάρβαρος (corresp. to τῷ λαλοῦντι βάρβ.) 1 Cor 14:11 (Amphis Com. [IV B.C.] 21 μάταιός ἐστιν ἐν ἐμοί). δεδομένον ἐν ἀνθρώποις Ac 4:12. θεῷ … ἐν ἀνθρώποις Lk 2:14.—Esp. w. verbs of striking against: προσκόπτω, πταίω, σκανδαλίζομαι; s. these entries.
    marker of cause or reason, because of, on account of (PParis 28, 13=UPZ 48, 12f [162/161 B.C.] διαλυόμενοι ἐν τῷ λιμῷ; Ps 30:11; 1 Macc 16:3 ἐν τῷ ἐλέει; 2 Macc 7:29; Sir 33:17)
    gener. ἁγιάζεσθαι ἔν τινι Hb 10:10; 1 Cor 7:14. ἐν τ. ἐπιθυμίαις τῶν καρδιῶν Ro 1:24; perh. ἐν Ἰσαὰκ κληθήσεταί σοι σπέρμα 9:7; Hb 11:18 (both Gen 21:12). ἐν τῇ πολυλογίᾳ αὐτῶν because of their many words Mt 6:7. ἐν τούτῳ πιστεύομεν this is the reason why we believe J 16:30; cp. Ac 24:16; 1 Cor 4:4 (Just., D. 68, 7 οὐχὶ καὶ ἐν τούτῳ δυσωπήσω ὑμᾶς μὴ πείθεσθαι τοῖς διδασκάλοις ὑμῶν=‘surely you will be convinced by this [argument] to lose confidence in your teachers, won’t you?’); perh. 2 Cor 5:2. Sim., of the occasion: ἔφυγεν ἐν τῷ λόγῳ τούτῳ at this statement Ac 7:29; cp. 8:6. W. attraction ἐν ᾧ = ἐν τούτῳ ὅτι for the reason that = because Ro 8:3; Hb 2:18; 6:17.
    w. verbs that express feeling or emotion, to denote that toward which the feeling is directed; so: εὐδοκεῖν (εὐδοκία), εὐφραίνεσθαι, καυχᾶσθαι, χαίρειν et al.
    marker of a period of time, in, while, when
    indicating an occurrence or action within which, at a certain point, someth. occurs Mt 2:1. ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις 3:1. ἐν τῷ ἑξῆς afterward Lk 7:11. ἐν τῷ μεταξύ meanwhile (PTebt 72, 190; PFlor 36, 5) J 4:31. in the course of, within ἐν τρισὶν ἡμέραις (X., Ages. 1, 34; Diod S 13, 14, 2; 20, 83, 4; Arrian, Anab. 4, 6, 4 ἐν τρισὶν ἡμέραις; Aelian, VH 1, 6; IPriene 9, 29; GDI 1222, 4 [Arcadia] ἰν ἁμέραις τρισί; EpArist 24; Demetr.: 722 Fgm. 1:3 Jac.) Mt 27:40; J 2:19f.
    point of time when someth. occurs ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως Mt 11:22 (En 10:6; Just., D. 38, 2; Tat. 12, 4). ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ J 6:44; 11:24; 12:48; cp. 7:37. ἐν ἐκείνῃ τῇ ὥρᾳ Mt 8:13; 10:19; cp. 7:22; J 4:53. ἐν σαββάτῳ 12:2; J 7:23. ἐν τῇ ἡμέρᾳ J 11:9 (opp. ἐν τῇ νυκτί vs. 10). ἐν τῷ δευτέρῳ on the second visit Ac 7:13. ἐν τῇ παλιγγενεσίᾳ in the new age Mt 19:28. ἐν τῇ παρουσίᾳ 1 Cor 15:23; 1 Th 2:19; 3:13; Phil 2:12 (here, in contrast to the other pass., there is no reference to the second coming of Christ.—Just., D. 31, 1 ἐν τῇ ἐνδόξῳ γινομένῃ αὐτοῦ παρουσίᾳ; 35, 8; 54, 1 al.); 1J 2:28. ἐν τῇ ἀναστάσει in the resurrection Mt 22:28; Mk 12:23; Lk 14:14; 20:33; J 11:24 (Just., D. 45, 2 ἐν τῇ τῶν νεκρῶν ἀναστάσει). ἐν τῇ ἐσχάτῃ σάλπιγγι at the last trumpet-call 1 Cor 15:52. ἐν τῇ ἀποκαλύψει at the appearance of Jesus/Christ (in the last days) 2 Th 1:7; 1 Pt 1:7, 13; 4:13.
    to introduce an activity whose time is given when, while, during (Diod S 23, 12, 1 ἐν τοῖς τοιούτοις=in the case of this kind of behavior) ἐν τῇ προσευχῇ when (you) pray Mt 21:22. ἐν τῇ στάσει during the revolt Mk 15:7. ἐν τῇ διδαχῇ in the course of his teaching Mk 4:2; 12:38. If Lk 24:35 belongs here, the sense would be on the occasion of, when (but s. 5b). ἐν αὐτῷ in it (the preaching of the gospel) Eph 6:20. γρηγοροῦντες ἐν αὐτῇ (τῇ προσευχῇ) while you are watchful in it Col 4:2. Esp. w. the pres. inf. used substantively: ἐν τῷ σπείρειν while (he) sowed Mt 13:4; Mk 4:4; cp. 6:48 (s. 7 above and βασανίζω); ἐν τῷ καθεύδειν τοὺς ἀνθρώπους while people were asleep Mt 13:25; ἐν τῷ κατηγορεῖσθαι αὐτόν during the accusations against him 27:12. W. the aor. inf. the meaning is likewise when. Owing to the fundamental significance of the aor. the action is the focal point (s. Rob. 1073, opp. B-D-F §404) ἐν τῷ γενέσθαι τὴν φωνήν Lk 9:36. ἐν τῷ ἐπανελθεῖν αὐτόν 19:15. ἐν τῷ εἰσελθεῖν αὐτούς 9:34.—W. ἐν ᾦ while, as long as (Soph., Trach. 929; Cleanthes [IV/III B.C.] Stoic. I p. 135, 1 [Diog. L. 7, 171]; Demetr.: 722 Fgm. 1, 11 Jac.; Plut., Mor. 356c; Arrian, Anab. 6, 12, 1; Pamprepios of Panopolis [V A.D.] 1, 22 [ed. HGerstinger, SBWienAk 208/3, 1928]) Mk 2:19; Lk 5:34; 24:44 D; J 5:7.
    marker denoting kind and manner, esp. functioning as an auxiliary in periphrasis for adverbs (Kühner-G. I 466): ἐν δυνάμει w. power, powerfully Mk 9:1; Ro 1:4; Col 1:29; 2 Th 1:11; ἐν δικαιοσύνῃ justly Ac 17:31; Rv 19:11 (cp. Just., A II, 4, 3 and D. 16, 3; 19, 2 ἐν δίκῃ). ἐν χαρᾷ joyfully Ro 15:32. ἐν ἐκτενείᾳ earnestly Ac 26:7. ἐν σπουδῇ zealously Ro 12:8. ἐν χάριτι graciously Gal 1:6; 2 Th 2:16. ἐν (πάσῃ) παρρησίᾳ freely, openly J 7:4; 16:29; Phil 1:20. ἐν πάσῃ ἀσφαλείᾳ Ac 5:23. ἐν τάχει (PHib 47, 35 [256 B.C.] ἀπόστειλον ἐν τάχει) Lk 18:8; Ro 16:20; Rv 1:1; 22:6. ἐν μυστηρίῳ 1 Cor 2:7 (belongs prob. not to σοφία, but to λαλοῦμεν: in the form of a secret; cp. Polyb. 23, 3, 4; 26, 7, 5; Just., D. 63, 2 Μωυσῆς … ἐν παραβολῇ λέγων; 68, 6 εἰρήμενον … ἐν μυστηρίῳ; Diod S 17, 8, 5 ἐν δωρεαῖς λαβόντες=as gifts; 2 Macc 4:30 ἐν δωρεᾷ=as a gift; Sir 26:3; Polyb. 28, 17, 9 λαμβάνειν τι ἐν φερνῇ). Of the norm: ἐν μέτρῳ ἑνὸς ἑκάστου μέρους acc. to the measure of each individual part Eph 4:16. On 1 Cor 1:21 s. AWedderburn, ZNW 64, ’73, 132–34.
    marker of specification or substance: w. adj. πλούσιος ἐν ἐλέει Eph 2:4; cp. Tit 2:3; Js 1:8.—of substance consisting in (BGU 72, 11 [191 A.D.] ἐξέκοψαν πλεῖστον τόπον ἐν ἀρούραις πέντε) τὸν νόμον τῶν ἐντολῶν ἐν δόγμασιν Eph 2:15. ἐν μηδενὶ λειπόμενοι Js 1:4 (contrast Just., A I, 67, 6 τοῖς ἐν χρείᾳ οὖσι). Hb 13:21a.— amounting to (BGU 970, 14=Mitt-Wilck. II/2, 242, 14f [177 A.D.] προσηνενκάμην αὐτῷ προοῖκα ἐν δραχμαῖς ἐννακοσίαις) πᾶσαν τὴν συγγένειαν ἐν ψυχαῖς ἑβδομήκοντα πέντε Ac 7:14.—Very rarely for the genitive (Philo Mech. 75, 29 τὸ ἐν τῷ κυλίνδρῳ κοίλασμα; EpArist 31 ἡ ἐν αὐτοῖς θεωρία = ἡ αὐτῶν θ.; cp. 29; Tat. 18, 1 πᾶν τὸ ἐν αὐτῇ εἶδος) ἡ δωρεὰ ἐν χάριτι the free gift in beneficence or grace Ro 5:15.—DELG. LfgrE s.v. ἐν col. 569 (lit. esp. early Greek). M-M. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > ἐν

  • 5 φέρω

    φέρω ([dialect] Locr. [full] φάρω [ᾰ], IG9(1).334.5 (Oeanthea, v. B.C.)), only [tense] pres. and [tense] impf. (late 1 [tense] aor. [ per.] 3pl.
    A

    ἤφεραν IG3.1379

    ), Il.21.458, etc.: [dialect] Ep. forms, [ per.] 2pl. imper.

    φέρτε Il.9.171

    ; [ per.] 2sg. subj.

    φέρῃσθα Call.Dian. 144

    ; [ per.] 3sg. subj.

    φέρῃσι Il.18.308

    , Od.5.164, al.; [dialect] Ep. inf.

    φερέμεν Il.9.411

    , al.: [tense] impf. ἔφερον, [dialect] Ep.

    φέρον 3.245

    ; also φέρεσκε, φέρεσκον ([ per.] 3pl.), Od.9.429, 10.108.
    II [tense] fut.

    οἴσω Il.7.82

    , etc.; [dialect] Dor.

    οἰσῶ Theoc.3.11

    ; [ per.] 1pl.

    οἰσεῦμες Id.15.133

    ; [ per.] 3pl. ηοίσοντι Tab.Heracl.1.150: the foll. act. forms are not [tense] fut. in sense, imper.

    οἶσε Od.22.106

    , 481, Ar.Ach. 1099, 1101, 1122, Ra. 482;

    οἰσέτω Il.19.173

    , Od.8.255; [ per.] 3pl.

    οἰσόντων Antim.15

    ; inf.

    οἴσειν Pi.P.4.102

    , [dialect] Ep.

    οἰσέμεν Od.3.429

    ,

    οἰσέμεναι Il.3.120

    , Od.8.399, etc.: [tense] aor. 1 inf.

    οἶσαι Ph.1.611

    codd. ( ἀν-οῖσαι is prob. in Hdt.1.157):—[voice] Med., [tense] fut.

    οἴσομαι Il.22.217

    , S.El. 969, etc. (in pass. sense, E.Or. 440, X.Oec.18.6; so [dialect] Dor.

    οἰσεῖται Archim.Fluit.1.7

    , al.): [tense] fut. [voice] Pass.

    οἰσθήσομαι D.44.45

    , Arist. Ph. 205a13, Archim.Fluit.1.3, al., ([etym.] ἐξ-) E.Supp. 561:—[voice] Pass., [tense] pf.

    προοῖσται Luc.Par.2

    ; cf. οἰστέον, οἰστός ([etym.] ἀν-οιστός).
    III from ἐνεγκ- (not found in Hom. or Hdt., exc. as v.l. in Il.19.194, but in Pi.O.13.66, I.8(7).21, ([etym.] προς-) Id.P.9.36, also B.16.62, and normal in [dialect] Att. and Trag., also in codd.Hp., Epid.1.1.2, al.) come [tense] aor. 1 ἤνεγκα, and [tense] aor. 2 ἤνεγκον:—Indic., [ per.] 1sg.

    ἤνεγκον S.OC 521

    (lyr.), 964, Ar.Ra. 1299, Th. 742, Lys. 944, ([etym.] δι-) Isoc.18.59, but

    ἤνεγκα S.El. 13

    , E. Ion38, Aeschin.2.4, and in compos. with Preps.; [ per.] 2sg. always

    ἤνεγκας Ar.Av. 540

    (lyr.), ([etym.] ἐξ-) S.Tr. 741 (in Ar.Th. 742, δέκα μῆνας αὔτ' ἐγὼ ἤνεγκον is answd. by ἤνεγκας σύ;); [ per.] 3sg. ἤνεγκε, common to both forms; dual

    δι-ηνεγκάτην Pl.Lg. 723b

    ; pl. always ἠνέγκαμεν, -ατε, -αν ([ per.] 3pl.

    ἀπ-ήνενκαν IG22.1620.37

    , al., once ἀπ-ήνεγκον ib. 1414.2; δι-ηνέγκομεν is f.l. in X.Oec.9.8): imper., [ per.] 2sg.

    ἔνεγκε E. Heracl. 699

    , Ar.Eq. 110, X.Mem.3.6.9 ( ἔνεγκον cj. Pors. in Anaxipp. 8); [ per.] 3sg.

    ἐνεγκάτω Ar. Pax 1149

    (troch.), Th. 238, Pl.Phd. 116d, ([etym.] προς-) X.Smp.5.2; but

    ἐξ-ενεγκέτω IG12.63.33

    , 76.61; [dialect] Dor. [ per.] 3pl. ἐνεγκόντω ib.5 (1).26.16 (Amyclae, ii/i B. C.); [ per.] 2pl.

    ἐξ-ενέγκατε Ar.Ra. 847

    : subj. ἐνέγκω common to both forms: opt., [ per.] 1sg.

    ἐνέγκαιμι E.Hipp. 393

    , Pl.Cri. 43c: [ per.] 3sg. ἐνέγκαι (cod.A, but - κοι cod.Laur.) S.Tr. 774, but

    ἐνέγκοι Id.Fr.84

    (anap.), Pl.R. 330a, ([etym.] ξυν-) Th.6.20, etc.; [ per.] 2pl. ἐνέγκαιτε ( ἐνέγκατε codd.) E.Heracl. 751 (lyr.): inf.

    ἐνεγκεῖν A.Supp. 766

    , S.OC 1599, IG22.40.18, etc., ([etym.] προς-) Pi.P.9.36, Hp.VM15; Hellenistic

    ἐνέγκαι Arist.Oec. 1349a27

    ([etym.] εἰς-), PAmh.2.30.35 (ii B. C.), Ev.Marc. 2.4 ([etym.] προς-), etc., found also in codd.Hp., Aff.3 ([etym.] προς-), Nat.Mul.19 ([etym.] δι-): part.

    ἐνεγκών Pi.I.8(7).21

    , S.El. 692, Th.6.56, etc.,

    ἐνέγκας IG22.1361.21

    ([etym.] εἰς-), 333.4, D.49.51 (and later, Demetr.Com.Nov.1.10 ([etym.] εἰς-), Arist.Oec. 1351a14, etc.; in X. we find

    ἐξ-ενεγκόντες Mem.1.2.53

    , and δι-ενεγκοῦσα, συν-ενεγκόντες, vv. ll. in ib.2.2.5, An.6.5.6):— [voice] Med., only ἠνεγκάμην, Ar.Ec.76 ([etym.] ἐξ-), etc. (exc. imper.

    ἐνεγκοῦ S.OC 470

    ); [ per.] 2sg.

    ἠνέγκω E.Supp. 583

    , X.Oec.7.13; [ per.] 3sg.

    ἠνέγκατο S.Tr. 462

    , Pl.R. 406b, etc.; [ per.] 1pl.

    ἠνεγκάμεθα Id. Ion 530b

    , ([etym.] προ-) Phlb. 57a; inf.

    εἰς-ενέγκασθαι Isoc.15.188

    : part.

    ἐνεγκάμενος Aeschin.1.131

    , ([etym.] ἀπ-) X.Ages.6.2.
    IV from ἐνεικ- comes [tense] aor. 1 ἤνεικα, found mostly in [dialect] Ion. (but not in codd. Hp.), [dialect] Ep. and Lyr., also at Cos (v. infr.) and implied elsewh. in pass. forms (v. infr. v):—the endings are those of [tense] aor. 1, exc. in imper.

    ἔνεικε Od.21.178

    , inf. ἐνεικέμεν (v.l. ἐνεγκέμεν) Il.19.194, ἐνείκην (v. infr.), and part. μετ-ενεικών, ἐξενικοῦσι (v. infr.), cf. συνενείκομαι:—[ per.] 1sg.

    ἀν-ένεικα Od.11.625

    ; [ per.] 2sg.

    ἀπ-ένεικας Il.14.255

    ; [ per.] 3sg.

    ἤνεικε Od.18.300

    , al., Hdt.2.146, [dialect] Ep.

    ἔνεικε Il.15.705

    , al.; [ per.] 1pl.

    ἐνείκαμεν Od.24.43

    ; [ per.] 3pl.

    ἤνεικαν Hdt.3.30

    , [dialect] Ep.

    ἔνεικαν Il.9.306

    ; imper. [ per.] 2sg.

    ἔνεικον Anacr.62.3

    ; [ per.] 2pl.,

    ἐνείκατε Od. 8.393

    ; [ per.] 3pl.

    ἐνεικάντων Schwyzer 688

    B 3 (Chios, v B. C.); inf.

    ἐνεῖκαι Il.18.334

    , Pi.P.9.53, Hdt.1.32; ἐνεικέμεν (v. supr.); [dialect] Aeol.

    ἐνείκην Alc.Oxy.1788

    Fr.15ii 20; part.

    ἐνείκας Il.17.39

    , ([etym.] ἀν-) Hdt.2.23;

    μετ-ενεικών Abh.Berl.Akad.1928(6).22

    (Cos, iii B. C.):—[voice] Med., [ per.] 3sg.

    ἀν-ενείκατο Il.19.314

    ; [ per.] 3pl.

    ἠνείκαντο 9.127

    , Hdt.1.57, ([etym.] ἐς-) 7.152; part.

    ἐνεικάμενος Alc.35.4

    .
    2 [tense] aor. 1 ἤνῐκα is found in the foll. dialect forms: [ per.] 3sg.

    ἤνικε IG42(1).121.110

    (Epid., iv B. C.);

    ἤνικεν SIG239

    Bi11 (Delph., iv B. C.);

    ἀν-ήνικε IG4.757A12

    , al. (Troezen, ii B. C.); ἀπ-ήνικε ib.42(1).103.16, al. (Epid., iv B. C.); but ἤνῑκε is prob. written for ἤνεικε in IG4.801.3 (Troezen, vi B. C.); [ per.] 1pl. ἀν-ηνίκαμες [ῐ] GDI 3591b21 ([place name] Calymna); [ per.] 3pl.

    ἤνικαν SIG239

    Bi 17 (Delph., iv B. C.), IG 12(2).15.15 (Mytil., iii B. C.); [ per.] 3sg. subj.

    ἐνίκει Berl.Sitzb.1927.161

    ([place name] Cyrene); ἐς-ενίκη, and inf. ἐς-ένικαι, IG12(2).645b43,39 (Nesus, iv B. C.); part. (dat. pl.)

    ἐξ-ενικοῦσι IG4.823.49

    (Troezen, iv B. C.); so in later Gr.,

    εἰς-ήνικα Supp.Epigr.7.381

    ,382 (Dura-Europos, iii A. D.); ἤνιγκα ib.383 (ibid., iii A. D.):—[voice] Med., part.

    ἐξ-ε[νικ]άμενος IG12

    (2).526a5 (Eresus, iv B. C.).
    b [dialect] Boeot. [tense] aor. 1 in [ per.] 3pl.

    εἴνιξαν IG7.2418.24

    (Thebes, iv B. C.); [ per.] 1sg. ἤνειγξα Hdn.Gr.2.374.
    V other tenses: [tense] pf.

    ἐνήνοχα D.21.108

    , 22.62, ([etym.] ἐξ-) Luc.Pr.Im.15,17, ([etym.] μετ-) Pl.Criti. 113a, ([etym.] συν-) v. l. in X.Mem.3.5.22:—[voice] Pass., [tense] fut.

    ἐνεχθήσομαι Arist.Ph. 205b12

    , Archim.Fluit.2.2, al., ([etym.] ἐπ-) Th.7.56, ([etym.] κατ-) Isoc.13.19: [tense] aor.

    ἠνέχθην X.An.4.7.12

    and freq. in compds.; [dialect] Ion.

    ἀπ-ηνείχθην Hdt.1.66

    , etc.; ([etym.] περι-) ib.84; [ per.] 3pl. written ἠνείχτθησαν in Schwyzer 707B9 (Ephesus, vi B. C.); [dialect] Dor. part.

    ἐξ-ενειχθείς IG42(1).121.115

    (Epid., iv B. C.); Hellenistic

    ἐνεγχθείς PCair.Zen.327.42

    (iii B. C.), ([etym.] συμπερι-) IPE12.32A31,78, B70 (Olbia, iii B. C.); in dialects, [ per.] 3sg. indic.

    ἀπ-ηνίχθη IG42(1).103.111

    (Epid., iv B. C.); [ per.] 3sg. subj. ἐξενιχθῇ ib.12(5).593 A23 (Ceos, v B. C.), Abh.Berl.Akad.1928(6).21 (Cos, iii B. C.); [dialect] Boeot.

    ἐν-ενιχθεῖ IG7.3172.150

    (Thespiae, iii B. C.); part. (neut.)

    ἐπ-ενιχθέν Abh.Berl.Akad.1928(6).53

    (Telos, iv B. C., ined.); [dialect] Att. [tense] pf.

    ἐνήνεγμαι, ἐνήνεκται Pl.R. 584d

    ,

    εἰς-ενήνεκται E. Ion 1340

    ;

    ἀν-ενήνεγκται IG12.91.4

    ; ἐπαν-ενήνειγκται ib.22.1607a7; [dialect] Ion.

    ἐξ-ενηνειγμένος Hdt.8.37

    ; [dialect] Att. [tense] plpf.

    προς-ενήνεκτο X.HG4.3.20

    ; part.

    κατ-, μετ-ενηνεγμένος Plb.10.30.2

    , Str.13.1.12. (With φέρω cf. Lat.fero, OE. beran, Skt. bhárati 'bear'; οἴσω is of uncertain origin; ἐνεγκ- is prob. redupl. ἐγκ- ( ἐνεκ- in [voice] Pass. forms and in δουρηνεκής, etc.), cogn. with Skt. náśati 'attain,' Lat. nanciscor, Lith. nèšti 'carry, bear'; ἐνεικ- ([etym.] ἐνῐκ-) is of uncertain origin; the glosses ἐνέεικαν· ἤνεγκαν, and ἐνεείκω· ἐνέγκω (Hsch.) are not corroborated.)
    A [voice] Act.,
    I bear or carry a load,

    ἐν ταλάροισι φέρον μελιηδέα καρπόν Il.18.568

    ;

    μέγα ἔργον, ὃ οὐ δύο γ' ἄνδρε φέροιεν 5.303

    ;

    ἦγον μὲν μῆλα, φέρον δ' εὐήνορα οἶνον Od.4.622

    ;

    χοάς A.Ch.15

    ;

    φ. ἐπ' ὤμοις S.Tr. 564

    ;

    χερσὶν φ. Id.Ant. 429

    ;

    φ. ὅπλα βραχίονι E.Hec.14

    ; bear (as a device) on one's shield, A.Th. 559, etc.; γαστέρι κοῦρον φ., of a pregnant woman, Il.6.59; φ. ὑπὸ ζώνην or ζώνης ὕπο, A.Ch. 1000(992), E.Hec. 762: in Trag. stronger than ἔχω, ἁγνὰς αἵματος χεῖρας φ. to have hands clean from blood, E.Hipp. 316 (v.l. φορεῖς)

    ; ἀλαὸν ὄμμα φέρων Id.Ph. 1531

    (lyr.);

    γλῶσσαν εὔφημον φ. A.Ch. 581

    , cf. Supp. 994;

    καλὸν φ. στόμα S.Fr. 930

    codd. (nisi leg. φορῇ) ; ἄψοφον

    βάσιν φ. Id.Tr. 967

    (lyr.).
    II bear, convey, with collat. notion of motion, freq. in Hom.,

    πῇ δὴ.. τόξα φέρεις; Od.21.362

    ; πρόσω φ. ib. 369;

    εἴσω φέρω σ' ἐντεῦθεν Ar.V. 1444

    , cf. Pl.Lg. 914b;

    πόδες φέρον Il.6.514

    ;

    πέδιλα τά μιν φέρον 24.341

    , etc.; of horses, 2.838;

    ἵππω.. ἅρμα οἴσετον 5.232

    , etc.; of ships, Od.16.323, cf. Il.9.306;

    τὰ σώματα τῶν ζῴων συνέστηκεν ἐκ τοῦ φέροντος καὶ τοῦ φερομένου Diocl. Fr.17

    .
    b of persons, bring to bear, μένος or μένος χειρῶν ἰθύς τινος φέρειν hurl one's strength right upon or against him, Il.16.602, 5.506; φ. τὴν ὀργήν, τὴν αἰτίαν ἐπί τινα, Plb.21.31.8, 33.11.2.
    c lead, direct,

    τὴν πόλιν Plu.Luc.6

    .
    2 of wind, bear along, [

    πνοιὴ Ζεφύρου] φ. νῆάς τε καὶ αὐτούς Od.10.26

    ; [

    σχεδίην] ἄνεμοι φέρον ἔνθα καὶ ἔνθα 5.330

    , cf. 4.516, Il.19.378, etc.;

    ἐπέλασσε φέρων ἄνεμος Od.3.300

    , 7.277, cf. 5.111, etc.: abs., ὁ βορέας ἔξω τοῦ Πόντου εἰς τὴν Ἑλλάδα φέρει is fair for Greece, X.An.5.77: metaph.,

    ὅπῃ ἂν ὁ λόγος ὥσπερ πνεῦμα φ. Pl.R. 394d

    ;

    φ. τινὰ φρένες δύσαρκτοι A.Ch. 1023

    , cf. Th. 687 (lyr.):—[voice] Pass., v. infr. B.
    III endure, suffer,

    λυγρά Od.18.135

    ;

    ἄτην Hdt.1.32

    ; χαλινόν, ζυγόν, A.Ag. 1066, 1226; πημονάς, τύχας, Id.Pers. 293, E.Or. 1024;

    ξυμφοράς Th.2.60

    ;

    τὰς οὐ προσηκούσας ἁμαρτίας Antipho 3.2.10

    ; also of food,

    ἐσθίουσι πλείω ἢ δύνανται φ. X.Cyr.8.2.21

    ; of strong wine, bear, admit, καὶ τὰ τρία φέρων καλῶς, i.e. three parts of water, instead of ἴσον ἴσῳ, Ar.Eq. 1188, cf. Ach. 354; so τὰς ἐπιδείξεις.. φέρουσιν αὐτοῦ (sc. Ἰσοκράτους)

    οἱ λόγοι, τοὺς δὲ ἐν ἐκκλησίαις.. ἀγῶνας οὐχ ὑπομένουσι D.H.Isoc.2

    : metaph.,

    ᾗ φέρειν πέφυκε Pl.Ti. 48a

    .
    2 freq. with modal words,

    πήματα κόσμῳ φ. Pi.P.3.82

    ;

    σιγῇ κακά E.Hec. 738

    ;

    ὀργῇ τὸν πόλεμον Th.1.31

    ;

    θυμῷ φ. Id.5.80

    ;

    χαρᾷ φ. τι J.AJ19.1.13

    : esp. with an Adv., [

    ὕβριν] ῥηϊδίως φ. Hes.Op. 215

    ; δεινῶς, βαρέως, πικρῶς, χαλεπῶς φέρειν τι, bear a thing impatiently, take it ill or amiss, Hdt.2.121.γ, 5.19, E. Ion 610, Pl.R. 330a, etc.; δυσπετῶς, βαρυστόνως φ., A.Pr. 752, Eu. 794; προθύμως φέρειν τὸν πόλεμον to be zealous about the war, Hdt.9.18,40;

    προθύμως τὰ τοῦ πολέμου ἔφερον Th.8.36

    ;

    αἶσαν φέρειν ὡς ῥᾷστα A.Pr. 104

    ;

    συμφορὴν ὡς κουφότατα φ. Hdt.1.35

    ;

    ῥᾳδίως φ. Pl.Grg. 522d

    , al.;

    εὐπετῶς φ. S.Fr. 585

    , X.Mem.2.1.6; εὐπόρως ( εὐφόρως Brunck)

    ἐνεγκεῖν S.Ph. 873

    ; εὐμενῶς, εὐχερῶς φ., D.Ep. 3.45, Pl.R. 474e; these phrases are used mostly c. acc. rei; also c. part.,

    βαρέως ἤνεικε ἰδών Hdt.3.155

    , cf. Ar.Th. 385, etc.;

    φ. ἐλαφρῶς.. λαβόντα ζυγόν Pi.P.2.93

    ;

    ῥᾳδίως φέρεις ἡμᾶς ἀπολείπων Pl. Phd. 63a

    : c. gen.,

    τοῦ ἐνδεοῦς χαλεπώτερον φ. Th.1.77

    , cf. 2.62;

    ἐπί τινι, χαλεπῶς φ. ἐπὶ τῇ πολιορκίᾳ X.HG7.4.21

    , cf. Isoc.12.232;

    πράως ἐπὶ τοῖς γιγνομένοις φ. D.58.55

    : c. dat. only, βαρέως φέρειν τοῖς παροῦσι, τῇ ἀτιμίᾳ, X.An.1.3.3, HG3.4.9, cf. 5.1.29; later, χαλεπῶς φ. διά τι, πρός τι, D.S.17.111, Jul.Or.1.17c codd.
    IV bring, fetch,

    εἰ.. θεὸς αὐτὸν ἐνείκαι Od.21.196

    ;

    φ. ἄποινα Il.24.502

    ;

    ἄρνε 3

    , 120, cf. Sapph.95; ὕδωρ, οἶνον, Anacr.62.1;

    ἔντεα Il.18.191

    ;

    τόξα Od.21.359

    ;

    κνημῖδας A.Th. 675

    ;

    δᾷδα Ar.Nu. 1490

    , etc.;

    γῆν τε καὶ ὕδωρ Hdt.7.131

    :—[voice] Med., carry or bring with one, or for one's own use,

    ποδάνιπτρα Od.19.504

    ;

    οἶνον Alc.35

    , cf. Hdt.4.67, 7.50, X. Mem.3.14.1;

    φερνὰς δόμοις E.Andr. 1282

    ; fetch, Od.2.410;

    χοὰς ἐκ κρήνης S.OC 470

    .
    2 bring, offer, present,

    δῶρα Od.8.428

    , etc.;

    μέλος Pi.P.2.3

    ;

    χοάς τινι A.Ch. 487

    ;

    φ. πέπλον δώρημά τινι S.Tr. 602

    ;

    πρός τινα δῶρα X.An.7.3.31

    ; χάριν τινὶ φ. grant any one a favour, do him a kindness, Il.5.211, Od.5.307, al.;

    ἐπὶ ἦρα φ. τινί Il.1.572

    , Od.3.164, etc.; φ. τισὶ εὐνοίας, ὄνησιν ἀστοῖς, A.Supp. 489, S.OC 287; but after Hom., χάριν τινὶ φ. show gratitude to him, Pi.O.10(11).17; μῆνιν φ. τινί cherish wrath against.. A.Niob. in PSI11.1208.12.
    b = ἄγω iv. 1,

    ἄχρι νῦν καθ' ὥραν ἔτους λέγονται πένθος ἐπὶ Μελεάγρῳ φέρειν Ant.Lib.2.7

    ; Ἰάλεμος· ὁ ἐπὶ τοῖς ἀπολωλόσιν ἀνίαν φέρων, Suid.:—[voice] Med.,

    τοῦ γονέως ἐφ' ᾧ γε τὸ πένθος φέρεσθε Phalar.Ep.103.1

    .
    3 bring, produce, cause, [

    ἀστὴρ] φέρει πυρετὸν βροτοῖσιν Il.22.31

    ;

    ὄσσαν.. ἥ τε φ. κλέος ἀνθρώποισι Od.1.283

    , cf. 3.204; φ. κακόν, πῆμα, ἄλγεα, etc., work one woe, Il.8.541, Od.12.231, 427, etc.; δηϊοτῆτα φ. bring war, 6.203;

    ἐπ' ἀλλήλοισι φ. Ἄρηα Il.3.132

    , cf. 8.516;

    πόλεμον Hes.Sc. 150

    ;

    θάνατον φ. B.5.134

    ;

    τοῦτο εὐδοξίαν σοι οἴσει Pl.Ep. 312c

    ;

    τὸ σωθῆναι τὸ ψεῦδος φέρει S.Ph. 109

    ;

    τέχναι.. φόβον φέρουσιν μαθεῖν A.Ag. 1135

    (lyr.); ὥσπερ τὸ δίκαιον ἔφερε as justice brought with it, brought about, i.e. as was just, no more than just, Hdt.5.58;

    ἀν' ὄ κα φέρῃ ὁ λόγος ὁ ταμία Φιλοκλέος IG42(1).77.13

    (Epid., ii B. C.); of a calculation, yield a result, Vett.Val.349.27; produce, adduce, bring forward,

    παραδείγματα Isoc.7.6

    , etc.;

    πάσας αἰτίας D.58.22

    ;

    ἁρμόττουσαν εἰκόνα Id.61.10

    :—[voice] Pass.,

    εἰς τὴν συνηγορίαν.. τοιαῦτά τινα φέρεται Sor.2.3

    .
    b bring or carry with one, involve,

    τὸ πᾶν ἡμῖν τοῦ πολέμου φέρουσιν αἱ νέες Hdt.8.62

    ; οὐ ξύλων ἀγὼν ὁ τὸ πᾶν φέρων ἐστὶ ἡμῖν, ἀλλ' ἀνδρῶν ib. 100.
    4 μῦθον φ. τινί bring one word, Il.10.288, 15.202; ἀγγελίην φ. bring a message, ib. 175, Od.1.408;

    λόγον Pi.P.8.38

    ;

    ἐπιστολὰς φ. τινί S.Aj. 781

    , cf. Tr. 493;

    ἐπιστολήν X.Ages.8.3

    : hence, tell, announce, πευθώ, φάτιν, A.Th. 370, Ag.9;

    σαφές τι πρᾶγος Id.Pers. 248

    (troch.), cf. Ag. 639, etc.; report, ἀγήν (breakages) PCair.Zen. 15r27 (iii B. C.); φ. κεχωνευκώς reports that he has.., ib.741.26, cf. 147.4, 268.24 (all iii B. C.); enter, book a payment made, PBaden47.12:—[voice] Med.,

    λόγους φ. E.Supp. 583

    ; but also ἀγγελίας ἔπος οἴσῃ thou shalt have it brought thee, receive, Id.Ph. 1546 (lyr.);

    μαντήϊα.. φέρονται Hes.Fr.134.9

    :—[voice] Pass., θάνατον ἀνάγκη φέρεσθαι τοῦ διαθεμένου the death of the testator must be announced, Ep.Heb.9.16.
    5 pay something due or owing, φόρον τέσσαρα τάλαντα φ. pay as a tax or tribute, Th.4.57, cf. IG12.57.9, Pl.Plt. 298a, PCair.Zen.467.7 (iii B. C.);

    δασμόν X.An.5.5.10

    ; σύνοδον φ. subscribe to the expense of a meeting, IG22.1012.14, 1326.6;

    χρήματα πᾶσι τάξαντες φ. Th.1.19

    ;

    μισθὸν φ. X.Cyr.1.6.12

    (but usu., receive, draw, pay,

    μισθὸν δύο δραχμὰς τῆς ἡμέρας Ar.Ach.66

    ;

    τέτταρας τῆς ἡμέρας ὀβολοὺς φέρων Men.357

    ;

    αἱ νῆες μισθὸν ἔφερον Th. 3.17

    , cf. X.An.1.3.21, Oec.1.6);

    φ. ἐννέα ὀβολοὺς τῆς μνᾶς τόκους Lys.Fr.1.2

    , cf. Lycurg.23; also of property, bring in, yield as rent,

    φ. μίσθωσιν τοῦ ἐνιαυτοῦ Is.5.35

    .
    6 apply, refer,

    τι ἐπί τι Pl. Ti. 37e

    , Chrm. 163d, R. 478b, cf. Plb.3.36.7, al.; φ. τὰ πράγματα ἐπί τινα confer powers upon, Id.2.50.6.
    7 ψῆφον φ. give one's vote, A.Eu. 674, 680, And.1.2, Is.11.18; ψῆφος καθ' ἡμῶν οἴσεται ([voice] Pass.) E.Or. 440;

    περὶ ταύτης ἡ ψῆφος οἰσθήσεται D.44.45

    ;

    ὑπὲρ ἀγῶνος Lycurg.7

    , cf. 11: hence φ. τινά appoint or nominate to an office,

    φ. χορηγόν D.20.130

    , 39.7, cf. Pl.Lg. 753d, Arist.Pol. 1266a10:—[voice] Pass., ibid.;

    ὅπως φέρηται ἐν τῷ στρατιωτικῷ UPZ15.10

    (ii B. C.);

    τῶν φερομένων ἐν Κλεοπάτρᾳ κληρούχων PRein.10.13

    , al. (ii B. C.); φερομένου μου ἐν τῇ συνοχῇ since I am enrolled in prison, i.e. am in prison, BGU1821.21 (i B. C.):—[voice] Med., choose, adopt,

    ταύταν φ. βιοτάν E.Andr. 785

    (lyr.).
    V bring forth, produce, whether of the earth or of trees,

    φ. ἄρουρα φάρμακα Od.4.229

    ;

    ἄμπελοι φ. οἶνον 9.110

    ; [νῆσος] φ. ὥρια πάντα ib. 131, cf. Hes.Op. 117; [

    οὐ] γῆ καρπὸν ἔφερε Hdt.6.139

    ;

    γύαι φ. βίοτον A.Fr.196.5

    , cf. Pi.N.11.41, E.Hec. 593, etc.: abs., bear fruit, be fruitful,

    εὖτ' ἂν τάδε πάντα φέρῃσι h.Merc.91

    ; ἡ γῆ ἔφερε ( καρπόν add. codd. quidam) Hdt.5.82;

    αἱ ἄμπελοι φέρουσιν X.Oec.20.4

    ; also of living beings,

    τόπος ἄνδρας φ. Pl.Ti. 24c

    ;

    ἤνεγκεν αὐτὸν Λαοδίκεια Philostr. VS1.25.1

    ;

    ἡ ἐνεγκοῦσα

    one's country,

    Hld.2.29

    , Lib.Or. 2.66, al., Chor.p.81 B., Lyd.Mag.3.26, dub. in Supp.Epigr.4.439 (Milet.) without Art. (also

    ἡ ἐνεγκαμένη Jul.Ep. 202

    ); or Mother Earth, M.Ant.4.48: generally, create, form,

    Πηνειὸς Τέμπη φ. Philostr.Im.1.25

    ; [

    τὰ βρέφη] ἄρχεται φέρειν τοὺς ὀδόντας Aët.4.9

    ;

    φ. τοὺς κυνόδοντας Gp.16.1.14

    .
    VI carry off or away,

    Κῆρες ἔβαν θανάτοιο φέρουσαι Il.2.302

    ;

    φ. τινὰ ἐκ πόνου 14.429

    , 17.718, etc.; of winds, [ἔπος] φέροιεν ἀναρπάξασαι ἄελλαι may the winds sweep away the word, Od.8.409; of a river, Hdt.1.189:—[voice] Med., carry off with one, Od.15.19.
    2 carry away as booty or prize, ἔναρα, τεύχεα, Il.6.480, 17.70;

    αἶγα λέοντε φ. 13.199

    ; δεῖπνον φ., of Harpies, A.Eu.51;

    ἐνέχυρα βίᾳ φ. Antipho 6.11

    ; in the phrase φέρειν καὶ ἄγειν (cf.

    ἄγω 1.3

    ), IG12.69.19; φέροντα ἢ ἄγοντα Lex ap.D.23.60;

    αἴ κα.. ἄγῃ ἢ φέρῃ Leg.Gort.5.37

    ;

    ἥρπαζον καὶ ἔφερον Lys.20.17

    ;

    κείρων ἢ φέρων IG12(9).90.10

    (Tamynae, iv B. C.);

    αἴ τίς κα.. φέρει τι τῶν ἐν τᾷ ἱαρᾷ γᾷ Tab.Heracl.1.128

    ; of a divorced wife,

    αἰ δέ τι ἄλλο φέροι τῶ ἀνδρός, πέντε στατῆρανς καταστασεῖ κὤτι κα φέρῃ αὐτόν Leg.Gort.3.2

    ; φέρειν alone, rob, plunder,

    θεῶν ἱερά E.Hec. 804

    ;

    ἀλλήλους Th.1.7

    ; abs., SIG38.23 (Teos, v B. C.):—[voice] Pass.,

    φερόμενοι Βακχῶν ὕπο E.Ba. 759

    :—[voice] Med. in same sense,

    ἔναρα Il.22.245

    ;

    πελέκεας οἶκόνδε φ. 23.856

    ;

    ἀτερπέα δαῖτα Od.10.124

    , cf. 15.378.
    3 carry off, gain, esp. by toil or trouble, win, achieve, both [voice] Act. and [voice] Med.,

    ἤ κε φέρῃσι μέγα κράτος ἦ κε φεροίμην Il.18.308

    ;

    φέρειν τρίποδα Hes.Op. 657

    ;

    τἀπινίκια S.El. 692

    ;

    τιμήν Ar. Av. 1278

    ; τἀριστεῖα, τὰ νικητήρια, Pl.R. 468c, Lg. 657e;

    πέρα.. οὐδὲν φ. S.OC 651

    ;

    ἐκ σοῦ πάντ' ἄνευ φόβου φ. Id.OT 590

    ; τίς.. πλέον τᾶς εὐδαιμονίας φέρει ἤ .. ; ib. 1190 (lyr.), cf. El. 1088 (lyr.); in bad sense,

    μείζω τὴν αἰσχύνην φ. Pl.Lg. 671e

    : also, receive one's due,

    φ. χάριν S.OT 764

    ;

    ὡς τοῦτό γ' ἔρξας δύο φέρῃ δωρήματα Id.Ph. 117

    ; μισθὸν φέρειν (v. supr. iv.5); of a priest's perquisites,

    φέρει ὁ ἱαρεὺς γέρη σκέλη κτλ. BMus.Inscr.968

    A 9 ([place name] Cos), cf. IG12.24.10, al., SIG56.35 (Argos, v B. C.):—[voice] Med. (v. ad init.), win for oneself,

    κῦδος οἴσεσθαι Il.22.217

    ; δέπας, τεύχεα, carry off as a prize, 23.663, 809, al.; ἀέθλια or ἄεθλον φ. carry off, win a prize, 9.127, 23.413; τὰ πρῶτα φέρεσθαι (sc. ἄεθλα) 23.275, 538;

    οὐ σμικρὸν ἆθλον τῆς ἐρωτικῆς μανίας φέρονται Pl.Phdr. 256d

    ; of perquisites, τὸ.. σκέλος τοὶ ἱαρομνάμονες φερόσθω (i. e. φερούσθω from Φερόνσθω) IG42(1).40.13 (Epid., v/iv B. C.): hence

    οὐ τὰ δεύτερα Hdt.8.104

    ; πλέον φέρεσθαι get more or a larger share for onself, gain the advantage over any one, τινος Hdt.7.211, cf. S.OT 500 (lyr.), E.Hec. 308; ταῦτα ἐπὶ σμικρόν τι ἐφέροντο τοῦ πολέμου this they received as a small help towards the war, Hdt.4.129;

    ἠνείκατο παρὰ Ἐγεσταίων τὰ οὐδεὶς ἄλλος 5.47

    ;

    ἴδια κέρδεα προσδεκόμενοι παρὰ τοῦ Πέρσεω οἴσεσθαι 6.100

    ;

    χάριν φέρεσθαι παρ' ὑμῶν And.2.9

    ;

    φ. τὴν ἀπέχθειαν αὐτῶν Antipho 3.4.2

    ;

    ὀνείδη Pl.Lg. 762a

    ;

    εὐσέβειαν ἐκ πατρὸς οἴσῃ S.El. 969

    ;

    δάκρυ πρὸς τῶν κλυόντων A.Pr. 638

    ;

    ἀπό τινος βοσκάν Id.Eu. 266

    (lyr.);

    ἐξ ἀνανδρίας τοὔνομα Aeschin.1.131

    : generally, get for one's own use and profit, take and carry away, esp. to one's own home,

    τοῦ.. πάμπρωτα παρ' ἀγλαὰ δῶρα φέροιο Il.4.97

    : hence φέρειν or φέρεσθαι is often used pleon., v. infr. xi.
    VII abs., of roads or ways, lead to a place,

    ὁδὸν φέρουσαν ἐς ἱρόν Hdt.2.122

    , cf. 138; τὴν φέρουσαν ἄνω (sc. ὁδόν) Id.9.69;

    τῆς μὲν ἐς ἀριστερὴν ἐπὶ Καρίης φ., τῆς δὲ ἐς δεξιὴν ἐς Σάρδις Id.7.31

    ;

    ἐπὶ Σοῦσα X.An.3.5.15

    ;

    ἁπλῆ οἶμος εἰς Ἅιδου φέρει A.Fr. 239

    ;

    ἡ ἐς Θήβας φέρουσα ὁδός Th.3.24

    (but ἡ ἐπ' Ἀθηνῶν φέρουσα ibid.); also ἡ θύρα ἡ εἰς τὸν κῆπον φ. the door leading to the garden, D.47.53; αἱ εἰς τὴν πόλιν φ. πύλαι, αἱ ἐπὶ τὸ τεῖχος φ. κλίμακες, X.HG7.2.7, cf. PMich.Zen.38.27 (iii B. C.), Plb.10.12.3.
    b of time,

    τῇ νυκτὶ τῇ φερούσῃ εἰς τὴν β τοῦ Παχών PPetr.3p

    .x (iii B. C.), cf. PTeb.61 (b) 288 (ii B. C.), BGU1832.5 (i B. C.), etc.
    3 metaph., lead to or towards, be conducive to,

    ἐς αἰσχύνην φέρει Hdt.1.10

    ;

    τὰ ἐς ἄκεσιν φέροντα Id.4.90

    ; ἐς βλάβην, ἐς φόβον φέρον, S.OT 517, 991;

    εἰς ὄκνον E.Supp. 295

    : esp. in good sense, tend, conduce to one's interest, ἐπ' ἀμφότερά τοι φέρει (impers.)

    ταῦτα ποιέειν Hdt.3

    . 134; so

    τὰ πρὸς τὸ ὑγιαίνειν φέροντα X.Mem.4.2.31

    ;

    τροφαὶ μέγα φ. εἰς ἀρετάν E.IA 562

    (lyr.); μέγα τι οἰόμεθα φέρειν (sc. κοινωνίαν γυναικῶν τε καὶ παίδων)

    εἰς πολιτείαν Pl.R. 449d

    ; τὰ καλὰ ἐπιτηδεύματα εἰς ἀρετῆς κτῆσιν φ. ib. 444e, cf. X.Cyr.8.1.42; τοῦτο ἔφερεν αὐτῷ was for his good, M.Ant.5.8.
    b point to, refer to a thing,

    ἐς τί ὑμῖν ταῦτα φαίνεται φέρειν; Hdt.1.120

    ; φωνὴ φέρουσα πρός τινα addressed to him, Id.1.159;

    ἐς ἀρηΐους ἀγῶνας φέρον τὸ μαντήϊον Id.9.33

    , cf. 6.19; [ὄψις] φέρει ἐπὶ πᾶσαν γῆν refers to.., extends over.., Id.7.19; τὰ ἴχνη τῆς ὑποψίας εἰς τοῦτον φ. point to him, Antipho 2.3.10;

    πρός τινας Pl.R. 538c

    ;

    ταύτῃ <ὁ> νόος ἔφερε Hdt.9.120

    ; ἡ τοῦ δήμου φέρει γνώμη, ὡς .., the people's opinion inclines to this, that.., Id.4.11;

    ἐπὶ τὸ αὐτὸ αἱ γνῶμαι ἔφερον Th.1.79

    : c. inf., τῶν ἡ γνώμη ἔφερε συμβάλλειν whose opinion inclined to giving battle, Hdt.6.110, cf. 5.118; πλέον ἔφερέ οἱ ἡ γνώμη κατεργάσεσθαι his opinion inclined rather to the view.., Hdt.8.100, cf. 3.77.
    VIII carry or have in the mouth, i. e. speak of,

    πολύν τινα ἐν ταῖς διαβολαῖς φέρειν Aeschin.3.223

    ; use a word,

    οὐκ οἶδα καθ' ὁποτέρου τούτων οἱ παλαιοὶ τὸ τῆς ζειᾶς ἔφερον ὄνομα Gal.Vict.Att.6

    , cf. 7.644, 15.753, 876; record an event,

    οἱ δευτέρῳ μετὰ τὴν ἔξοδον.. ἔτει φέροντες αὐτήν D.H.1.63

    : more freq. in [voice] Pass., πονηρῶς, εὖ, φέρεσθαι, to be ill or well spoken of, X.HG1.5.17, 2.1.6;

    ἀτίμως ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων φ. Pl.Ep. 328e

    ; abs., φέρεται [the report] is carried about, i.e. it is said, c. acc. et inf.,

    τοιόνδε φέρεται πρῆγμα γίνεσθαι Hdt.8.104

    (v.l.); ἐν χρόνοις φέρεται μνημονευομένοις is recorded as occurring within historical times, Str.1.3.15;

    ὅτε καὶ Δημόκριτος φέρεται τελευτήσας Sor.Vit.Hippocr.11

    ;

    κρίνομεν.. τὰ γραφέντα ὑφ' ἡμῶν προστάγματα ἐν τοῖς ἱεροῖς νόμοις φέρεσθαι παρ' ὑμῖν OGI331.60

    (Pergam., ii B. C.);

    ὧν τὰ ὀνόματα φέρεται

    are in use,

    Ptol.Geog.7.4.11

    ; of literary works, to be in circulation,

    ἐπιστόλιον αὐτοῦ τοιοῦτον φέρεται Plu.2.808a

    , cf. 209e, 832d, 833c, al., Jul.Or.6.189b, Gp.2.35.8, Eun.VSp.456 B.; πρόλογοι διττοὶ φέρονται Arg.E.Rh.; ὁ στίχος οὗτος ἔν τισιν οὐ φέρεται Sch.E. Ph. 377, cf. Sch.Il.8.557.
    2 of words, φέρεσθαι ἐπί τι to refer to something, A.D.Pron.61.5, Synt.21.14, al.
    IX imper. φέρε like ἄγε, as Adv., come, now, well,
    1 before another imper.,

    φέρε γὰρ σήμαινε A.Pr. 296

    (anap.);

    φέρ' εἰπὲ δή μοι S.Ant. 534

    ;

    φ. δή μοι τόδε εἰπέ Pl.Cra. 385b

    ; so

    φέρετε.. πειρᾶσθε Hdt.4.127

    .
    2 before [ per.] 1sg. or pl. of subj. used imperatively, φέρε ἀκούσω, φέρε στήσωμεν, Hdt.1.11,97;

    φ. δὲ νῦν.. φράσω Id.2.14

    ;

    φέρ' ἴδω, τί δ' ἥσθην; Ar.Ach.4

    ;

    φέρε δὴ κατίδω Id. Pax 361

    , cf. 959; φ. δὴ ἴδωμεν, φ. δὴ σκεψώμεθα, Pl.Grg. 455a, Prt. 330b, cf. E.Or. 1281 (lyr.), Ph. 276, etc.: less freq. before 2 pers.,

    φέρε.. μάθῃς S.Ph. 300

    .
    3 before a rhetorical question,

    φέρε.. τροπαῖα πῶς ἀναστήσεις; E.Ph. 571

    ;

    φ. δὴ νῦν.. τί γαμεῖθ' ἡμᾶς; Ar.Th. 788

    (anap.), cf. Ach. 541, Pl.R. 348c; φ. μῶν οὐκ ἀνάγκη .. ; Id.Lg. 805d; φ. πρὸς θεῶν πῶς .. ; Id.Grg. 514d; freq. in phrase

    φέρε γάρ, φέρε τίς γὰρ οὗτος; Ar.Nu. 218

    ;

    φ. γὰρ πρὸς τίνας χρὴ πολεμεῖν; Isoc.4.183

    , cf. Antipho 5.36; also

    φ. δή Pl.Grg. 455a

    , al.: usu. first in a sentence, but

    τὴν ἀνδρείαν δὲ φ. τί θῶμεν; Id.Lg. 633c

    , etc.
    4 φέρε δή, ἐάν πῃ διαλλαχθῶμεν .. come let us see if we can.., Id.Cra. 430a.
    5 φέρε c. inf., suppose, grant that..

    φ. λέγειν τινά Plu.2.98b

    ; φ. εἰπεῖν let us say, D.Chr.31.93, 163, Porph.Abst.3.3;

    οἷον φ. εἰ. Iamb. in Nic.p.47

    P., al. ( οἷον φέρε alone, Hierocl. in CA11p.439M.).
    X part. neut. τὸ φέρον, as Subst., destiny, fate, τὸ φ. ἐκ θεοῦ [καλῶς] φέρειν [χρή] ye must bear nobly what heaven bears to you, awards you, S.OC 1693 (lyr., codd., sed secl. καλῶς, χρή)

    ; εἰ τὸ φερον σε φέρει, φέρε καὶ φέρου AP 10.73

    (Pall.).
    2 part. φέρων in all genders freq. joined with another Verb:
    a to express a subsidiary action, φέρων ἔδωκε he brought and gave, Od.22.146; δὸς τῷ ξείνῳ ταῦτα φέρων take this and give it him, 17.345; ἔγχος ἔστησε φέρων brought the spear and placed it, 1.127; σῖτον παρέθηκε φέρουσα ib. 139, al., cf. S.Tr. 622;

    τοῦτο ἐλθὼν οἴκαδε φέρων τῷ πατρὶ ἔδωκα Pl.Hp.Ma. 282e

    , cf. R. 345b; so

    ὁ μὲν Ἐπίχαρμον.. εἰς δέκα τόμους φέρων συνήγαγεν Porph.Plot. 24

    ; ἑκάστῃ ἐννεάδι τὰ οἰκεῖα φέρων συνεφόρησα ibid., etc.; sts. translatable by with,

    ᾤχοντο φέροντες τὰ γράμματα Th.7.8

    .
    b intr., in pass. sense, to denote unrestrained action,

    νῦν σε μάλ' οἴω.. φέροντα.. φιλητεύσειν h.Merc. 159

    ; φέρουσα ἐνέβαλε νηΐ φιλίῃ she went and rammed, rammed full tilt, Hdt.8.87; ὅταν ἐπὶ θάτερ' ὥσπερ εἰς τρυτάνην ἀργύριον προσενέγκῃς, οἴχεται φέρον down it sinks, D.5.12;

    τὰ μὲν ἄλλα μέρη τοῦ πολέμου παρῆκαν, φέροντες δὲ παντὶ τῷ στρατεύματι πρὸς αὐτὸν Ἀκράγαντα προσήρεισαν

    hurling themselves,

    Plb.1.17.8

    ;

    εἰς τοῦτο φέρων περιέστησε τὰ πράγματα Aeschin.3.82

    ; ὑπέβαλεν ἑαυτὸν φέρων Θηβαίοις ib.90, cf. 1.175, 3.143,146; in the foll. passages φέρων accompanies a Verb of throwing, giving, entrusting, or dedicating, and expresses wholehearted action, whether wise or unwise; there is always an accus., freq. of the reflex. Pron., governed by the principal Verb (or perh. by φέρων): ἐπεὶ ἐς τοὺς κρατῆρας ἐμαυτὸν φέρων ἐνέβαλον (sc. ὁ Ἐμπεδοκλῆς ) when I went (or took) and threw myself.., Luc.Icar.13, cf. Fug.1, Plu.Comp.Arist. Cat.1, Fab.6, Per.12, Paus.1.30.1, Ael.VH8.14, Frr.10,69, Philostr. VA3.4;

    τὴν κατασκευὴν.. φέρων ἐδωρήσατο τῇ μητρί D.S.31.27

    , cf. Ach.Tat.1.7;

    σεαυτὸν.. φέρων ἀπημπόληκας Luc.Merc.Cond.24

    ;

    τί παθόντες.. τοῖς ἀτέκνοις τῶν γερόντων ἐσποιεῖτε φέροντες αὑτούς; Luc. DMort.6.3

    , cf. Ind.19, Laps.22; ταύτῃ (sc. τῇ ὀργῇ)

    φέρων ὑπέθηκεν ἑαυτόν Plu.Them.24

    , cf. Per.7;

    τούτῳ φέροντες ὑποβάλλουσι τοὺς υἱούς Id.2.4b

    , cf. Luc.6, Pomp.27, Ael.VH6.1, Max.Tyr.1.2;

    προσέθετο φέρων ἑαυτὸν ἐκείνῳ Eun.VS p.456

    B., cf.pp.461,465 B., Dam. ap. Suid. s.v. Σεβηριανός; ἀλλὰ σοὶ μὲν, ὦ θεῶν πάτερ, ἐμαυτὸν φέρων ἀναθήσω Jul.Or.7.231b.
    3 ἔκκρισις.. ἐκ μικρῶν φέρουσα διαστημάτων occurring at short intervals, Sor.2.45.
    XI φέρειν, φέρεσθαι are freq. added epexegetically to δίδωμι and similar Verbs,

    δῶκεν.. τρίποδα φέρειν Il.23.513

    , cf. 16.665, 17.131;

    τεύχεα.. δότω φέρεσθαι 11.798

    , cf. Od.21.349, E.Tr. 419, 454(troch.).
    B [voice] Pass. is used in most of the above senses:—special cases:
    I to be borne or carried involuntarily, esp. to be borne along by waves or winds, to be swept away, φέρεσθαι ἀνέμοισι, θυέλλῃ, Od.9.82, 10.54, cf. A.Pers. 276 (lyr.), etc.; πᾶν δ' ἦμαρ φερόμην, of Hephaestus falling from Olympus, Il.1.592; ἧκε φέρεσθαι he sent him flying, 21.120; ἧκα πόδας καὶ χεῖρε φέρεσθαι I let go my hands and feet, let them swing free [in the leap], Od.12.442, cf. 19.468; μέγα φέρεται πὰρ σέθεν, of a word uttered, comes with weight, Pi.P.1.87;

    βίᾳ φέρεται Pl.Phdr. 254a

    ;

    πνεῦμα φερόμενον Id.R. 496d

    ;

    τὸ πνεῦμα κατὰ τὰς ἀναπνοὰς εἴσω τε καὶ ἔξω φέρεται Gal.16.520

    ;

    ῥεῖν καὶ φέρεσθαι Pl.Cra. 411c

    ;

    φ. εἰς τὸν Τάρταρον Id.Phd. 114b

    ; simply, move, go,

    ποῖ γᾶς φέρομαι; S.OT 1309

    (anap.);

    οὐκ οἶσθ' ὅποι γῆς οὐδ' ὅποι γνώμης φέρῃ Id.El. 922

    , cf. E.Hec. 1076 (anap.), etc.; of the excreta,

    τὰ φερόμενα.. εἰ μὲν αὐτομάτως φέροιτο Philum.

    ap. Aët.9.12;

    πρὸς κοιλίαν φερομένην Aët.4.19

    : metaph.,

    εἰς τὸ λοιδορεῖν φέρῃ E.Andr. 729

    ;

    πρὸς τὴν τοῦ κάλλους φύσιν Pl.Phdr. 254b

    , cf. X.Mem.2.1.4; ἐπὶ ταὐτὸ φέρονται have the same tendency, Phld.Vit.p.42 J.;

    ἀπὸ δογμάτων καὶ ἀπὸ θεωρημάτων φ. Vett.Val.238.30

    ; of veins, to be conveyed, Gal.15.531; also ἡ φερομένη οὐσία (the doctrine of) universal motion, Pl.Tht. 177c; οἱ φερόμενοι θεοί the moving gods, i. e. the stars and planets, Plot.2.3.9.
    2 freq. in part. with another Verb of motion, φερόμενοι ἐσέπιπτον ἐς τοὺς Αἰγινήτας they fell into their hands with a rush, at full speed, Hdt.8.91;

    ἀπὸ.. ἐλπίδος ᾠχόμην φερόμενος Pl.Phd. 98b

    ;

    ἧκε φερόμενος εἰς τὴν ἑαυτοῦ φύσιν Aeschin.3.89

    .
    3 of voluntary and impulsive motion,

    ἰθὺς φέρεται μένει Il.20.172

    ; ὁμόσε τινὶ φέρεσθαι come to blows with him, X.Cyn.10.21;

    δρόμῳ φ. πρός τινα Id.HG4.8.37

    ;

    φυγῇ εἰς ἑαυτοὺς φ. Id.Cyr.1.4.23

    ;

    ἥξει ἐπ' ἐκεῖνον τὸν λόγον φερόμενος Lycurg.59

    ;

    φερόμενος ὑπ' ὀργῆς D.H.Comp.18

    .
    II metaph., καλῶς, κακῶς φέρεσθαι, of things, schemes, etc., turn out, prosper well or ill, succeed or fail,

    οὔτ' ἂν.. νόμοι καλῶς φέροιντ' ἄν S.Aj. 1074

    ;

    κακῶς φ. τὰ ἑαυτοῦ X.HG3.4.25

    ;

    εὖ φέρεται ἡ γεωργία Id.Oec.5.17

    ; ὀλιγώρως ἔχειν καὶ ἐᾶν ταῦτα φέρεσθαι to neglect things and let them take their course, D.8.67; less freq. of persons, fare well or ill, εὖ φερόμενος ἐν στρατηγίαις being generally successful.., Th.5.16, cf. 15;

    καλῶς φερόμενος τὸ καθ' ἑαυτόν Id.2.60

    ;

    φ. ἐν προτιμήσει παρά τινι D.S.33.5

    ;

    χεῖρον φερομένη παρὰ τἀδελφῷ J.AJ16.7.6

    ; of euphonious writing,

    σύνθεσις καλῶς φερομένη Phld.Po.5.26

    .
    2 behave, ὑποκριτικῶς, ἀστάτως, etc., Vett.Val.38.20, 197.8, al.
    C [voice] Med.: for its chief usages, v. supr. A. VI. 3.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > φέρω

  • 6 ἐπιτίθημι

    ἐπιτίθημι, [voice] Pass. mostly furnished by ἐπίκειμαι:
    A [voice] Act., lay, put or place upon, of offerings laid on the altar,

    ἐπὶ μηρία θέντες Ἀπόλλωνι Od.21.267

    , cf. 3.179 ;

    λιβανωτόν Ar.Nu. 426

    , V.96, Antipho 1.18 ; set meats on the table,

    εἴδατα πόλλ' ἐπιθεῖσα Od.1.140

    , cf. 10.355 ; πάντ' ἐπιθεῖτε on the car, Il.24.264 ;

    [νέκυας] ἐπὶ νηυσὶ τιθέντες Od.24.419

    ; τινὶ κύρτον καὶ κώπαν, as a grave-monument, AP7.505 (=Sapph.120): Constr. mostly

    ἐ. τινί τι, τῷ ἰσχυροτέρῳ πλέον βάρος X.Oec.17.9

    , etc.: but also c.gen.,

    ἐ. λεχέων τινά Il.24.589

    ;

    ἐ. τι ἐπί τινος Hdt.2.121

    .δ' ;

    κεφαλὴν ἐπὶ στέρνα τινός X.Cyr.7.3.14

    : c. acc. only, put upon, set up, ἐ. φάρμακα apply salves, Il.4.190 ;

    δέελον δ' ἐπὶ σῆμά τ' ἔθηκε 10.466

    ;

    στήλην λίθου Hdt.7.183

    ;

    φάκελον ξύλων E.Cyc. 243

    ; ἐ. μνημεῖά τινι to him, Id.IT 702, cf. IG14.446 ([place name] Tauromenium), 12.1068.
    II put on a covering or lid,

    ὡς εἴ τε φαρέτρῃ πῶμ' ἐπιθείη 9.314

    ; κεφαλῇ ἐπέθηκε (as v.l. for ἐφύπερθἐ καλύπτρην 5.232 ; λίθον δ' ἐπέθηκε θύρῃσι, i.e. put a stone as a door to the cave, put it before the door, 13.370 ; also, put a door to,

    κολλητὰς ἐπέθηκα θύρας 23.194

    ;

    θύρας ἐπέθηκε φαεινάς 21.45

    ;

    θυρεὸν μέγαν 9.240

    (v. infr. B. 11).
    2 set a seal on, BGU 361 iii 22 (ii A.D.) ; apply a pessary, Hp.Steril. 214 ([voice] Pass.) ; a cupping instrument, Sor.2.11 ([voice] Pass.).
    III put to, add, grant or give besides,

    ὅσσα τε νῦν ὔμμ' ἐστὶ καὶ εἴ ποθεν ἄλλ' ἐπιθεῖτε Od.22.62

    , cf. Il.7.364, etc. ; κράτος, κῦδός τινι, 1.509 (tm.), 23.400 (tm.), 406 (tm.) ; ἡμιτάλαντον χρυσοῦ ib. 796.
    2 of Time, add, bring on,

    ἕβδομον ἦμαρ ἐπὶ Ζεὺς θῆκε Od.12.399

    ;

    μάλα πολλὰ [ἔτεα] Hes.Op. 697

    .
    IV put on as a finish,

    χρυσέην ἐπέθηκε κορώνην Il.4.111

    ;

    περόνην Od. 19.256

    : metaph., οὐδὲ τέλος μύθῳ ἐπιθήσεις add fulfilment, Il.19.107, cf. 20.369 ; so later

    ἐ. κεφάλαἰ ἐφ' ἅπασι D.21.18

    ;

    κολοφῶνα ἐ. τῇ σοφίᾳ Pl.Euthd. 301e

    ; τέλος ἐπιτεθήκατον ib. 272a ;

    πέρας ἐ. τῇ γενέσει Arist.GA 776a4

    ;

    πίστιν ἐ. D.12.22

    , 49.42 ;

    ὁ δὲ μισθωσάμενος πίστιν ἐπιθήσει πρὸς τοὺς νεωποίας SIG963.34

    (Arcesine, iv B. C.) ;

    πέρας ἐ. τῷ πράγματι PGiss.25.7

    (ii A. D.), etc. ; ὅρον ἐ. τῷ πράγματι Mitteis Chr.87.2 (ii A. D.).
    V impose, inflict a penalty,

    σοὶ δέ, γέρον, θωὴν ἐπιθήσομεν Od.2.192

    ; δίκην, ζημίην, ἄποινα ἐ. τινί, Hdt.1.120, 144, 9.120, etc. ;

    θάνατον δίκην ἐ. τινί Pl.Lg. 838c

    ;

    δίκην τὴν πρέπουσαν Id.Criti. 106b

    ;

    ἔργων ἀντ' ἀδίκων χαλεπὴν ἐ. ἀμοιβήν Hes.Op. 334

    ;

    τιμωρίαν ὑπέρ τινος D.60.11

    (cf. infr. B. IV): so of burdens, grievances, etc.,

    θήσειν..ἐπ' ἄλγεα Τρωσί Il.2.39

    ;

    οἷσιν ἐπὶ Ζεὺς θῆκε κακὸν μόρον 6.357

    ;

    [ἄτην] οἱ ἐπὶ φρεσὶθῆκε..Ἐρινύς Od.15.234

    ; ἀνάγκην ἐ. c. inf., X.Lac.10.7 ; ἐ...μὴ τυγχάνειν imposing as a penalty not to.., ib.3.3 (v. infr. B. IV).
    VI dispatch a letter, ἐ. τι ἐς Αἴγυπτον, ἐς Μυτιλήνην, Hdt.3.42, 5.95 ;

    ἐ. [ἐπιστολάς] D.34.28

    .
    VII give a name, Hdt.5.68, Pl.Smp. 205b, etc.
    VIII contribute (capital) to a venture,

    ἐς πεῖραν Leg.Gort.9.44

    .
    B [voice] Med., with [tense] pf. [voice] Pass.

    ἐπιτέθειμαι Plu.2.975d

    , also [tense] aor. [voice] Pass., Inscr.Prien. (v. infr.), etc.:— put on oneself or for oneself, ἐπὶ στεφάνην κεφαλῆφιν..θήκατο placed a helmet on his head, Il.10.30 ;

    κρατὶ δ' ἐπὶ..κυνέην θέτο 5.743

    , cf. E.Ba. 702 (tm.), etc.; χεῖρας ἐπ' ἀνδροφόνους θέμενος στήθεσσι laying one's hands upon.., Il.18.317 ; κτύπημα χειρὸς κάρᾳ on one's head, E.Andr. 1210 (lyr.).
    II put on or to, as a door,

    πύλας τοῖς ὠσὶν ἐπίθεσθε Pl.Smp. 218b

    ;

    θύρας Orph.Fr. 245

    , al., etc. (v. supr. A. 11).
    III apply oneself to, employ oneself on or in, c. dat.,

    ναυτιλίῃσι μακρῇσι Hdt.1.1

    ; τῇ πείρᾳ, τοῖς ἔργοις, Th.7.42, X.Mem.2.8.3, etc. ;

    τοῖς πολιτικοῖς Pl.Grg. 527d

    : c. inf., attempt to..,

    φιλοσοφεῖν ἐπέθετο Alex.36.3

    ;

    γράφειν Isoc.5.1

    , cf. Pl. Sph. 242b:—[voice] Pass.,

    ἐπετέθη πρὸς τὸν πόλεμον Inscr.Prien.17.38

    (iii B.C.).
    2 make an attempt upon, attack,

    τῇ Εὐβοίῃ Hdt.5.31

    ;

    Ἐφεσίοισι Id.1.26

    , cf. 102, 8.27 ;

    τῷ δήμῳ Th.6.61

    ;

    τῇ δημοκρατίᾳ X.Ath. 3.12

    ; ἐ. τῇ τοῦ δήμου καταλύσει attempt it, Aeschin.3.235 ;

    τυραννίδι Lycurg.125

    ;

    ἀρχῇ Plu.2.772d

    ; ἐ. ταῖς ἁμαρτίαις or τοῖς ἀτυχήμασί τινος take advantage of them, Isoc.2.3, D.23.70 : abs., make an attack,

    κατ' ἀμφότερα Th.7.42

    , cf. Arist.Pol. 1302b25.
    2 cause a penalty to be imposed,

    θάνατον ζημίαν ἐπιθέσθαι Th.2.24

    ;

    φόβον τινί X.Cyr.4.5.41

    .
    V lay commands on,

    τί τινι Hdt.1.111

    , cf. OGI669.61 (Egypt, i A.D.): also c. inf., Hdt.3.63, v.l. in Ath.11.465d.
    VI give a name,

    τινί Od.8.554

    (tm.), cf. Arist. Po. 1451b10.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπιτίθημι

  • 7 ἔρχομαι

    ἔρχομαι Il.13.256, etc. ([voice] Act. ἔρχω as barbarism, Tim.Pers. 167): [tense] impf.
    A

    ἠρχόμην Hp.Epid.7.59

    , Arat.102, ([etym.] δι-) Pi.O.9.93 ; freq. in later Prose, LXXGe.48.7, Ev.Marc.1.45, Luc.Jud.Voc.4, Paus.5.8.5, etc.; in [dialect] Att. rare even in compds.,

    ἐπ-ηρχόμην Th.4.120

    (perh. fr. ἐπάρχομαι), προς- ib. 121 (perh. fr. προσάρχομαι),

    περι- Ar.Th. 504

    cod.: from ἐλυθ- (cf. ἐλεύθω ) come [tense] fut. ἐλεύσομαι, Hom., [dialect] Ion., Trag. (A. Pr. 854, Supp. 522, S.OC 1206, Tr. 595), in [dialect] Att. Prose only in Lys.22.11, freq. later, D.H.3.15, etc.: [tense] aor., [dialect] Ep. and Lyr.

    ἤλῠθον Il.1.152

    , Pi.P.3.99, etc., used by E. (not A. or S.) in dialogue (Rh.660,El. 598,Tr.374, cf. Neophr.1.1); but ἦλθον is more freq. even in Hom., and is the only form used in obl. moods, ἐλθέ, ἔλθω, ἔλθοιμι, ἐλθεῖν, ἐλθών; [dialect] Ep. inf. ἐλθέμεναι, -έμεν, Il.1.151, 15.146 (indic. never ἐλυθ- unaugmented unless

    ἐξ-ελύθη Il.5.293

    has replaced ἐξ-έλυθε); [dialect] Dor.

    ἦνθον Epich.180

    , Sophr.144, Theoc.2.118; imper.

    ἐνθέ Aristonous 1.9

    ; part.

    ἐνθών IG9(1).867

    (Corc., vi B.C.), ([etym.] κατ-) Schwyzer 657.4 (Arc., iv B.C.); subj.

    ἔνθῃ Berl.Sitzb.1927.164

    ([place name] Cyrene); [dialect] Lacon. ἔλσῃ, ἔλσοιμι, ἐλσών, Ar.Lys. 105, 118, 1081 ; later

    ἦλθα LXX2 Ki.24.7

    , Ev.Matt.25.36, BGU530.11 (i A.D.), IG14.1320, etc.; [ per.] 3pl.

    ἤλθοσαν LXX Jo.2.22

    , al., PTeb. 179 (ii B.C.), etc.;

    ἤλυθα IG14.1971

    , Nonn.D.37.424, ([etym.] ἐπ-) AP14.44: [tense] pf. ἐλήλῠθα (not in Hom.) A.Pr. 943, etc.; sync. pl. ἐλήλῠμεν, -υτε, Cratin.235, Achae.24,43 ; [dialect] Ep. εἰλήλουθα, whence I pl.

    εἰλήλουθμεν Il.9.49

    , Od.3.81, part.

    εἰληλουθώς 19.28

    , 20.360 ; once

    ἐληλουθώς Il.15.81

    , part.

    κατ-εληλευθυῖα Berl.Sitzb. 1927.166

    ([place name] Cyrene); Cret. [tense] pf. inf. ἀμφ-εληλεύθεν, v. ἀμφέρχομαι: [dialect] Boeot. [tense] pf.

    διεσς-είλθεικε Schwyzer 485.2

    (Thesp., iii B.C.), part. κατηνθηκότι ib.657.39 (Arc., iv B.C.): [tense] plpf.

    ἐληλύθειν Ar.Eq. 1306

    ; [dialect] Ion.

    ἐληλύθεε Hdt.5.98

    ; [dialect] Ep.

    εἰληλούθει Il.4.520

    ,

    εἰληλούθειν Call.Fr. 532

    .—In [dialect] Att. the obl. moods of [tense] pres., as well as the [tense] impf. and [tense] fut. were replaced by forms of εἶμι ibo (q.v.): in LXX and Hellenistic Greek the place of the compounds, esp. ἐξ-, εἰς-έρχομαι, is commonly taken by ἐκ-, εἰς-πορεύομαι, etc., the [tense] fut., [tense] aor., and [tense] pf. being supplied as before by ἐλυθ- ([etym.] ἐλθ-):
    I start, set out, ἦ μέν μοι μάλα πολλὰ..Λυκάων ἐρχομένῳ ἐπέτελλε when I was setting out, Il.5.198, cf. 150 ; τύχησε γὰρ ἐρχομένη νηῦς a ship was just starting, Od. 14.334 ; ἐς πλόον ἐρχομένοις (v.l. ἀρχ-) Pi.P.1.34.
    2 walk,=

    περιπατέω, χαμαὶ ἐρχομένων ἀνθρώπων Il.5.442

    ; σὲ δ' ἐρχόμενον ἐν δίκᾳ πολὺς ὄλβος ἀμφινέμεται walking in justice, Pi.P.5.14 : the two foreg. rare signfs. belong only to the [tense] pres. ἔρχομαι.
    II (much more freq.) come or go (the latter esp. in [dialect] Ep. and Lyr.), ἦλθες thou art come, Od.16.461, etc.; χαίροισ' ἔρχεο go and fare thee well, Sapph.Supp.23.7, cf. Il.9.43, Od.10.320, 1.281 ;

    ἀγγελίην στρατοῦ.. ἐρχομένοιο 2.30

    , cf. 10.267 ; πάλιν ἐλθέμεν, αὖτε εἰλήλουθα, 19.533, 549 ; οἶκον ἐλεύσεται ib. 313 ;

    οἴκαδε 5.220

    ;

    ἐς οἴκους A.Pers. 833

    : as a hortatory exclamation,

    ἀλλ' ἔρχευ, λέκτρονδ' ἴομεν Od.23.254

    , cf. 17.529.
    III c. acc. cogn., ὁδὸν ἐλθέμεναι to go a journey, Il.1.151 ;

    ἄλλην ὁδόν, ἄλλα κέλευθα ἤλθομεν Od.9.262

    ;

    τηϋσίην ὁδὸν ἔλθῃς 3.316

    : freq. in Trag., A.Pr. 962, Th. 714 (also

    κατὰ τὴν αὐτὴν ὁδόν Pl.Lg. 707d

    ); νόστιμον ἐλθεῖν πόδα (v.l. δόμον) E.Alc. 1153 ; ἀγγε- λίην, ἐξεσίην ἐλθεῖν, go on an embassy, Il.11.140, Od.21.20.
    2 c. acc. loci, come to, arrive at, rare in Hom.,

    Ἀΐδαο δόμους ἔρχεαι Il. 22.483

    ;

    ἔρχεσθον κλισίην 1.322

    : freq. in later Poets, Pi.P.4.52, S. Tr. 259, etc. ; traverse,

    ὁ ἥλιος ἔρχεται τῆς Λιβύης τὰ ἄνω Hdt.2.24

    : c. acc. pers., αῐ κέν τι νέκυς (acc. pl.)

    ῂσχυμμένος ἔλθῃ Il.18.180

    ;

    σὲ δ', ὦ τέκνον, τόδ' ἐλήλυθεν πᾶν κράτος S.Ph. 141

    (lyr.).
    3 c. gen. loci, ἔρχονται πεδίοιο through or across the plain, Il.2.801 ; but also, from a place,

    γῆς τινος S.OC 572

    .
    4 c. dat. pers., come to, i.e. come to aid or relieve one, rare in Hom., Od.16.453 ; freq. later, Pi.O.1.100, Th.1.13. etc. ;

    ἀποροῦντι αὐτῷ ἔρχεται Προμηθεὺς ἐπισκεψόμενος τὴν νομήν Pl.Prt. 321c

    ; also in hostile sense,

    ἔρχομαί σοι Apoc.2.5

    .
    IV c. [tense] fut. part., to denote the object, ἔρχομαι ἔγχος οίσόμενος I go to fetch.., Il.13.256 ;

    ἔρχομαι ὀψομένη 14.301

    : freq. in Trag.,

    μαρτυρήσων ἦλθον A.Eu. 576

    ;

    ἐκσώσων E.Med. 1303

    .
    2 in Hdt. like an auxiliary Verb, ἔρχομαι ἐρέων, φράσων, I am going to tell, 1.5,3.6, al. ;

    σημανέων 4.99

    ;

    μηκυνέων 2.35

    : rare in [dialect] Att., ἔ. κατηγορήσων, ἀποθανούμενος, Pl.Euthphr.2c, Thg. 129a ; ἔρχομαι ἐπιχειρῶν -σοι ἐπιδείξασθαι, for ἔ. σοι ἐπιδειξόμενος, Id.Phd. 100b ;

    οὐ τοῦτο λέξων ἔρχομαι, ὡς.. X.Ages.2.7

    .
    3 c. part. [tense] pres., [tense] aor., or [tense] pf., in Hom., to show the manner of moving, ἄγγελος ἦλθε θέουσα she came running, Il.11.715, al. ; μὴ πεφοβημένος ἔλθῃς lest thou come thither in full flight,10.510 ; ἦλθε φθάμενος he came first,23.779 ;

    κεχαρισμένος ἔλθυι Od.2.54

    .
    4 aor, part. ἐλθών added to Verbs, οὐ δύναμαι..μάχεσθαι ἐλθών go and fight, Il.16.521 ; κάθηρον ἐλθών come and cleanse, ib. 668 ;

    λέγοιμ' ἂν ἐλθών A.Supp. 928

    ;

    δρᾶ νυν τάδ' ἐλθών S.Ant. 1107

    .
    V of any kind of motion, ἐξ ἁλὸς ἐλθεῖν to rise out of the sea, Od.4.448, al. ; ἐπὶ πόντον to go over it, 2.265 ; with qualifying phrase, πόδεσσιν ἔ. to go on foot, 6.40 (but πεζὸς εἰλήλουθα have come as a foot-soldier, Il. 5.204) ; of birds, 17.755, etc. ; of ships, 15.549, Od.14.334 ; of spears or javelins, freq. in Il. ; of natural phenomena, as rivers, 5.91 ; wind and storm, 9.6, Od.12.288 ; clouds, Il.4.276,16.364 ; stars, rise, Od. 13.94 ; time,

    είς ὅ κεν ἔλθῃ νύξ Il.14.77

    , cf. 24.351 ;

    ἐπὴν ἔλθῃσι θέρος Od.11.192

    ;

    ἔτος ἦλθε 1.16

    ; of events and conditions,

    είς ὅ κε γῆρας ἔλθῃ καὶ θάνατος 13.59

    , cf. 11.135 ; of feelings, go,

    ἦ κέ μοι αίνὸν ἀπὸ πραπίδων ἄχος ἔλθοι Il.22.43

    ;

    ἀπὸ πραπίδων ἦλθ' ἵμερος 24.514

    ; of sounds, etc.,

    τὸν..περὶ φρένας ἤλυθ' ίωή 10.139

    ;

    Κύκλωπα περὶ φρένας ἤλυθεν οἶνος Od.9.362

    ; without φρένας, περὶ δέ σφεας ἤλυθ' ι>ωή 17.261, cf. 16.6 ; of battle,

    ὁμόσ' ἦλθε μάχη Il.13.337

    ; of things sent or taken,

    ὄφρα κε δῶρα ἐκ κλισίης ἔλθῃσι 19.191

    , cf. 1.120 ; so later, esp. of danger or evil, c. dat.,

    εἰ πάλιν ἔλθοι τῇ Ἑλλάδι κίνδυνος ὑπὸ βαρβάρων X.HG6.5.43

    ;

    ἦλθεν αὐτῷ Ζηνὸς βέλος A.Pr. 360

    ;

    μηδ' ὑπ' ἀνάγκας γάμος ἔλθοι Id.Supp. 1032

    (lyr.), cf.Pers. 436 ; of reports, commands, etc., Id.Pr. 663, Th.8.19 ; τοῖς Ἀθηναίοις ὡς ἦλθε τὰ γεγενημένα came to their ears, ib.96 ; τὰ ἐρχόμενα ἐπ' αὐτόν that which was about to happen to him, Ev.Jo.18.4 ; of property, which comes or passes to a person by bequest, conveyance, gift, etc.,

    τὰ ἐληλυθότα εἴς με ἀπὸ κληρονομίας BGU919.7

    (ii A. D.) ; ἐ. εἴς τινα ἀπὸ παραχωρήσεως, κατὰ δωρεάν, PLond.3.1164e6 (iii A. D.), PMasp.96.22 (vi A. D.) : —Geom., pass, fall, ἔ. ἐπὶ τὸ αὐτὸ σαμεῖον pass through the same point, Archim.Aequil.1.15 ; ὅπου ἂν ἔρχηται τὸ ἕτερον σαμεῖον wherever the other point falls, ib.2.10.
    BPost-Homeric phrases:
    1 ἐς λόγους ἔρχεσθαί τινι come to speech with, Hdt.6.86.α', S.OC 1164 codd. ; so

    ἐς ὄψιν τινὶ ἐλθεῖν Hdt. 3.42

    .
    2 εἰς χεῖρας ἐλθεῖν τινι (v. χείρ) ; so

    ἐς μάχην ἐλθεῖν τινι Id.7.9

    .

    γ ; είς ὸργάς τισιν Pl.R. 572a

    .
    3 ἐπὶ μεῖζον ἔ. increase, S.Ph. 259 ;

    ἐπὶ μηδέν Id.Fr.871.8

    ,El. 1000 ; ἐπὶ πᾶν ἐλθεῖν try everything, X.An.3.1.18.
    4 ἐς τὸ δεινόν, ἐς τὰ ἀλγεινὰ ἐλθεῖν, come into danger, etc., Th.3.45,2.39 ;

    είς τοσοῦτον αίσχύνης ἐληλύθατον ὥστε.. Pl.Grg. 487b

    , etc. ;

    εἰς τὸ ἔσχατον ἀδικίας Id.R. 361d

    ; ἐπ' ἔσχατον ἐλθεῖν ἀηδίας Id Phdr. 240d ; ὅσοι ἐνταῦθα ἦλθον ἡλικίας arrived at that time of life, Id.R. 329b ; ἐς ἀσθενὲς ἔ. come to an impotent conclusion, Hdt.1.120 ; ἐς ἀριθμὸν ἐλθεῖν to be numbered, Th.2.72 ;

    εἰς ἔρωτά τινος ἐλθεῖν Anaxil.21.6

    ;

    εἰς ἔλεγχον Philem.93.3

    , etc. ; εἰς ἑαυτὸν ἐλθεῖν come to oneself, Ev.Luc.15.17, Arr.Epict.3.1.15.
    5 παρὰ μικρὸν ἐλθεῖν c. inf., come within a little of, be near a thing, E. Heracl. 296 (anap.) ;

    παρ' ὀλίγον ἐλθεῖν Plu.Pyrrh.10

    ; παρὰ τοσοῦτον ἡ Μυτιλήνη ἦλθε κινδύνου so narrow was her escape, Th.3.49 ;

    παρ' οὐδὲν ἐλθόντες τοῦ ἀποβαλεῖν Plb.1.45.14

    ;

    παρ' οὐδὲν ἐλθ. ἀπολέσθαι Plu. Cam.8

    .
    6 with διά and gen., periphr. for a Verb, e.g. διὰ μάχης τινὶ ἐλθεῖν for

    μάχεσθαί τινι Hdt.6.9

    , E.Hel. 978, Th.4.92 ; διὰ πυρὸς ἐλθεῖν τινι rage furiously against.., E.Andr. 488 (lyr.) ; but οί διὰ πάντων τῶν καλῶν ἐληλυθότες who have gone through the whole circle of duties, have fulfilled them all, X.Cyr.1.2.15 ;

    διὰ πολλῶν κινδύνων ἐλθόντες Pl.Alc.2.142a

    .
    7 ἔ. παρὰ τὴν γυναῖκα, παρὰ Ἀρίστωνα, of sexual intercourse, go in to her, to him, Hdt.2.115,6.68 ; πρός τινα, of marriage, X.Oec.7.5.
    8

    ἔ. ἐπὶ πόλιν

    attack,

    Th.2.11

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἔρχομαι

  • 8 πρός

    πρός, Prep., expressing direction,
    A on the side of, in the direction of, hence c. gen., dat., and acc., from, at, to: [dialect] Ep. also [full] προτί and [full] ποτί, in Hom. usually c. acc., more rarely c. dat., and each only once c. gen., Il.11.831, 22.198:—dialectal forms: [dialect] Dor.[full] ποτί (q. v.) and [full] ποί, but Cret. [full] πορτί Leg.Gort.5.44, etc., Argive [full] προτ( [full] ί) Schwyzer 84.3 (found at Tylisus, V B.C.), restored in Mnemos.57.208(Argos, vi B.C.), and in Alcm.30; Arc., Cypr. [full] πός SIG306.11 (Tegea, iv B.C.), Inscr.Cypr. 135.19H., also sts. in Asia Minor in compds., v. ποσάγω, ποσφέρω; [dialect] Aeol. [full] πρός Sapph.69 ([etym.] προς-), 109, Alc.20 (s. v.l.); [full] πρές Jo.Gramm. Comp.3.10; Pamphylian περτ ([etym.] ί) Schwyzer 686.7, 686a4. (With [full] προτί, [full] πρός cf. Skt. práti 'towards, near to, against, back, etc.', Slav. protiv[ucaron], Lett. pret 'against', Lat. pretium: [full] ποτί (q. v.) and [full] πός are not cogn.) A. WITH GEN., πρός refers to that from which something comes:
    I of Place, from,

    ἵκετο ἠὲ π. ἠοίων ἦ ἑσπερίων ἀνθρώπων Od. 8.29

    ;

    τὸν π. Σάρδεων ἤλεκτρον S.Ant. 1037

    (v.l.).
    2 on the side of, towards, νήσοισι πρὸς Ἤλιδος towards Elis, Od.21.347; π. ἁλός, π. Θύμβρης, Il.10.428, 430;

    εἶναι π. θαλάσσης Hdt.2.154

    ;

    ἱδρῦσθαι π. τοῦ Ἑλλησπόντου Id.8.120

    ;

    ἐστρατοπεδεύοντο π. Ὀλύνθου Th.1.62

    , etc.; φυλακαὶ π. Αἰθιόπων, π. Ἀραβίων, π. Διβύης, on the frontier towards the Ethiopians, etc., Hdt.2.30: freq. with words denoting the points of the compass, δύω θύραι εἰσίν, αἱ μὲν π. βορέαο, αἱ δ' αὖ π. νότου one on the north side, the other on the south side, Od.13.110;

    οἰκέουσι π. νότου ἀνέμου Hdt.3.101

    ; π. ἄρκτου τε καὶ βορέω ἀνέμου κατοικημένοι ib. 102; π. μεσαμβρίης ib. 107; π. τοῦ Τμώλου τετραμμένον τῆς πόλιος (in such phrases the acc. is more common) Id.1.84;

    π. Πλαταιῶν Th. 3.21

    ;

    π. Νεμέας Id.5.59

    ; ἀπὸ τῆσδε τῆς ὁδοῦ τὸ π. τοῦ λιμένος ἅπαν everything on the harbour- ward side of this road, IG12.892: combined with π. c. acc.,

    π. ἠῶ τε καὶ τοῦ Τανάϊδος Hdt.4.122

    ;

    τὸν μέν π. βορέω ἑστεῶτα, τὸν δὲ π. νότον Id.2.121

    , cf. 4.17.
    3 before, in presence of,

    μάρτυροι ἔστων π. τε θεῶν μακάρων π. τε θνητῶν ἀνθρώπων Il.1.339

    ;

    οὐδ' ἐπιορκήσω π. δαίμονος 19.188

    ; ποίτοῦ Ἀπόλλωνος .. ὑπίσχομαι prob. in IG22.1126.7 (Amphict. Delph., iv B. C.); ὑποσχομένους πρὸς τοῦ Διός ib.1237.16: hence,
    b in the eyes of,

    ἄδικον οὐδὲν οὔτε π. θεῶν οὔτε π. ἀνθρώπων Th.1.71

    , cf. X.An.1.6.6, etc.; ὅσιος π. θεῶν Lex ap.And.1.97; κατειπάτω.. ἁγνῶς π. τοῦ θεοῦ if he wishes to be pure in the sight of the god, SIG986.9, cf. 17 (Chios, v/iv B. C.);

    ὁ γὰρ καιρὸς π. ἀνθρώπων βραχὺ μέτρον ἔχει Pi.P.4.286

    .
    4 in supplication or adjuration, before, and so, in the name of,

    σε.. γουνάζομαι.. π. τ' ἀλόχου καὶ πατρός Od.11.67

    ;

    π. θεῶν πατρῴων S.Ant. 839

    (lyr.), etc.; ἱκετεύω, ἀντιβολῶ π. παίδων, π. γυναικῶν, etc., D.28.20, etc.: the verb is freq. omitted with π. θεῶν or τῶν θεῶν, E.Hec. 551, S.OT 1037, Ar.V. 760;

    π. τοῦ Διός Id.Av. 130

    : less freq. with other words,

    π. τῆς ἑστίας E.Fr.953.39

    ;

    π. Χαρίτων Luc.Hist.Conscr.14

    ;

    μὴ π. γενείου S.El. 1208

    ;

    μὴ π. ξενίας τᾶς σᾶς Id.OC 515

    (lyr.): sts. in questions, π. θεῶν, τίς οὕτως εὐήθης ἐστίν; in heaven's name, D.1.15;

    π. τῆς Ἀθηνᾶς.. ; Din.1.45

    ;

    ἆρ' οὖν, ὦ π. Διός,.. ; Pl.R. 459a

    , cf. Ap. 26e: sts. in Trag. with the pron. σε between prep. and case,

    π. νύν σε πατρὸς π. τε μητρός.. ἱκνοῦμαι S.Ph. 468

    ;

    μὴ π. σε γονάτων E.Med. 324

    .
    5 of origin or descent, from, on the side of, γένος ἐξ Ἁλικαρνησσοῦ τὰ π. πατρός by the father's side, Hdt.7.99;

    Ἀθηναῖον.. καὶ τὰ π. πατρὸς καὶ τὰ π. μητρός D.57.17

    , cf. Isoc.3.42, SIG1015.7 (Halic.); πρόγονοι ἢ π. ἀνδρῶν ἢ γυναικῶν in the male or female line, Pl.Tht. 173d;

    ὁ πατὴρ π. μὲν ἀνδρῶν ἦν τῶν Εὐπατριδῶν Isoc.16.25

    ;

    οἱ συγγενεῖς τοῦ πατρὸς καὶ π. ἀνδρῶν καὶ π. γυναικῶν D.57.23

    ; οἱ π. αἵματος blood-relations, S.Aj. 1305;

    ἢ φίλων τις ἢ π. αἵματος φύσιν Id.El. 1125

    .
    II of effects proceeding from what cause soever:
    1 from, at the hand of, with Verbs of having, receiving, etc.,

    ὡς ἂν.. τιμὴν καὶ κῦδος ἄρηαι π. πάντων Δαναῶν Il.16.85

    , cf. 1.160, etc.;

    τιμὴν π. Ζηνὸς ἔχοντες Od.11.302

    ;

    δίδοι οἱ.. χάριν ποτ' ἀστῶν καὶ ποτὶ ξείνων Pi.O.7.90

    ;

    ἄνθεα τιμῆς πρὸς θνητῶν ἀνελέσθαι Emp.4.7

    ;

    φυλακῆς π. δήμου κυρῆσαι Hdt.1.59

    ;

    τυχεῖν τινος π. θεῶν A.Th. 550

    , cf. S.Aj. 527;

    λαχὼν π. δαιμόνων ὄλβον Pi.N.9.45

    ;

    κακόν τι π. θεῶν ἢ π. ἀνθρώπων λαβεῖν Hdt.2.139

    , etc.;

    μανθάνειν π. ἀστῶν S.OC13

    : with passive Verbs, προτὶ Ἀχιλλῆος δεδιδάχθαι to have been taught by.., Il.11.831, cf. S.OT 357;

    ἄριστα πεποίηται.. πρὸς Τρώων Il.6.57

    ; αἴσχε' ἀκούω π. Τρώων ib. 525, cf. Heraclit.79;

    ταῦτα.. π. τούτου κλύειν S.OT 429

    ;

    οὐ λέγεται π. οὐδαμῶν Hdt.1.47

    ; ἀτιμάζεσθαι, τετιμῆσθαι π. τινῶν, ib.61,2.75; also

    λόγου οὐδενὸς γίνεσθαι π. τινῶν Id.1.120

    ; παθεῖν τι π. τινός at the hand of, ib.73;

    π. ἀλλήλοιν θανεῖν E. Ph. 1269

    , cf. S.OT 1237; π. τῆς τύχης ὄλωλεν ib. 949;

    τὸ ποιεύμενον π. τῶν Λακεδαιμονίων Hdt.7.209

    ;

    αἰτηθέντες π. τινὸς χρήματα Id.8.111

    ;

    ἱμέρου βέλει π. σοῦ τέθαλπται A.Pr. 650

    : with an Adj. or Subst.,

    τιμήεσσα π. πόσιος Od.18.162

    ;

    ἐπίφθονος π. τῶν πλεόνων ἀνθρώπων Hdt.7.139

    ;

    ἔρημος π. φίλων S.Ant. 919

    ;

    ἀπαθὴς π. ἀστῶν Pi.P.4.297

    ;

    πειθὼ π. τινός S.El. 562

    ;

    π. Τρώων.. κλέος εἶναι Il.22.514

    ; ἄρκεσις π. ἀνδρός, δόξα π. ἀνθρώπων, S.OC73, E.Heracl. 624 (lyr.);

    ἐλίπετο ἀθάνατον μνήμην π. Ἑλλησποντίων Hdt.4.144

    : with an Adv., οἶμαι γὰρ ἂν οὐκ ἀχαρίστως μοι ἔχειν οὔτε π. ὑμῶν οὔτε π. τῆς Ἑλλάδος I shall meet with no ingratitude at your hands, X.An.2.3.18, cf. Pl.R. 463d.
    2 of things, π. τίνος ποτ' αἰτίας [τέθνηκεν]; from of by what cause? S.OT 1236; π. ἀμπλακημάτων by or by reason of.., Id.Ant.51.
    III of dependence or close connexion: hence,
    1 dependent on one, under one's protection,

    π. Διός εἰσι ξεῖνοί τε πτωχοί τε Od.6.207

    ,14.57; δικασπόλοι, οἵ τε θέμιστας π. Διὸς εἰρύαται by commission from him, Il.1.239; π. ἄλλης ἱστὸν ὑφαίνοις at the bidding of another, 6.456.
    2 on one's side, in one's favour, Hdt.1.75, 124, S.OT 1434, Tr. 479, etc.;

    π. τῶν ἐχόντων.. τὸν νόμον τίθης E.Alc. 57

    .
    IV of that which is derivable from: hence, agreeable to, becoming, like,

    τὰ τοιαῦτα ἔργα οὐ π. τοῦ ἅπαντος ἀνδρὸς νενόμικα γίνεσθαι, ἀλλὰπ. ψυχῆς τε ἀγαθῆς καὶ ῥώμης ἀνδρηΐης Hdt.7.153

    , cf.5.12; ἦ κάρτα π. γυναικὸς αἴρεσθαι κέαρ 'tis very like a woman, A.Ag. 592, cf. 1636;

    οὐ π. ἰατροῦ σοφοῦ θρηνεῖν ἐπῳδάς S.Aj. 581

    , cf. Ar.V. 369, E.Hel. 950, etc.;

    π. σοῦ ἐστι Id.HF 585

    , etc.;

    οὐκ ἦν π. τοῦ Κύρου τρόπου X.An. 1.2.11

    , etc.: of qualities, etc.,

    π. δυσσεβείας A.Ch. 704

    ; π. δίκης οὐδὲν τρέμων agreeably to justice, S.OT 1014, cf.El. 1211;

    οὐ π. τῆς ὑμετέρας δόξης Th.3.59

    ; ἐάν τι ἡμῖν π. λόγου ᾖ if it be at all to our purpose, Pl.Grg. 459c;

    εἰ τόδε π. τρόπου λέγω

    correctly,

    Id.R. 470c

    ; but π. τρόπου τι ὠνεῖσθαι buy at a reasonable price, Thphr.Char.30.12;

    τὰ γενήματα π. ἐλάσσονος τιμᾶς πωλῶν IG5(2).515.14

    ([place name] Lycosura); π. ἀγαθοῦ, π. κακοῦ τινί ἐστι or γίγνεται, it is to one's advantage or otherwise, Arist.Mu. 397a30, Arr.An.7.16.5, Hld.7.12; π. ἀτιμίας λαβεῖν τι to take a thing as an insult, regard it so, Plu.Cic.13;

    π. δέους λαβεῖν τι Id.Flam.7

    ; λαβεῖν τι π. ὀργῆς (v.l. ὀργήν) J.AJ8.1.3; μοι π. εὐκλείας γένοιτο ib. 18.7.7; τῷ δήμῳ π. αἰσχύνης ἂν ἦν, π. ὀνείδους ἂν ἦν τῇ πόλει, Lib.Decl.43.27,28.
    B WITH DAT., it expresses proximity, hard by, near, at,

    ποτὶ γαίῃ Od.8.190

    , 11.423;

    ποτὶ γούνασι Il.5.408

    ; ποτὶ δρυσίν among the oaks, 14.398 (nisi leg. περί)

    ; πρὸς ἄκμονι χαλκεύειν Pi.P.1.86

    ; ποτὶ γραμμᾷ στᾶσαί τινα ib.9.118; ἄγκυραν ποτὶ ναΐ κρημνάντων ib.4.24;

    δῆσαί τινα πρὸς φάραγγι A.Pr.15

    ;

    νεὼς καμούσης ποντίῳ π. κύματι Id.Th. 210

    ;

    π. μέσῃ ἀγορᾷ S.Tr. 371

    ;

    π. Ἀργείων στρατῷ Id.Aj.95

    ;

    π. πέδῳ κεῖται Id.OT 180

    (lyr.); θακεῖν π. ναοῖς ib.20, cf. A.Eu. 855;

    π. ἡλίου ναίουσι πηγαῖς Id.Pr. 808

    ;

    π. τῇ γῇ ναυμαχεῖν Th. 7.34

    ; ἐς μάχην καθίστασθαι π. (v.l. ὑπ')

    αὐτῇ τῇ πόλει Id.2.79

    ;

    τεῖχος π. τῇ θαλάσσῃ Id.3.105

    ;

    αἱ π. θαλάττῃ πόλεις X.HG4.8.1

    ; τὸ π. Αἰγίνῃ στράτευμα off Aegina, Th.1.105; Αίβυες οἱ π. Αἰγύπτῳ bordering on.., ib. 104; τὸ π. ποσί that which is close to the feet, before one, S.OT 130, etc.; θρηνεῖν ἐπῳδὰς π... πήματι over it, Id.Aj. 582; αἱ π. τῇ βάσει γωνίαι the angles at the base, Euc.1.5,al.;

    τὴν π. τῷ.. ιερῷ κρήνην IG22.338.13

    , cf. SIG1040.15 (Piraeus, iv B. C.), al.
    2 before, in the presence of, π. τοῖς θεσμοθέταις, π. τῷ διαιτητῇ λέγειν, D. 20.98,39.22;

    ὅσα π. τοῖς κριταῖς γέγονεν Id.21.18

    ;

    π. διαιτητῇ φεύγειν Id.22.28

    .
    3 with Verbs denoting motion towards a place, upon, against,

    ποτὶ δὲ σκῆπτρον βάλε γαίῃ Il.1.245

    , Od.2.80;

    με βάλῃ.. ποτὶ πέτρῃ 5.415

    , cf. 7.279, 9.284;

    νῆας ποτὶ σπιλάδεσσιν ἔαξαν 3.298

    , cf. 5.401; λιαζόμενον ποτὶ γαίῃ sinking on the ground, Il.20.420;

    ἴσχοντες πρὸς ταῖς πόλεσι Th.7.35

    .
    4 sts. with a notion of clinging closely, προτὶ οἷ λάβε clasped to him, Il.20.418;

    προτὶ οἷ εἷλε 21.507

    ;

    πρὸς ἀλλήλῃσιν ἔχονται Od.5.329

    ;

    προσπεπλασμένας.. π. ὄρεσι Hdt.3.111

    ; π. δμῳαῖσι κλίνομαι fall into the arms of.., S.Ant. 1189;

    π. τινί

    close to,

    Men. Epit. 204

    .
    II to express close engagement, at the point of,

    π. αὐτῷ γ' εἰμὶ τῷ δεινῷ λέγειν S.OT 1169

    ; engaged in or about,

    π. τῷ εἰρημένῳ λόγῳ ἦν Pl.Phd. 84c

    , cf. Phdr. 249c, 249d;

    ἂν π. τῷ σκοπεῖν.. γένησθε D.18.176

    ;

    ἀεὶ π. ᾧ εἴη ἔργῳ, τοῦτο ἔπραττεν X. HG4.8.22

    ; διατρίβειν or σχολάζειν π. τινί, Epicr.11.3 (anap.), Arist. Pol. 1308b36 (but

    π. ταῦτα ἐσχόλασα X.Mem.3.6.6

    );

    ὅλος εἶναι π. τῷ λήμματι D.19.127

    ;

    π. τῇ ἀνάγκῃ ταύτῃ γίγνεσθαι Aeschin.1.74

    ; τὴν διάνοιαν, τὴν γνώμην ἔχειν π. τινί, Pl.R. 500b, Aeschin.3.192; κατατάξαι αὐτὸν π. γράμμασιν, i.e. give him a post as clerk, PCair.Zen. 342.3 (iii B. C.);

    ὁ π. τοῖς γράμμασι τεταγμένος Plb.15.27.7

    , cf. 5.54.7, D.S.2.29,3.22;

    ἐπιμελητὴς π. τῇ εἰκασίᾳ τοῦ σησάμου PTeb.713.2

    , cf.709.1 (ii B. C.).
    III to express union or addition, once in Hom., ἄασάν μ' ἕταροί τε κακοὶ π. τοῖσί τε ὕπνος and besides them sleep, Od.10.68;

    π. τοῖς παροῦσιν ἄλλα

    in addition to,

    A.Pr. 323

    , cf. Pers. 531, Xenoph.8.3. Emp.59.3;

    ἄλλους π. ἑαυτῷ Th.1.90

    ; π. ταῖς ἡμετέραις [τριήρεσι] Id.6.90;

    δέκα μῆνας π. ἄλλοις πέντε S.Tr.45

    ;

    τρίτος.. π. δέκ' ἄλλαισιν γοναῖς A.Pr. 774

    ; κυβερνήτης π. τῇ σκυτοτομίᾳ in addition to his trade of leather-cutter, Pl.R. 397e: freq. with neut. Adjs., π. τῷ νέῳ ἁπαλός besides his youth, Id.Smp. 195c, cf. Tht. 185e;

    π. τῷ βλαβερῷ καὶ ἀηδέστατον Id.Phdr. 240b

    ; π. τούτοισι besides this, Hdt.2.51, cf. A.Pers. 237 (troch.), etc.; rarely in sg.,

    π. τούτῳ Hdt.1.31

    ,41; π. τοῖς ἄλλοις besides all the rest, Th.2.61, etc.:—cf. the Advb. usage, infr. D.
    C WITH ACCUS., it expresses motion or direction towards an object:
    I of Place, towards, to, with Verbs of Motion,

    ἰέναι π. Ὄλυμπον Il.1.420

    ; ἰέναι π. δώματα, etc., Od.2.288, etc.;

    ἰέναι π. ἠῶ τ' ἠέλιόν τε Il.12.239

    ; φέρειν προτὶ ἄστυ, ἄγειν προτὶ Ἴλιον, etc., 13.538, 657, etc.; ἄγεσθαιπρὸς οἶκον, ἐρύεσθαι ποτὶ Ἴλιον, 9.147,18.174; ὠθεῖν, δίεσθαι προτὶ ἄστυ, 16.45, 15.681, etc.;

    ῥίπτασκε ποτὶ νέφεα Od.8.374

    ;

    βαλεῖν ποτὶ πέτρας 12.71

    ;

    κυλινδόμενα προτὶ χέρσον 9.147

    ; ἀπῆλθε πρὸς ἑαυτόν returned to his home, LXX Nu.24.25; κληθῆναι π. τὸ δεῖπνον (rarer than ἐπὶ δεῖπνον) Plu. Cat.Ma.3.
    2 with Verbs implying previous motion, upon, against, π. τεῖχος, π. κίονα ἐρείσας, Il.22.112, Od.8.66;

    ἅρματα.. ἔκλιναν π. ἐνώπια Il.8.435

    ;

    ἔγχος ἔστησε π. κίονα Od.1.127

    ;

    ποτὶ τοῖχον ἀρηρότες 2.342

    ;

    ποτὶ βωμὸν ἵζεσθαι 22.334

    ;

    πρὸς γοῦνα καθέζετό τινος 18.395

    ;

    π. ἄλλοτ' ἄλλον πημονὴ προσιζάνει A.Pr. 278

    ;

    τὰ πολλὰ πατρὸς π. τάφον κτερίσματα S.El. 931

    ; χῶρον π. αὐτὸν τόνδ' dub. in Id.Ph.23; later,

    ἔστη π. τὸν στῦλον LXX 4 Ki.23.3

    ;

    ὁ ὄχλος π. τὴν θάλασσαν ἐπὶ τῆς γῆς ἦσαν Ev.Marc.4.1

    ; π. ὑμᾶς παραμενῶ with you, 1 Ep.Cor.16.6;

    ἐκήδευσαν τὸν.. πατέρα.. π. τοὺς λοιποὺς συγγενεῖς

    beside,

    Supp.Epigr.6.106

    ([place name] Cotiaeum).
    b of addition,

    ποὶ τὰν στάλαν ποιγραψάνσθω τάδε SIG56.46

    (Argos, v B. C.);

    ἵππον προσετίθει πρὸς τοὔνομα Ar.Nu.63

    , cf. Hdt.6.125, X.HG1.5.6, Pl.Phlb. 33c, Arist.Rh. 1359b28; προσεδαπάνησε π. τὸ μερισθὲν αὐτῷ εἰς τὸ ἔλαιον ἐκ τῶν ἰδίων over and above the sum allotted to him, IG22.1227.9; προσετέθη π. τὸν λαὸν αὐτοῦ was gathered to his people, LXX Ge.49.33.
    3 with Verbs of seeing, looking, etc., towards,

    ἰδεῖν π. τινά Od.12.244

    , al.; ὁρᾶν, ἀποβλέπειν π. τι or τινά, A.Supp. 725, Ar.Ach. 291, etc.;

    ἀνταυγεῖ π. Ὄλυμπον Emp.44

    ; στάντε ποτὶ πνοιήν so as to face it, Il.11.622 (similarly, πέτονται πρὸς τὸ πνεῦμα against the wind, Arist.HA 597a32); κλαίεσκε π. οὐρανόν cried to heaven, Il.8.364: freq. of points of the compass, π. ζόφον κεῖσθαι lie towards the West, Od.9.26;

    ναίειν π. ἠῶ τ' ἠέλιόν τε 13.240

    ;

    στάντα π. πρώτην ἕω S.OC 477

    ; so in Prose,

    π. ἠῶ τε καὶ ἡλίου ἀνατολάς Hdt. 1.201

    , cf. 4.40;

    π. βορέην τε καὶ νότον Id.2.149

    ; also

    ἀκτὴ π. Τυρσηνίην τετραμμένη τῆς Σικελίης Id.6.22

    (v. supr. A. 1.2); π. ἥλιον facing the sun, and so, in the sunlight, Ar.V. 772; so π. λύχνον by lamplight, Id. Pax 692, Jul.Ep.4;

    π. τὸ λύχνον Hippon.22

    Diehl, cf. Arist.Mete. 375a27;

    πὸτ τὸ πῦρ Ar.Ach. 751

    ;

    πρὸς τὸ πῦρ Pl.R. 372d

    , cf. Arist.Pr. 870a21; π. φῶς in open day, S.El. 640; but, by torch-light, Plu.2.237a.
    4 in hostile sense, against,

    π. Τρῶας μάχεαι Il.17.471

    ;

    ἐστρατόωνθ'.. π. τείχεα Θήβης 4.378

    ; π. δαίμονα against his will, 17.98;

    βεβλήκει π. στῆθος 4.108

    ;

    γούνατ' ἐπήδα π. ῥόον ἀΐσσοντος 21.303

    ;

    χρὴ π. θεὸν οὐκ ἐρίζειν Pi.P.2.88

    ;

    π. τοὐμὸν σπέρμα χωρήσαντα S.Tr. 304

    ;

    ἐπιέναι π. τινάς Th.2.65

    ;

    ὅσα ἔπραξαν οἱ Ἕλληνες π. τε ἀλλήλους καὶ τὸν βάρβαρον Id.1.118

    ;

    ἀγωνίζεσθαι π. τινά Pl.R. 579c

    ;

    ἀντιτάττεσθαι π. πόλιν X.Cyr.3.1.18

    : also in argument, in reply to,

    ταῦτα π. τὸν Πιττακὸν εἴρηται Pl.Prt. 345c

    ; and so in the titles of judicial speeches, πρός τινα in reply to, less strong than κατά τινος against or in accusation, D.20 tit., etc.;

    μήτε π. ἐμὲ μήτε κατ' ἐμοῦ δίκην εἶναι Is.11.34

    .
    5 without any hostile sense,

    π. ἀλλήλους ἔπεα πτερόεντ' ἀγόρευον Il.3.155

    ,cf.5.274,11.403,17.200;

    π.ξεῖνον φάσθαι ἔπος ἠδ' ἐπακοῦσαι Od.17.584

    ; λέγειν, εἰπεῖν, φράζειν π. τινά, Hdt. 1.8,90, Ar.V. 335, Nu. 359;

    ἀπαγγεῖλαι π. τινάς A.Ch. 267

    ;

    μνησθῆναι π. τινά Lys.1.19

    , etc.;

    ἀμείψασθαι π. τινά Hdt.8.60

    codd.;

    ἀποκρίνεσθαι π. τινάς Ar.Ach. 632

    , Th.5.42; ὤμοσε δὲ π. ἔμ' αὐτόν he swore to me, Od.14.331: π. sts. governs the reflex. pron.,

    διαλογίζεσθαι π. ὑμᾶς αὐτούς Is.7.45

    ; ἀναμνήσθητε, ἐνθυμήθητε π. ὑμᾶς αὐτούς, Isoc.6.52, 15.60;

    π. ἐμαυτὸν.. ἐλογιζόμην Pl.Ap. 21d

    ; μινύρεσθαι, ἄδειν π. ἑαυτόν, Ar.Ec. 880, 931;

    ἐπικωκύω.. αὐτὴ π. αὑτήν S.El. 285

    .
    b π. σφέας ἔχειν δοκέουσι, i.e. they think they are pregnant, Hp.Nat.Puer. 30.
    6 of various kinds of intercourse or reciprocal action, π... Διομήδεα τεύχε' ἄμειβεν changed arms with Diomedes, Il.6.235;

    ὅσα.. ξυμβόλαια.. ἦν τοῖς ἰδιώταις π. τοὺς ἰδιώτας ἢ ἰδιώτῃ π. τὸ κοινόν IG12.116.19

    ; σπονδάς, συνθήκας ποιεῖσθαι π. τινά, Th.4.15, Plb.1.17.6;

    ξυγχωρεῖν π. τινάς Th.2.59

    ;

    γίγνεται ὁμολογία π. τινάς Id.7.82

    , cf. Hdt. 1.61;

    π. τινὰς ξυμμαχίαν ποιεῖς θαι Th.5.22

    ;

    π. ἀλλήλους ἡσυχίαν εἶχον καὶ π. τοὺς ἄλλους.. εἰρήνην ἦγον Isoc.7.51

    ;

    π. ἀλλήλους ἔχθραι τε καὶ στέργηθρα A.Pr. 491

    ; also

    σαίνειν ποτὶ πάντας Pi.P.2.82

    , cf. O.4.6;

    παίζειν πρός τινας E.HF 952

    , etc.;

    ἀφροδισιάζειν π. τινά X.Mem.1.3.14

    ;

    ἀγαθὸς γίγνεσθαι π. τινά Th.1.86

    ;

    εὐσεβὴς π. τινὰς πέλειν A.Supp. 340

    ; διαλέγεσθαι π. τινά converse with.., X.Mem.1.6.1, Aeschin.2.38,40, 3.219;

    κοινοῦσθαι π. τινάς Pl.Lg. 930c

    ;

    π. τοὺς οἰκέτας ἀνακοινοῦσθαι περὶ τῶν μεγίστων Thphr.Char.4.2

    ; διαλογίζεσθαι π. τινά balance accounts with.., D.52.3, cf. SIG241.127 (Delph., iv B. C.);

    ἃ ἔχει διελόμενος π. τὸν ἀδελφόν IG12(7).55.8

    (Amorgos, iv/iii B. C.), cf. D. 47.34.
    b in phrases of the form ἡ π. τινὰ εὔνοια (ἔχθρα, etc.), π. sts. means towards, as ἡ π. αὑτοὺς φιλία the affection of their wives towards or for them, X.Cyr.3.1.39;

    ἡ π. ὑμᾶς ἔχθρα Id.HG3.5.10

    ;

    ἡ ἀπέχθεια ἡ π. τοὺς πλουσίους Arist.Pol. 1305a23

    ;

    τὴν π. τοὺς τετελευτηκότας εὔνοιαν ὑπάρχουσαν D.18.314

    , cf. SIG352.13 (Ephesus, iv/iii B. C.), al.;

    φυσικαὶ τοκέων στοργαὶ π. τέκνα ποθεινά IG12(5).305.13

    ([place name] Paros): but sts. at the hands of, ἡ π. τὸ θεῖον εὐμένεια the favour of the gods, Th.5.105; φθόνος τοῖς ζῶσι π. τὸ ἀντίπαλον jealousy is incurred by the living at the hands of their rivals, Id.2.45; τὴν ἀπέχθειαν τὴν π. Θηβαίους.. τῇ πόλει γενέσθαι the hostility incurred by Athens at the hands of the Thebans, D.18.36, cf.6.3, 19.85; τῇ φιλίᾳ τῇ π. τὸν τετελευτηκότα the friendship with (not 'affection for') the deceased, Is.1.17, cf. Pl.Ap. 21c, 28a, Isoc.15.101,19.50, Lycurg.135, Din.1.19, etc.;

    τίνος ὄντος ἐμοὶ π. ὑμᾶς ἐγκλήματος; Lys.10.23

    , cf. 16.10;

    τιμώμενος.. διὰ τὴν π. ὑμᾶς πίστιν Din.3.12

    , cf. Lys.12.67, D.20.25; τῷ φόβῳ τῷ π. ὑμᾶς the fear inspired by you, Id.25.93; τῇ π. Ῥωμαίους εὐνοία his popularity with the Romans, Plb.23.7.5.
    7 of legal or other business transacted before a magistrate, witness, etc.,

    τάδε ὁ σύλλογος ἐβουλεύσατο.. π. μνήμονας SIG45.8

    (Halic., v B. C.), cf. IG7.15.1 (Megara, ii B. C.); γράφεσθαι αὐτὸν κλοπῆς.. π. τοὺς ἐπιμελητάς ib.12.65.46; ἀτέλειαν εἶναι αὐτῷ καὶ δίκας π. τὸν πολέμαρχον ib.153.7; λόγον διδόντων τῶν.. χρημάτων.. π. τοὺς λογιστάς ib.91.27; before a jury,

    ἔστι δὲ τούτοις μὲν π. ὑμᾶς ἁγών, ὑμῖν δὲ π. ἅπασαν τὴν πόλιν Lys. 26.14

    ;

    ἀντιδικῆσαι τῷ παιδὶ.. π. ὑμᾶς Is.11.19

    codd. (dub.); before a witness to whom an appeal for corroboration is made, Id.3.25;

    ὀμόσαντες πὸ (τ) τὸν θεόν Schwyzer 418.11

    ([place name] Elis); φέρρεν αὐτὸν πὸ (τ) τὸν Δία in the eyes of Zeus, ib.415.7(ibid.); λαχεῖν πρὸς τὸν ἄρχοντα, γράφεσθαι π. τοὺς θεσμοθέτας, D.43.15, Lex ib.21.47, cf. Arist.Ath.56.6;

    τοῖς ἐμπόροις εἶναι τὰς δίκας π. τοὺς θεσμοθέτας D.33.1

    ; θέντων τὰ.. ποτήρια.. π. Πολύχαρμον having pawned the cups with P., IPE12.32A15 (Olbia, iii B. C.); also

    διαβάλλειν τινὰ π. τοὺς πολλούς X. Mem. 1.2.31

    , cf. D.7.33.
    II of Time, towards or near a certain time, at or about,

    ποτὶ ἕσπερα Od.17.191

    ;

    ποτὶἕσπερον Hes.Op. 552

    ;

    πρὸς ἑσπέραν Pl.R. 328a

    ;

    ἐπεὶ π. ἑσπέραν ἦν X.HG4.3.22

    ;

    π. ἡμέραν Id.An.4.5.21

    ;

    π. ὄρθρον Ar.Lys. 1089

    ; ποτ' ὄρθρον (nisi leg. πότορθρον) Theoc.5.126, Erinn. in PSI9.1090.48 + 8 (p.xii);

    πρὸς ἕω Ar.Ec. 312

    ; π.ἀῶ ἐγρέσθαι, π. ἡμέραν ἐξεγρέσθαι, Theoc.18.55, Pl.Smp. 223c; π. γῆρας, π. τὸ γῆρας, in old age, E.Med. 592, Pl.Lg. 653a; π. εὐάνθεμον φυάν in the bloom of life, Pi.O.1.67; μέχρις ὅτου π. γυναῖκας ὦσι, i.e.of marriageable age, IG22.1368.41: later, π.τὸ παρόν for the moment, Luc.Ep. Sat.28, etc.; v. infr. 111.5.
    III of Relation between two objects,
    1 in reference to, in respect of, touching, τὰ π. τὸν πόλεμον military matters, equipments, etc., Th.2.17, etc.; τὰ π. τὸν βασιλέα our relations to the King, D.14.2; τὰ π. βασιλέα πράγματα the negotiations with the King, Th.1.128; τὰ π. τοὺς θεούς our relations, i.e. duties, to the gods, S.Ph. 1441;

    μέτεστι π. τὰ ἴδια διάφορα πᾶσι τὸ ἴσον.. ἐλευθέρως δὲ τὰ π. τὸ κοινὸν πολιτεύομεν Th.2.37

    ;

    οὐδὲν διοίσει π. τὸ γενέσθαι..

    in respect of..,

    Arist.APr. 24a25

    , cf. Pl.Phd. 111b; ἕτερος λόγος, οὐ π. ἐμέ that is another matter, and does not concern me, D.18.44, cf. 21,60, Isoc.4.12; τῶν φορέτρων ὄντων π. ἐμέ freightage shall be my concern, i.e. borne by me, PAmh.91.18 (ii A. D.);

    π. τοῦτον ἦν ἡ τῶν διαφόρων πρᾶξις LXX 2 Ma.4.28

    ; ἐὰν.. βοᾷ καὶ σχετλιάζῃ μηδὲν π. τὸ πρᾶγμα, nihil ad rem, D.40.61; οὐδὲν π. τὸν Διόνυσον Prov. ap.Plb.39.2.3, Suid.; οὐδὲν αὐτῷ π. τὴν πόλιν ἐστίν he owes no reckoning to the State, D.21.44;

    λόγος ἐστὶν ἐμοὶ π. Ἀθηναίους Philonid. 1

    D.;

    π. Ἰάσονά ἐστιν αὐτῷ περὶ τῆς τιμῆς PHamb.27.8

    (iii B. C.), cf. PCair.Zen.150.18 (iii B. C.); ἔσται αὐτῷ π. τὸν Θεόν (sc. ὁ λόγος ) he shall have to reckon with God, Supp.Epigr.6.188, cf. 194, al. ([place name] Eumenia); without αὐτῷ, ib.236 ([place name] Phrygia);

    ἔσται π. τὴν Τριάδαν MAMA1.168

    , cf. Supp.Epigr.6.302 (Laodicea Combusta); ἕξει π. τὸν Θεόν ib.300, al. (ibid.); ἕξει π. τὴν ἐωνίαν κρίσιν ib.4.733 ([place name] Eukhaita), cf. 6.841 ([place name] Cyprus);

    π. πολλοὺς ἔχων ἀγωνιστάς Suid.

    s.v. ὅσα μῦς ἐν πίσσῃ, cf. 2 Ep.Cor.5.12: with Advbs.,

    ἀσφαλῶς ἔχειν π. τι X.Mem.1.3.14

    , etc.; [τὸ or τὰ] πρός τι, the relative term or terms, Arist.Cat. 1b25, 6a36, al.; τὸ π. τι, Pythag. name for two, Theol.Ar.8; π. ἡμᾶς relatively to us, opp. ἁπλῶς, Arist.APo. 72a1; ὀρθὸς πρός or ποτί c. acc., perpendicular to, Archim.Sph.Cyl.2.3, Spir.20; ἁ Δζ ποτὶ τὰν ΑΔ ἀμβλεῖαν ποιεῖ γωνίαν ib.16.
    2 in reference to, in consequence of,

    πρὸς τοῦτο τὸ κήρυγμα Hdt.3.52

    , cf. 4.161;

    π. τὴν φήμην

    in view of..,

    Id.3.153

    , cf. Th.8.39;

    χαλεπαίνειν π. τι Id.2.59

    ;

    ἀθύμως ἔχειν π. τι X.HG4.5.4

    , etc.: with neut. Pron.,

    π. τί;

    wherefore? to what end?

    S.OT 766

    , 1027, etc.; π. οὐδέν for nothing, in vain, Id.Aj. 1018; π. οὐδὲν ἀναγκαῖον unnecessarily, Sch.Il.9.23;

    π. ταῦτα

    therefore, this being so,

    Hdt.5.9

    ,40, A.Pr. 915, 992, S.OT 426, etc.; cf. οὗτος c. v111.1b.
    3 in reference to or for a purpose,

    ἕστηκεν.. μῆλα π. σφαγάς A.Ag. 1057

    ; χρήσιμος, ἱκανὸς π. τι, Pl.Grg. 474d, Prt. 322b;

    ὡς π. τί χρείας; S.OT 1174

    , cf. OC71, Tr. 1182;

    ἕτοιμος π. τι X.Mem.4.5.12

    ;

    ἱκανῶς ὡς π. τὴν παροῦσαν χρείαν Arist. Cael. 269b21

    ;

    ἢν ἀρήγειν φαίνηται π. τὴν σύμπασαν νοῦσον Hp.Acut. 60

    ; ποιεῖ π. ἐπιλημπτικούς is efficacious for cases of epilepsy, Dsc.1.6;

    ἐθέλοντες τὰ π. τὴν νοῦσον ἡδέα μᾶλλον ἢ τὰ π. τὴν ὑγιείην προσδέχεσθαι Hp. de Arte7

    .
    b with a view to or for a future time,

    ὅπως.. γράμματα δῷ π. ἢν ἂν ἡμέραν ἑκάτεροι παραγίνωνται SIG679.62

    (Senatus consultum, ii B. C.);

    θαυμάζεται τὰ Περικλέους ἔργα π. πολὺν χρόνον ἐν ὀλίγῳ γενόμενα Plu.Per.13

    .
    c = πρός B. 11,

    ἐγίνετο π. ἀναζογήν Plb.3.92.8

    ;

    ὄντων π. τὸ κωλύειν Id.1.26.3

    , cf. 1.29.3, al., Plu.Nic.5.
    4 in proportion or relation to, in comparison with,

    κοῖός τις δοκέοι ἀνὴρ εἶναι π. τὸν πατέρα Κῦρον Hdt.3.34

    ;

    ἔργα λόγου μέζω π. πᾶσαν χώρην Id.2.35

    ;

    π. πάντας τοὺς ἄλλους Id.3.94

    , 8.44;

    πολλὴν ἂν οἶμαι ἀπιστίαν τῆς δυνάμεως.. π. τὸ κλέος αὐτῶν εἶναι Th.1.10

    , cf. Pi.O.2.88, Pl. Prt. 327d, 328c, Phd. 102c, etc.; π. τὰς μεγίστας καὶ ἐλαχίστας ναῦς τὸ μέσον σκοπεῖν the mean between.., Th.1.10;

    τὸ κάλλιστον τῶν ἔργων π. τὸ αἴσχιστον συμβαλεῖν Lycurg.68

    ;

    ἓν π. ἓν συμβάλλειν Hdt.4.50

    ; also

    ἔχεις π. τὰ ἔτη μέλαιναν τὴν τρίχα Thphr. Char.2.3

    ;

    ἐνδεεστέρως ἢ π. τὴν ἐξουσίαν Th.4.39

    : also of mathematical ratio, οἷος ὁ πρῶτος (sc. ὅρος)

    ποτὶ τὸν δεύτερον, καὶ ὁ δεύτερος ποτὶ τὸν τρίτον Archyt.2

    , cf. Philol.11, Pl.Ti. 36b, Arist.Rh. 1409a4, al., Euc. 5 Def.4, etc.; πρὸς παρεὸν.. μῆτις ἀέξεται ἀνθρώποισι in proportion to the existing (physical development), Emp.106: also of price, value, πωλεῖσθαι δὶς π. ἀργύριον sells twice against or relatively to silver, i.e. for twice its weight in silver, Thphr.HP9.6.4;

    πωλεῖται ὁ σταθμὸς αὐτοῦ π. διπλοῦν ἀργύριον Dsc.1.19

    ; [ἡ μαργαρῖτις λίθος] πωλεῖται.. π. χρυσίον for its weight in gold, Androsthenes ap.Ath.3.93b: metaph.,

    π. ἀρετήν Pl.Phd. 69a

    ; ὅπως π. τὰς τιμὰς τῶν κριθῶν τὰ ἄλφιτα πωλήσουσι on the basis of the price of barley, Arist.Ath.51.3; ἐξέστω αὐτοῦ ἀπογραφὴ τῆς οὐσίας π. τοῦτο τὸ ἀργύριον Ἀθηναίων τῷ βουλομένῳ property equal in value to this silver, IG22.1013.14, cf. PHib. 1.32.9 (iii B. C.), IG5(1).1390.78 (Andania, i B. C.);

    τῶν ἐγγύων τῶν ἐγγυωμένων π. [αὐτὰ] τὰ κτήματα SIG364.42

    (Ephesus, iii B. C.);

    θέντων τὰ ποτήρια π. χρυσοῦς ἑκατόν IPE12.32A16

    (Olbia, iii B. C.); τοὺς ἀπαγομένους εἰς φυλακὴν π. τὰ χρέα imprisoned for debt, Plb. 38.11.10, cf. 1.72.5, 5.27.4,5,7,5.108.1, PTeb.707.9 (ii B. C.);

    τοὺς π. καταδίκας ἐκπεπτωκότας Plb.25.3.1

    , cf. SIG742.31 (Ephesus, i B. C.);

    ἐγδίδομεν τὸ ἔργον.. π. χαλκόν IG7.3073.6

    (Lebad., ii B. C.), cf. PSI5.356.7 (iii B. C.), PTeb. 825 (a).16 (ii B. C.), Sammelb.5106.3 (ii B. C.);

    οἷον π. ἀργύριον τὴν δόξαν τὰς ψυχὰς ἀποδιδόμενοι Jul. Or.1.42b

    ; π. ἅλας ἠγορασμένος, i.e. 'dirt cheap', Men.828 (also π. ἅλα δειπνεῖν καὶ κύαμον, i.e. dine frugally, take pot-luck, Plu.2.684f); so

    ἡδονὰς π. ἡδονὰς.. καταλλάττεσθαι Pl.Phd. 69a

    ; of measurements of time by the flow from the clepsydra,

    π. ἕνδεκα ἀμφορέας ἐν διαμεμετρημένῃ τῇ ἡμέρᾳ κρίνομαι Aeschin.2.126

    , cf. Arist.Ath.67.2,3,69.2;

    λεγέσθω τᾶς δίκας ὁ μὲν πρᾶτος λόγος ἑκατέροις ποτὶ χόας δεκαοκτώ SIG953.17

    (Calymna, ii B. C.); λεξάντων πρὸς τὴν τήρησιν τοῦ ὕδατος ib.683.60 (Olympia, ii B. C.); π. κλεψύδραν Eub.p.182 K., Epin. 2;

    π. κλεψύδρας Arist.Po. 1451a8

    ;

    π. ὀλίγον ὕδωρ ἀναγκαζόμενος λέγειν D.41.30

    ; hence later, π. ὀλίγον for a short time,

    ἐπανεῖναι π. ὀλίγον τὴν πολιορκίαν J.BJ5.9.1

    , cf. Alex.Aphr. in Top.560.2, Hld.2.19, POxy67.14 (iv A.D.), Orib.Fr.116, Gp.4.15.8; π.ὀλίγον καιρόν, χρόνον, Antyll. ap. Orib.9.24.26, Paul.Aeg.Prooem.; π. ὀλίγον ἐστὶ τὸ ζῆν Poet. in Mus.Script.p.452 von Jan;

    μήτηρ δ' ἦν π. μικρόν Sammelb. 7288.4

    ([place name] Ptolemaic);

    π. βραχύ Jul.Or.1.47b

    (but π. βραχὺ παρηβηκυίας (by) a little past their best, Gp.4.15.3);

    π. βραχὺν καιρόν Iamb. Protr. 21

    .

    κα'; π. τὸ ἀκαρές Porph.Gaur.3.3

    ;

    π. μίαν ἢ δευτέραν ἡμέραν Dsc. 2.101

    , cf. Sor.1.56;

    π. δύο ἡμέρας ἐκοίμησα ἐκεῖ BGU775.8

    (ii A. D.);

    π.μόνην τὴν ἐνεστῶσαν ἡμέραν Sammelb. 7399

    (ii A.D.), cf. M.Ant.12.4;

    προστιμάσθω π. χρόνον μὴ εἰσελθεῖν ὅσον ἂν δόξῃ IG22.1368.89

    .
    5 in or by reference to, according to, in view of,

    π. τὸ παρεὸν βουλεύεσθαι Hdt. 1.20

    , cf. 113, Th.6.46,47, IG22.1.20, etc.;

    π. τὴν παροῦσαν ἀρρωστίαν Th.7.47

    ;

    ἵνα π. τὸν ὑπάρχοντα καιρὸν ἕκαστα θεωρῆτε D.18.17

    , cf. 314, etc.;

    εἴ τι δεῖ τεκμαίρεσθαι π. τὸν ἄλλον τρόπον Id.27.22

    ; τοῖς π. ὑμᾶς ζῶσι those who live with your interests in view, Id.19.226;

    ἐλευθέρου τὸ μὴ π. ἄλλον ζῆν Arist.Rh. 1367a32

    ;

    π. τοῦτον πάντ' ἐσκόπουν, π. τοῦτον ἐποιοῦντο τὴν εἰρήνην D.19.63

    ; τὸ παιδεύεσθαι π. τὰς πολιτείας suitably to them, Arist.Pol. 1310a14; ὁρῶ.. ἅπαντας π. τὴν παροῦσαν δύναμιν τῶν δικαίων ἀξιουμένους according to their power, D.15.28;

    π. τὰς τύχας γὰρ τὰς φρένας κεκτήμεθα

    according to..,

    E.Hipp. 701

    ; πὸς τὰς συνθέσις in accordance with the agreements, IG5(2).343.41,60 (Orchom. Arc.); τὸν δικαστὰν ὀμνύντα κρῖναι πορτὶ τὰ μωλιόμενα having regard to the pleadings, Leg.Gort.5.44, cf. 9.30; αἱ ἀρχαὶ.. πρὸς τὰ κατεσκευασμένα σύμβολα σηκώματα ποιησάμεναι after making weights and measures in accordance with, or by reference to, the established standards, IG22.1013.7; π. τὰ στάθμια τὰ ἐν τῷ ἀργυροκοπίῳ as measured by the weights in the mint, ib. 30, cf. PAmh.43.10 (ii B. C.); [Εόλων] ἐποίησε σταθμὰ π. τὸ νόμισμα made (trade-) weights on the basis of (i.e. proportional to) the coinage, Arist.Ath.10.2;

    ὀρθὸν π. τὸν διαβήτην IG22.1668.9

    , cf. 95,7.3073.108 (Lebad., ii B. C.); π. τὸ δικαιότατον in accordance with the most just principle, D.C.Fr.104.6.
    6 with the accompaniment of musical instruments,

    π. κάλαμον Pi.O.10(11).84

    ; π. αὐλόν or τὸν αὐλόν, E.Alc. 346, X.Smp.6.3, etc.;

    π. λύραν.. ᾄδειν SIG662.13

    (Delos, ii B. C.); π. ῥυθμὸν ἐμβαίνειν to step in time, D.S.5.34.
    7 [full] πρός c.acc. freq. periphr. for Adv., π. βίαν, = βιαίως, under compulsion,

    νῦν χρὴ.. τινα π. βίαν πώνην Alc.20

    (s.v.l.);

    π. βίαν ἐπίνομεν Ar.Ach.73

    ;

    τὸ π. βίαν πίνειν ἴσον πέφυκε τῷ διψῆν κακόν S.Fr. 735

    ; ἥκω.. π. βίαν under compulsion, Critias 16.10 D.; by force, forcibly, A.Pr. 210, 355, etc.; οὐ π. βίαν τινός not forced by any one, Id.Eu.5 (but also, in spite of any one, S.OC 657);

    π. τὸ βίαιον A.Ag. 130

    (lyr.);

    π. τὸ καρτερόν Id.Pr. 214

    ; π. ἀλκήν, π. ἀνάγκαν, Id.Th. 498, Pers. 569 (lyr.);

    οὐ διαχωρέεει [ἡ γαστὴρ] εἰ μὴ π. ἀνάγκην Hp. Prog.8

    ,19;

    π. ἰσχύος κράτος S.Ph. 594

    ;

    π. ἡδονὴν εἶναί τινι A.Pr. 494

    ; π. ἡδονὴν λέγειν, δημηγορεῖν, so as to please, Th.2.65, S.El. 921, D.4.38, cf. E.Med. 773;

    οἱ πάντα π. ἡδονὴν ἐπαινοῦντες Arist.EN 1126b13

    ;

    ἅπαντα π. ἡδ. ζητεῖν D.1.15

    , cf. 18.4; λούσασθαι τὸ σῶμα π. ἡδ. as much or little as one like s, Hp.Mul.2.133;

    πίνειν π. ἡδ. Pl. Smp. 176e

    ; π. τὸ τερπνόν calculated to delight, Th.2.53; π. χάριν so as to gratify,

    μήτε π. ἔχθραν ποιεῖσθαι λόγον μήτε π. χ. D.8.1

    , cf. S.OT 1152;

    π. χάριν δημηγορεῖν D.3.3

    , etc.: c. gen. rei, π. χάριν τινός for the sake of,

    π. χ. βορᾶς S.Ant.30

    , cf. Ph. 1156 (lyr.);

    π. ἰσχύος χ.

    by means of,

    E.Med. 538

    ; π. ὀργήν with anger, angrily, S.El. 369, Th.2.65, D.53.16 (v.l.);

    π. ὀργὴν ἐλθεῖν τινι Id.39.23

    , etc.; π. τὸ λιπαρές importunately, S.OC 1119;

    π. εὐσέβειαν Id.El. 464

    ; π. καιρόν seasonably, Id.Aj.38, etc.;

    π. φύσιν Id.Tr. 308

    ; π. εὐτέλειαν cheaply, Antiph.226.2; π. μέρος in due proportion, D.36.32;

    π. ὀλίγον μέρος Gp.2.15.1

    ; τέτραπτο π. ἰθύ οἱ straight towards him, Il.14.403; π. ὀρθὰς (sc. γωνίας ( .. τῇ AEB at right angles to, Arist.Mete. 373a14, cf. Euc.1.11, Archim.Sph.Cyl.1.3;

    π. ὀρθὴν τέμνουσα Arist.Mete. 363b2

    ; π. ἀχθηδόνα, π. ἀπέχθειαν, Luc.Tox.9, Hist.Conscr.38; γυνὴ π. ἀλήθειαν οὖσα in truth a woman, a very woman, Ath.15.687a, cf. Luc. JTr.48, Alex.61: c. [comp] Sup., π. τὰ μέγιστα in the highest degree, Hdt.8.20.
    8 of Numbers. up to, about, Plb.16.7.5, etc.: cf. πρόσπου.
    D ABS. AS ADV., besides, over and above; in Hom. always π. δέ or ποτὶ δέ, Il.5.307, 10.108, al., cf. Hdt.1.71, etc.; π. δὲ καί ib. 164, 207;

    π. δὲ ἔτι Id.3.74

    ;

    καὶ π. Id.7.154

    , 184, prob. in A.Ch. 301, etc.;

    καὶ π. γε E.Hel. 110

    , Pl.R. 328a, 466e;

    καὶ.. γε π. A.Pr.73

    ;

    καὶ δὴ π. Hdt.5.67

    ; freq. at the end of a second clause,

    τάδε λέγω, δράσω τε π. E.Or. 622

    ;

    ἀλογία.., καὶ ἀμαθία γε π. Pl.Men. 90e

    , cf. E.Ph. 610;

    ἐνενήκοντα καὶ μικρόν τι π. D.4.28

    , cf. 22.60.
    I motion towards, as προσάγω, προσέρχομαι, etc.
    II addition, besides, as προσκτάομαι, προσδίδωμι, προστίθημι, etc.
    III a being on, at, by, or beside: hence, a remaining beside, and metaph. connexion and engagement with anything, as πρόσειμι, προσγίγνομαι, etc.
    F REMARKS,
    1 in poetry πρός sts. stands after its case and before an attribute,

    ποίμνας βουστάσεις τε π. πατρός A.Pr. 653

    , cf. Th. 185, S.OT 178 (lyr.), E.Or.94; ἄστυ πότι (or ποτὶ)

    σφέτερον Il.17.419

    , cf. Pi.O.4.5.
    2 in Hom. it is freq. separated from its Verb by tmesis.
    3 sts. (in violation of the rule given by A.D.Synt.127.8, Pron.42.5) followed by an enclit. Pron.,

    πρός με S.Aj. 292

    , Ar.Pl. 1055, D.18.14 (v.l.), Men.978, Pk.77, Com.Adesp.15.25 D., 22.68 D., etc.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πρός

  • 9 κατά

    κατά (Hom.+) prep. (s. the lit. s.v. ἀνά beg., also LfgrE s.v. κατά 1346; with the gen. 74 times in NT; w. acc. 391 times in NT).
    A. w. the gen.
    of location that is relatively lower, down from someth. (Hom. et al.; LXX; Ath. 1, 4 κ. κόρρης προπηλακίζειν=to smack on one side of the head) ὁρμᾶν κ. τοῦ κρημνοῦ rush down (from) the bank (cp. Polyb. 38, 16, 7 κ. τῶν κρημνῶν ῥίπτειν; Jos., Bell. 1, 313) Mt 8:32; Mk 5:13; Lk 8:33. κ. κεφαλῆς ἔχειν have someth. on one’s head (lit. hanging down fr. the head, as a veil. Cp. Plut., Mor. 200f ἐβάδιζε κ. τῆς κεφαλῆς ἔχων τὸ ἱμάτιον.; Mitt-Wilck. I/2, 499, 5 of a mummy ἔχων τάβλαν κ. τοῦ τραχήλου) 1 Cor 11:4.
    of position relatively deep, into someth. (Od. 9, 330 κ. σπείους ‘into the depths of the cave’; Hdt. 7, 235; X., An. 7, 1, 30) ἡ κ. βάθους πτωχεία extreme (lit. ‘reaching down into the depths’; cp. Strabo 9, 3, 5 [419] ἄντρον κοῖλον κ. βάθους) or abysmal poverty 2 Cor 8:2. This may perh. be the mng. of πλήσσειν τινὰ κ. τῶν ὀφθαλμῶν strike someone deep into the eyes ApcPt 11:26 (cp. Demosth. 19, 197 ξαίνει κ. τοῦ νώτου; PPetr II, 18 [2b], 15 [246 B.C.] ἔτυπτεν αὐτὸν κ. τοῦ τραχήλου).—κ. γαστρός Just., D. 78, 3 for ἐν γαστρί Mt 1:18 (cp. Ath. 35, 2 τὸ κ. γαστρὸς ζῶον εἶναι).
    extension in various directions within an area, throughout (so in Luke’s writings; Polyb. 3, 19, 7 κ. τῆς νήσου διεσπάρησαν; PGiss 48, 8 κ. κυριακῆς γῆς; Jos., Ant. 8, 297; SibOr 3, 222; 4, 24; 5, 305) γνωστὸν γενέσθαι καθʼ ὅλης Ἰόππης become known throughout all Joppa Ac 9:42. καθʼ ὅλης τῆς Ἰουδαίας 9:31; 10:37; Lk 23:5. φήμη ἐξῆλθεν καθʼ ὅλης τῆς περιχώρου 4:14.
    down upon, toward, against someone or someth, fig. ext. of 1.
    w. verbs of swearing, to denote what one swears by (Thu. 5, 47, 8; Lysias 32, 13; Isaeus 7, 28; Demosth. 21, 119; 29, 26; SIG 526, 4ff; 685, 25; UPZ 110, 39 [164 B.C.]; BGU 248, 13; Jdth 1:12; Is 45:23; 2 Ch 36:13) by ἐξορκίζειν (q.v.) Mt 26:63. ὀμνύναι (q.v.) Hb 6:13, 16. ὁρκίζειν (q.v.) Hs 9, 10, 5. Sim. ἐρωτᾶν κ. τινος request, entreat by someone Hv 3, 2, 3.
    in a hostile sense, against
    α. after verbs that express hostile action, etc. διχάζειν Mt 10:35. ἐπαίρεσθαι 2 Cor 10:5. ἰσχύειν Ac 19:16. κακοῦν 14:2. στρατεύεσθαι 1 Pt 2:11. φυσιοῦσθαι 1 Cor 4:6
    β. after words and expressions that designate hostile speech, esp. an accusation ἔχειν (τι) κ. τινος have or hold someth. against someone Rv 2:4, 14, 20. φέρειν J 18:29. ἐγκαλεῖν Ro 8:33. ἐντυγχάνειν τινὶ κ. τινος 11:2 (TestJob 17:5). κατηγορεῖν Lk 23:14. ποιεῖν κρίσιν Jd 15a. τὸ κ. ἡμῶν χειρόγραφον the bond that stands against us Col 2:14. ἐμφανίζειν Ac 24:1; 25:2. αἰτεῖσθαί τι 25:3, 15. αἱ κ. τινος αἰτίαι vs. 27. εἰπεῖν πονηρόν Mt 5:11 (cp. Soph., Phil. 65 κακὰ λέγειν κ. τινος. X., Hell. 1, 5, 2; Isocr., C. Nic. 13; Plut., Mor. 2a λέγειν κ.; SIG 1180, 1 λέγειν κ. τινος; Just., A I, 23, 3; 49, 6 κ. τῶν … ὁμολογούντων). λαλεῖν ῥήματα Ac 6:13; cp. Jd 15b (TestDan 4:3; JosAs 23:15). μαρτυρεῖν κ. τ. θεοῦ give testimony in contradiction to God 1 Cor 15:15. ζητεῖν μαρτυρίαν κ. τινος testimony against someone Mk 14:55. ψευδομαρτυρεῖν 14:56f. ψευδομαρτυρία Mt 26:59. γογγύζειν 20:11. στενάζειν Js 5:9. διδάσκειν Ac 21:28. συμβούλιον διδόναι (ποιεῖν v.l.) Mk 3:6; ς. λαβεῖν Mt 27:1. ψεύδεσθαι Js 3:14 (Lysias 22, 7; X., Ap. 13; Ath. 35, 1 καθʼ ἡμῶν … κατεψεύσατο).
    γ. after expressions that designate such a position or state of mind in a different way εἶναι κ. τινος be against someone (opp. ὑπέρ) Mk 9:40 (WNestle, ZNW 13, 1912, 84–87; AFridrichsen, ibid., 273–80); Ro 8:31; (opp. μετά) Mt 12:30; Lk 11:23. δύνασθαί τι κ. τινος be able to do someth. against someone 2 Cor 13:8. ἔχειν τι κ. τινος have someth. against someone (in one’s heart) Mt 5:23; Mk 11:25; Hs 9, 24, 2; cp. ibid. 23, 2, where the acc. is to be supplied. ἐξουσίαν ἔχειν J 19:11. ἐπιθυμεῖν Gal 5:17. μερίζεσθαι καθʼ ἑαυτῆς Mt 12:25. Cp. 1 Cl 39:4 (Job 4:18).—κατά prob. means against also in ἔβαλεν κατʼ αὐτῆς ἄνεμος Ac 27:14. ἐτελείωσαν κ. τ. κεφαλῆς αὐτῶν τὰ ἁμαρτήματα they completed the full measure of sins against their own head GPt 5:17.
    B. w. acc. (so in the NT 399 times [besides καθʼ εἷς and κατὰ εἷς])
    of extension in space, along, over, through, in, upon (Hom. et al.; OGI 90, 7 ἐκ τῶν κ. τ. χώραν ἱερῶν; PHib 82, 19; PTebt 5, 188; LXX; Just.; Mel., HE 4, 26, 5) Ac 24:12. καθʼ ὅλην τ. πόλιν throughout the city Lk 8:39 (cp. Diod S 4, 10, 6 καθʼ ὅλην τὴν Ἐλλάδα). ἐγένετο λιμὸς κ. τὴν χώραν ἐκείνην 15:14. κ. τὰς κώμας 9:6. κ. πόλεις καὶ κώμας 13:22 (Appian., Maced. 9 §1 and 4 κ. πόλεις; Just., A I, 67, 3 κ. πόλεις ἢ ἀγρούς).—κ. τόπους in place after place Mt 24:7; Mk 13:8; Lk 21:11 (Theophr., περὶ σημ. 1, 4 p. 389 W.; Cat. Cod. Astr. III 28, 11 ἐν μέρει τ. ἀνατολῆς κ. τόπους, VIII/3, 186, 1 λιμὸς καὶ λοιμὸς καὶ σφαγαὶ κ. τόπους). οἱ ὄντες κ. τὴν Ἰουδαίαν those throughout Judea or living in Judea Ac 11:1. διασπαρῆναι κ. τὰς χώρας τῆς Ἰουδαίας be scattered over the regions of Judea 8:1. κ. τὴν οὖσαν ἐκκλησίαν in the congregation there 13:1. τοῖς κ. τὴν Ἀντιόχειαν καὶ Συρίαν καὶ Κιλικίαν ἀδελφοῖς 15:23. τοὺς κ. τὰ ἔθνη Ἰουδαίους the Judeans (dispersed) throughout the nations 21:21. τοῖς κ. τὸν νόμον γεγραμμένοις throughout the law = in the law 24:14b. κ. τὴν ὁδόν along or on the way (Lucian, Catapl. 4; Jos., Ant. 8, 404) Lk 10:4; Ac 25:3; 26:13. τὸ κ. Κιλικίαν καὶ Παμφυλίαν πέλαγος the sea along the coast of Cilicia and Pamphylia 27:5; but the geographical designation τὰ μέρη τ. Λιβύης τῆς κ. Κυρήνην 2:10 prob. belongs to b: the parts of Libya toward Cyrene.
    of extension toward, toward, to, up to ἐλθεῖν (γίνεσθαι v.l.) κ. τὸν τόπον come up to the place (Jos., Vi. 283) Lk 10:32. ἐλθόντες κ. τὴν Μυσίαν to Mysia Ac 16:7; cp. 27:7. πορεύεσθαι κ. μεσημβρίαν (s. μεσημβρία 2) toward the south 8:26 (cp. Jos., Bell. 5, 505). κ. σκοπὸν διώκειν run (over the course) toward the goal Phil 3:14. λιμὴν βλέπων κ. λίβα καὶ κ. χῶρον a harbor open to the southwest and northwest Ac 27:12 (s. βλέπω 8).—κ. πρόσωπον to the face (cp. Jos., Ant. 5, 205) Gal 2:11. ἔχειν τινὰ κ. πρόσωπον meet someone face to face (Thieme 19 has reff. for the use of κατὰ πρόσωπον as a legal formula) Ac 25:16. κ. πρόσωπον ταπεινός humble when personally present 2 Cor 10:1. κ. πρόσωπόν τινος in the presence of someone Lk 2:31; Ac 3:13. τὰ κ. πρόσωπον what lies before one’s eyes, i.e. is obvious 2 Cor 10:7. κ. ὀφθαλμοὺς προγράφειν portray before one’s eyes Gal 3:1.
    of isolation or separateness, by (Thu. 1, 138, 6 οἱ καθʼ ἑαυτοὺς Ἕλληνες ‘the Greeks by themselves’; Polyb. 1, 24, 4; 5, 78, 3; 11, 17, 6; Diod S 13, 72, 8; Gen 30:40; 43:32; 2 Macc 13:13; Philo, Migr. Abr. 87; 90; Just., D. 4, 5 αὐτὴ καθʼ ἑαυτήν γενομένη; Tat. 13, 1 ἡ ψυχὴ καθʼ ἑαυτήν; Ath. 15, 2 ὁ πηλὸς καθʼ ἑαυτόν) ἔχειν τι καθʼ ἑαυτόν keep someth. to oneself Ro 14:22 (cp. Jos., Ant. 2, 255; Heliod. 7, 16, 1). καθʼ ἑαυτὸν μένειν live by oneself of the private dwelling of Paul in Rome Ac 28:16. πίστις νεκρὰ καθʼ ἑαυτήν faith by itself is dead Js 2:17 (Simplicius in Epict. p. 3, 43 τὸ σῶμα καθʼ αὑτὸ νεκρόν ἐστιν). ἡ κατʼ οἶκον ἐκκλησία the congregation in the house Ro 16:5; 1 Cor 16:19. κατʼ ἰδίαν s. ἴδιος 5. κ. μόνας (Thu. 1, 32, 5; Menand., Epitr. 988 S. [658 Kö.], Fgm. 146 Kö. [158 Kock]; Polyb. 4, 15, 11; Diod S 4, 51, 16; BGU 813, 15 [s. APF 2, 1903, 97]; LXX) alone, by oneself Mk 4:10; Lk 9:18; Hm 11:8 (here, as well as BGU loc. cit. and LXX, written as one word καταμόνας).
    of places viewed serially, distributive use w. acc., x by x (Arrian., Anab. 4, 21, 10 κ. σκηνήν=tent by tent) or from x to x: κατʼ οἶκον from house to house (PLond III, 904, 20 p. 125 [104 A.D.] ἡ κατʼ οἰκίαν ἀπογραφή) Ac 2:46b; 5:42 (both in ref. to various house assemblies or congregations; w. less probability NRSV ‘at home’); cp. 20:20. Likew. the pl. κ. τοὺς οἴκους εἰσπορευόμενος 8:3. κ. τὰς συναγωγάς 22:19. κ. πόλιν (Jos., Ant. 6, 73) from city to city IRo 9:3, but in every (single) city Ac 15:21; 20:23; Tit 1:5. Also κ. πόλιν πᾶσαν (cp. Herodian 1, 14, 9) Ac 15:36; κ. πᾶσαν πόλιν 20:23 D. κ. πόλιν καὶ κώμην Lk 8:1; cp. vs. 4.
    marker of temporal aspect (Hdt. et al.; ins, pap, LXX, apolog.)
    in definite indications of time: at, on, during (Hdt. 8, 17; Polemon Soph. B 43 Reader κατʼ ἐκείνην τὴν ἡμέραν ‘in the course of that day’) κατʼ ἀρχάς in the beginning (cp. ἀρχή 1b) Hb 1:10 (Ps 101:26). κ. τὴν ἡμέραν τοῦ πειρασμοῦ in the day of trial 3:8 (Ps 94:8.—Cp. Antig. Car. 173 κ. τὸν σπόρου καιρόν). νεκροῦ … ἀνάστασιν κατʼ αὐτὸν γεγονυῖαν ἱστορεῖ (Papias) reports that a resurrection from the dead occurred in his time Papias (2, 9; so, with personal names, Hdt.; Just., D. 23, 1 τοῦ θεοῦ … τοῦ κ. τὸν Ἐνώχ; Tat. 31, 2 Θεαγένης … κ. Καμβύσην γεγονώς). Of the future: κ. τὸν καιρὸν τοῦτον at that time, then Ro 9:9 (Gen 18:10). Of the past: κ. ἐκεῖνον τὸν καιρόν at that time, then (2 Macc 3:5; TestJos 12:1; Jos., Ant. 8, 266; cp. κατʼ ἐκεῖνο τοῦ καιροῦ Konon: 26 Fgm. 3 p. 191, 25 Jac.; Just., A I, 17, 2; 26, 3 al.) Ac 12:1; 19:23. κ. καιρόν at that time, then Ro 5:6 (Just., D. 132, 1; cp. OGI 90, 28 καθʼ ὸ̔ν καιρόν), unless καιρός here means the right time (s. καιρός 1b end). κατʼ ὄναρ (as καθʼ ὕπνον Gen 20:6; Just., D 60, 5 κ. τοὺς ὕπνους) during a dream, in a dream Mt 1:20; 2:12 (s. s.v. ὄναρ for ins).
    with indefinite indications of time: toward, about κ. τὸ μεσονύκτιον about midnight Ac 16:25; cp. 27:27.—8:26 (s. μεσημβρία 1).
    distributively (cp. 1d): x period by x period: κατʼ ἔτος every year (s. ἔτος) Lk 2:41. Also κατʼ ἐνιαυτόν (s. ἐνιαυτός 1) Hb 9:25; 10:1, 3. καθʼ ἡμέραν daily, every day (s. ἡμέρα 2c) Mt 26:55; Mk 14:49; Lk 16:19; 22:53; Ac 2:46f; 3:2; 16:5; 17:11; 19:9; 1 Cor 15:31; Hb 7:27; 10:11. Also τὸ καθʼ ἡμέραν (s. ἡμέρα 2c) Lk 11:3; 19:47; Ac 17:11 v.l. ἡ ἐπίστασις ἡ καθʼ ἡμέραν (s. ἐπίστασις) 2 Cor 11:28. κ. πᾶσαν ἡμέραν every day (Jos., Ant. 6, 49) Ac 17:7. Also καθʼ ἑκάστην ἡμέραν (s. ἡμέρα 2c) Hb 3:13. κ. μίαν σαββάτου on the first day of every week 1 Cor 16:2. κ. πᾶν σάββατον every Sabbath Ac 13:27; 15:21b; 18:4. κ. μῆνα ἕκαστον each month Rv 22:2 (κ. μῆνα as SIG 153, 65; POxy 275, 18; 2 Macc 6:7). κ. ἑορτήν at each festival Mt 27:15; Mk 15:6.
    marker of division of a greater whole into individual parts, at a time, in detail, distributive use apart from indications of place (s. above 1d) and time (s. 2c)
    w. numerals: κ. δύο ἢ τὸ πλεῖστον τρεῖς two or, at the most, three at a time (i.e. in any one meeting, cp. ἀνὰ μέρος) 1 Cor 14:27 (Dio Chrys. 80 [30], 42 κ. δύο καὶ τρεῖς; Jos., Ant. 3, 142 κ. ἕξ; 5, 172 κ. δύο καὶ τρεῖς). καθʼ ἕνα (on this and the foll. s. εἷς 5e) singly, one after the other vs. 31. κ. ἕνα λίθον each individual stone Hs 9, 3, 5; καθʼ ἕνα λίθον 9, 6, 3. κ. ἓν ἕκαστον one by one, in detail Ac 21:19; 1 Cl 32:1 (Ath. 28, 4 καθʼ ἕκαστον). εἷς καθʼ εἷς Mk 14:19; J 8:9; cp. Ro 12:5 (B-D-F §305; Rob. 460). κ. ἑκατὸν καὶ κ. πεντήκοντα in hundreds and in fifties Mk 6:40.
    περί τινος λέγειν κ. μέρος speak of someth. in detail Hb 9:5 (s. μέρος 1c). κατʼ ὄνομα (each one) by name (ἀσπάζομαι … τοὺς ἐνοίκους πάντες κα[τʼ] ὄνομα PTebt [III A.D.] 422, 11–16; Jos., Vi. 86) J 10:3; 3J 15 (cp. BGU 27, 18); ISm 13:2.
    marker of intention or goal, for the purpose of, for, to (Thu. 6, 31, 1 κ. θέαν ἥκειν=to look at something; cp. Sb 7263, 6 [254 B.C.]; X., An. 3, 5, 2 καθʼ ἁρπαγὴν ἐσκεδασμένοι; Arrian, Anab. 1, 17, 12; 4, 5, 1; 21, 9; 6, 17, 6; 26, 2; Lucian, Ver. Hist. 2, 29; Anton. Lib., Fab. 24, 1 Δημήτηρ ἐπῄει γῆν ἅπασαν κ. ζήτησιν τῆς θυγατρός; 38; Jdth 11:19) κ. τὸν καθαρισμὸν τῶν Ἰουδαίων for the Jewish ceremonial purification J 2:6. κατὰ ἀτιμίαν λέγω to my shame 2 Cor 11:21 (cp. Jos., Ant. 3, 268 κ. τιμὴν τ. θεοῦ τοῦτο ποιῶν). ἀπόστολος … κ. πίστιν … καὶ ἐπίγνωσιν an apostle … for the faith … and the knowledge Tit 1:1 (but the mng. ‘in accordance with’ is also prob.).
    marker of norm of similarity or homogeneity, according to, in accordance with, in conformity with, according to
    to introduce the norm which governs someth.
    α. the norm of the law, etc. (OGI 56, 33; Mitt-Wilck., I/2, 352, 11 κ. τὰ κελευσθέντα [as Just., D. 78, 7]; POxy 37 II, 8) κ. τὸν νόμον (Jos., Ant. 14, 173; 15, 51; Just., D. 10, 1 al.; Ath. 31, 1; κ. τοὺς νόμους Ἀρεοπαγείτης, letter of MAurelius: ZPE 8, ’71, 169, ln. 27) Lk 2:22; J 18:31; 19:7; Hb 7:5. τὰ κ. τ. νόμον what is to be done according to the law Lk 2:39 (cp. EpArist 32). κ. τὸ ὡρισμένον in accordance w. what has been determined 22:22. Cp. 1:9; 2:24, 27, 42; Ac 17:2; 22:3. κ. τὸ εὐαγγέλιόν μου Ro 2:16; 16:25a; 2 Ti 2:8. κ. τὸ εἰρημένον Ro 4:18 (cp. Ath. 28, 1 κ. τὰ προειρημένα). κ. τὰς γραφάς (Just., D. 82, 4; cp. Paus. 6, 21, 10 κ. τὰ ἔπη=according to the epic poems; Just., A I, 32, 14 κ. τὸ λόγιον, D. 67, 1 κ. τὴν προφητείαν ταύτην) 1 Cor 15:3; cp. Js 2:8. κ. τὴν παράδοσιν Mk 7:5 (Tat. 39, 1 κ. τὴν Ἑλλήνων παράδοσιν).—κ. λόγον as one wishes (exx. in Dssm., B 209 [not in BS]; also PEleph 13, 1; 3 Macc 3:14) Ac 18:14 (though 5bβ below is also prob.).—It can also stand simply w. the acc. of the pers. according to whose will, pleasure, or manner someth. occurs κ. θεόν (cp. Socrat., Ep. 14, 5 κ. θεόν; 26, 2; Nicol. Dam.: 90 Fgm. 4 p. 332, 1 Jac. and Appian, Bell. Civ. 2, 84 §352 κ. δαίμονα; Jos., Ant. 4, 143 ὁ κ. τοῦτον[=θεόν] βίος; Just., D. 5, 1 κ. τινας … Πλατωνικούς; Tat. 1, 3 κ. … τὸν κωμικόν) Ro 8:27; 2 Cor 7:9–11; κ. Χριστὸν Ἰ. Ro 15:5. κ. κύριον 2 Cor 11:17. Cp. 1 Pt 1:15. κ. τ. Ἕλληνας in the manner of the Greeks, i.e. polytheists PtK 2, p. 14, 1; 7. κ. Ἰουδαίους ln. 25.
    β. the norm according to which a judgment is rendered, or rewards or punishments are given ἀποδοῦναι τινι κ. τ. πρᾶξιν or ἔργα αὐτοῦ (Ps 61:13; Pr 24:12; Just., A I, 12, 1; 17, 4 al.; κατʼ ἀξίαν τῶν πράξεων) Mt 16:27; Ro 2:6; 2 Ti 4:14; Rv 2:23. μισθὸν λήμψεται κ. τ. ἴδιον κόπον 1 Cor 3:8. κρίνειν κ. τι J 7:24; 8:15; 1 Pt 1:17; cp. Ro 2:2.
    γ. of a standard of any other kind κ. τ. χρόνον ὸ̔ν ἠκρίβωσεν in accordance w. the time which he had ascertained Mt 2:16. κ. τ. πίστιν ὑμῶν acc. to your faith 9:29. κ. τ. δύναμιν acc. to his capability 25:15 (Just., D. 139, 4; Tat. 12, 3; cp. Just., A II, 13, 6 κ. δύναμιν). Cp. Lk 1:38; 2:29; Ro 8:4; 10:2; Eph 4:7. ἀνὴρ κ. τ. καρδίαν μου Ac 13:22 (καρδία 1bε).
    δ. Oft. the norm is at the same time the reason, so that in accordance with and because of are merged: οἱ κ. πρόθεσιν κλητοί Ro 8:28. κατʼ ἐπιταγὴν θεοῦ 16:26; 1 Ti 1:1; Tit 1:3. κ. ἀποκάλυψιν Eph 3:3 (Just., D. 78, 2). οἱ καθʼ ὑπομονὴν ἔργου ἀγαθοῦ Ro 2:7. κατʼ ἐκλογήν 11:5 (Just., D. 49, 1). Cp. κ. τὴν βουλήν Eph 1:11 (Just., A I, 63, 16 al.); 2 Th 2:9; Hb 7:16. κ. τί γνώσομαι τοῦτο; by what shall I know this? (cp. Gen 15:8) Lk 1:18.—Instead of ‘in accordance w.’ κ. can mean simply because of, as a result of, on the basis of (Ael. Aristid. 46 p. 219 D.: κ. τοὺς νόμους; Jos., Ant. 1, 259; 278; Just., A I, 54, 1 κατʼ ἐνέργειαν τῶν φαύλων δαιμόνων; Ath. 7, 1 κ. συμπάθειαν τῆς παρὰ τοῦ θεοῦ πνοῆς; 32, 1 κ. χρησμόν). κ. πᾶσαν αἰτίαν for any and every reason (αἰτία 1) Mt 19:3. κ. ἀποκάλυψιν Gal 2:2. Cp. Ro 2:5; 1 Cor 12:8 (κ. τ. πνεῦμα = διὰ τοῦ πν.); Eph 1:5; 4:22b; Phil 4:11; 1 Ti 5:21; 2 Ti 1:9; Tit 3:5; κ. ἀνάγκην Phlm 14 (Ar. 1, 2; 4, 2 al.; Just., A I, 30, 1; 61, 10; Ath. 24, 2); IPol 1:3. ὁ κ. τὸ πολὺ αὐτοῦ ἔλεος ἀναγεννήσας ἡμᾶς 1 Pt 1:3.—καθʼ ὅσον (Thu. 4, 18, 4) in so far as, inasmuch as Hb 3:3. καθʼ ὅσον …, κ. τοσοῦτο in so far as …, just so far (Lysias 31, 8; Galen, De Dignosc. Puls. 3, 2, VIII 892 K.) 7:20, 22.
    as a periphrasis to express equality, similarity, or example in accordance with, just as, similar(ly) to (TestJob 32:6 τίς γὰρ κ. σε ἐν μέσῳ τῶν τέκνων σου; Tat. 25, 1 κ. … τὸν Πρωτέα like Proteus; schol. on Nicander, Ther. 50: sheep are not burden-bearers κ. τοὺς ὄνους=as donkeys are).
    α. κ. τὰ ἔργα αὐτῶν μὴ ποιεῖτε do not do as they do Mt 23:3. κ. Ἰσαάκ just as Isaac Gal 4:28. κ. θεὸν κτισθείς Eph 4:24 (Synes., Prov. 2, 2 p. 118c κ. θεόν=just as a god). Cp. Col 3:10. κ. τὸν τύπον Hb 8:5 (Ex 25:40; Mel., P. 58, 424 [νόμον v.l.]). Cp. 5:6 (Ps 109:4); 8:9 (Jer 38: 32); Js 3:9.—κ. τὰ αὐτά in (just) the same way (OGI 56, 66; PEleph 2, 6; 1 Macc 8:27; 12:2; Just., D. 1, 2; 3, 5; 113, 3) Lk 6:23, 26; 17:30; Dg 3:1. On the other hand, the sing. κ. τὸ αὐτό Ac 14:1 means together (marriage contract PEleph 1, 5 [IV B.C.] εἶναι ἡμᾶς κ. ταὐτό; 1 Km 11:11). καθʼ ὸ̔ν τρόπον just as (2 Macc 6:20; 4 Macc 14:17) Ac 15:11; 27:25. καθʼ ὅσον …, οὕτως (just) as …, so Hb 9:27. κ. πάντα τρόπον in every way (PSI 520, 16 [250 B.C.]; PCairZen 631, 2; 3 Macc 3:24) Ro 3:2. κ. μηδένα τρόπον (PMagd 14, 9 [221 B.C.]; PRein 7, 31; 3 Macc 4:13; 4 Macc 4:24; Just., D. 35, 7; s. Reader, Polemo 262) 2 Th 2:3. Cp. Johannessohn, Kasus, 1910, 82. κατά w. acc. serves in general
    β. to indicate the nature, kind, peculiarity or characteristics of a thing (freq. as a periphrasis for the adv.; e.g. Antiochus of Syracuse [V B.C.]: 555 Fgm. 12 Jac. κ. μῖσος=out of hate, filled with hate) κατʼ ἐξουσίαν with authority or power Mk 1:27. κ. συγκυρίαν by chance Lk 10:31. κ. ἄγνοιαν without knowing Ac 3:17 (s. ἄγνοια 2a). κ. ἄνθρωπον 1 Cor 3:3 al. (s. Straub 15; Aeschyl., Th. 425; ἄνθρωπος 2b). κ. κράτος powerfully, Ac 19:20 (κράτος 1a). κ. λόγον reasonably, rightly (Pla.; Polyb. 1, 62, 4; 5; 5, 110, 10; Jos., Ant. 13, 195; PYale 42, 24 [12 Jan., 229 B.C.]) 18:14 (but s. above 5aα). λέγειν τι κ. συγγνώμην οὐ κατʼ ἐπιταγήν say someth. as a concession, not as a command 1 Cor 7:6; cp. 2 Cor 8:8. κ. τάξιν in (an) order(ly manner) 1 Cor 14:40 (τάξις 2). κατʼ ὀφθαλμοδουλίαν with eye-service Eph 6:6. μηδὲν κατʼ ἐριθείαν μηδὲ κ. κενοδοξίαν Phil 2:3. κ. ζῆλος zealously 3:6a, unless this pass. belongs under 6 below, in its entirety. κ. σάρκα on the physical plane Ro 8:12f; 2 Cor 1:17; also 5:16ab, if here κ. ς. belongs w. οἴδαμεν or ἐγνώκαμεν (as Bachmann, JWeiss, H-D Wendland, Sickenberger take it; s. 7a below). καθʼ ὑπερβολήν (PTebt 42, 5f [c. 114 B.C.] ἠδικημένος καθʼ ὑπερβολὴν ὑπὸ, Ἁρμιύσιος; 4 Macc 3:18) beyond measure, beyond comparison Ro 7:13; 1 Cor 12:31; 2 Cor 4:17. καθʼ ὁμοιότητα (Aristot.; Gen 1:12; Philo, Fug. 51; Tat. 12, 4 κ. τὸ ὅμοιον αὐτῇ) in a similar manner Hb 4:15b. κ. μικρόν in brief B 1:5 (μικρός 1eγ).
    denoting relationship to someth., with respect to, in relation to κ. σάρκα w. respect to the flesh, physically of human descent Ro 1:3; 4:1; 9:3, 5 (Ar. 15, 7 κ. σάρκα … κ. ψυχήν; Just., D. 43, 7 ἐν τῷ γένει τῷ κ. σάρκα τοῦ Ἀβραάμ al.). κ. τὸν ἔσω ἄνθρωπον 7:22 (cp. POxy 904, 6 πληγαῖς κατακοπτόμενον κ. τὸ σῶμα). Cp. Ro 1:4; 11:28; Phil 3:5, 6b (for vs. 6a s. 5bβ above); Hb 9:9b. τὰ κ. τινα (Hdt. 7, 148; Diod S 1, 10, 73; Aelian, VH 2, 20; PEleph 13, 3; POxy 120, 14; Tob 10:9; 1 Esdr 9:17; 2 Macc 3:40; 9:3 al.) someone’s case, circumstances Ac 24:22 (cp. PEleph 13, 3 τὰ κ. σε; Just., A I, 61, 13 τὰ κ. τὸν Ἰησοῦν πάντα, D. 102, 2 τὰ κ. αὐτόν; Ath. 24, 4 τὸ κ. τοὺς ἀγγέλους); 25:14; Eph 6:21; Phil 1:12; Col 4:7. κ. πάντα in all respects (since Thu. 4, 81, 3; Sb 4324, 3; 5761, 22; SIG 834, 7; Gen 24:1; Wsd 19:22; 2 Macc 1:17; 3 Macc 5:42; JosAs 1:7; Just., A II, 4, 4, D. 35, 8 al.); Ac 17:22; Col 3:20, 22a; Hb 2:17 (Artem. 1, 13 αὐτῷ ὅμοιον κ. π.); 4:15a.
    Somet. the κατά phrase, which would sound cumbersome in the rendering ‘such-and-such’, ‘in line with’, or ‘in accordance with’, is best rendered as an adj., a possessive pron., or with a genitival construction to express the perspective from which something is perceived or to be understood. In translation it thus functions as
    an adj. (Synes., Kingdom 4 p. 4d τὰ κατʼ ἀρετὴν ἔργα i.e. the deeds that are commensurate with that which is exceptional = virtuous deeds; PHib 27, 42 ταῖς κ. σελήνην ἡμέραις; 4 Macc 5:18 κ. ἀλήθειαν=ἀληθής; Just., A I, 2, 1 τοὺς κ. ἀλήθειαν εὐσεβεῖς; Tat. 26, 2 τῆς κ. ἀλήθειαν σοφίας) οἱ κ. φύσιν κλάδοι the natural branches Ro 11:21. ἡ κατʼ εὐσέβειαν διδασκαλία 1 Ti 6:3; cp. Tit 1:1b. οἱ κ. σάρκα κύριοι the earthly masters (in wordplay, anticipating the κύριος who is in the heavens, vs. 9) Eph 6:5. Cp. 2 Cor 5:16b, in case (s. 5bβ above) κ. ς. belongs w. Χριστόν (as the majority, incl. Ltzm., take it): a physical Christ, a Christ in the flesh, in his earthly relationships (σάρξ 5). Correspondingly in vs. 16a κ. ς. would be taken w. οὐδένα: no one simply as a physical being.—JMartyn, JKnox Festschr., ’67, 269–87.
    a possessive pron., but with limiting force (Demosth. 2, 27 τὰ καθʼ ὑμᾶς ἐλλείμματα [i.e. in contrast to the activities of others: ‘your own’]; Aelian, VH 2, 42 ἡ κατʼ αὐτὸν ἀρετή; 3, 36; OGI 168, 17 παραγεγονότες εἰς τοὺς καθʼ ὑμᾶς τόπους; SIG 646, 6; 807, 15 al.; UPZ 20, 9 [II B.C.] ἐπὶ τῆς καθʼ ἡμᾶς λειτουργίας; PTebt 24, 64; 2 Macc 4:21; Tat. 42, 1 τίς ὁ θεὸς καὶ τίς ἡ κατʼ αὐτὸν ποίησις; Mel., HE 4, 26, 7 ἡ καθʼ ἡμᾶς φιλοσοφία) τῶν καθʼ ὑμᾶς ποιητῶν τινες some of your (own) poets Ac 17:28. ἡ καθʼ ὑμᾶς πίστις Eph 1:15. ὁ καθʼ ὑμᾶς νόμος Ac 18:15. τὸ κατʼ ἐμὲ πρόθυμον my eagerness Ro 1:15.
    a gen. w. a noun (Polyb. 3, 113, 1 ἡ κ. τὸν ἥλιον ἀνατολή; 2, 48, 2; 3, 8, 1 al.; Diod S 14, 12 ἡ κ. τὸν τύραννον ὠμότης; Dionys. Hal. 2, 1; SIG 873, 5 τῆς κ. τ. μυστήρια τελετῆς; 569, 22; 783, 20; PTebt 5, 25; PLond III, 1164k, 20 p. 167 [212 A.D.] ὑπὸ τοῦ κ. πατέρα μου ἀνεψιοῦ) τὰ κ. Ἰουδαίους ἔθη the customs of the Judeans Ac 26:3 (Tat. 12, 5 τῇ κ. Βαβυλωνίους προγνωστικῇ; 34, 2 ἡ κ. τὸν Ἀριστόδημον πλαστική). Cp. 27:2. ἡ κ. πίστιν δικαιοσύνη the righteousness of faith Hb 11:7. ἡ κατʼ ἐκλογὴν πρόθεσις purpose of election Ro 9:11.—Here also belong the titles of the gospels εὐαγγέλιον κατὰ Ματθαῖον etc., where κατά is likew. periphrasis for a gen. (cp. JLydus, De Mag. 3, 46 p. 136, 10 Wünsch τῆς κ. Λουκανὸν συγγραφῆς; Herodian 2, 9, 4 of an autobiography ἐν τῷ καθʼ αὑτὸν βίῳ; Jos., C. Ap. 1, 18 τ. καθʼ αὐτὸν ἱστορίαν; 2 Macc 2:13. Cp. B-D-F §163; 224, 2; Zahn, Einleitung §49; BBacon, Why ‘According to Mt’? Exp., 8th ser., 16, 1920, 289–310).—On the periphrasis of the gen. by κατά s. Rudberg (ἀνά beg.) w. many exx. fr. Pla. on. But it occurs as early as Thu. 6, 16, 5 ἐν τῷ κατʼ αὐτοὺς βίῳ.—M-M. DELG. EDNT. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > κατά

  • 10 περιτίθημι

    A place or put round, put on,

    περὶ δὲ ξύλα θῆκαν Od. 18.308

    ; δέραισι περθέτω ([dialect] Aeol.)..

    ὐποθύμιδας Alc.36

    ;

    π. κυνέην τινί Hdt.2.162

    ;

    στεφάνους τινί Id.6.69

    ;

    πιλίδια περὶ τὴν κεφαλήν Pl.R. 406d

    ; χρυσόν ib. 420e ; φωνήεσί τε καὶ ἀφώνοις π. γράμματα attach letters to.., Id.Cra. 393e, cf. 414c ;

    π. σφαῖραν Arist.Cael. 285b3

    ;

    σκληρὸν περὶ τὸ σαρκῶδες περιέθηκεν ἡ φύσις Id.PA 685a8

    ;

    δέρματα ἐπὶ τοὺς βραχίονας LXX Ge.27.16

    ;

    περίβολον τῷ τεμένει IG12(9).906.7

    (Chalcis, iii A. D.):—[voice] Med., put round oneself, put on,

    περὶ δὲ τρυφάλειαν.. κρατὶ θέτο Il.19.381

    ;

    περὶ δὲ ξίφος ὀξὺ θέτ' ὤμῳ Od.2.3

    ,4.308; περθέμενον χλάμυν ([dialect] Aeol. for περι-) prob. in Sapph.64 ;

    π. στέφανον E.Med. 984

    (lyr.), cf. Ar.Th. 380, al.;

    στρεπτόν X.Cyr.2.4.6

    ;

    σκευήν Pl.Cri. 53d

    ;

    δακτύλιον Id.R. 360b

    ;

    βασιλείαν OGI90.44

    (Rosetta, ii B.C.);

    διάδημα αὐτὸς περιεθήκατο App.Mith.67

    .
    II metaph., bestow, confer upon, π. τινὶ βασιληΐην, κράτος, ἐλευθερίην, Hdt.1.129, 3.81, 142, Simon.100; πόλει τὸ κάλλιστον ὄνομα, τινὶ δόξαν, Th.4.87, Isoc.5.149, etc.; π. τινὶ ὄνειδος, ἀτιμίαν, put reproach, dishonour upon him, Antipho 5.18, Th.6.89 ;

    πίστιν τισί Aeschin.2.103

    ;

    συμφοράν Antipho 2.3.1

    ; Μηδικὴν ἀχὴν τοῖς Ἕλλησι put the Median yoke round their necks, Th.8.43 ; ὁ πυκτικὸς.. οὐ πᾶσι τὴν αὐτὴν μάχην π. does not prescribe.., Arist.EN 1180b11 ; τῇ Ἀθηνᾷ τὴν τέχνην ascribe, Id.Pol. 1341b8 ; [

    ταῖς πράξεσι] μέγεθος π. καὶ κάλλος Id.Rh. 1368a29

    :— [voice] Med., assume,

    ἰσχὺν ἑαυτῷ Democr.252

    ;

    σχῆμα ἀλλότριον Arr.Epict. 2.19.28

    .
    2 reversely, π. τινὰ ὕβρει envelop him with.., D.L.6.33.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > περιτίθημι

  • 11 ἀνάπτω

    A make fast on or to, Hom. (only Od.),

    ἐκ δ' αὐτοῦ [ἱστοῦ] πείρατ' ἀνῆπτον Od.12.179

    , cf. 51, 162;

    πρυμνήσι' ἀνάψαι 9.137

    : c. dat.,

    γαίῃ A.R.2.177

    ;

    ἀ. τι πρός τι E.HF 1012

    :— [voice] Med., ἐκ τοῦδ' ἀναψόμεσθα πρυμνήτην κάλων to him will we moor our bark, i.e. he shall be our protector, Id.Med. 770, etc.; θεοῖσι κῆδος ἀνάψασθαι form a close connexion with.., Id.Tr. 845; χάριτας ἔς τινα ἀ. confer favours on.., Id.Ph. 569; also, fasten to oneself,

    ἐπιστολὴν ἐκ τῶν δακτύλων ἀ. Din.1.36

    ; take in tow,

    ναῦν D.S.13.19

    , Plu.Cam.8;

    τὸ κράτος Ph. 1.474

    :—[voice] Pass., to be fastened or fasten oneself on to, cling to, c. gen.,

    πέπλων E.HF 629

    : c. dat., κίοσιν ib. 1038 (prob., lyr.); have a thing fastened on one, περιβόλαι' ἀνήμμεθα ib. 549.
    2 hang up in a temple, offer up, like ἀνατίθημι, πολλὰ δ' ἀγάλματ' ἀνῆψεν Od.3.274, cf. Arist.Fr. 572, Lyc.853, Philostr.VA1.11, Tryph.256.
    3 metaph., fasten upon, attach to,

    μῶμον ἀνάψαι Od.2.86

    ; αἷμα ἀ. τινί a charge of bloodshed, dub. in E.Andr. 1196, cf. Ps.-Phoc.70, etc.;

    κήδε' ἀνῆπταί τινι A.R.2.245

    ; ascribe, refer to,

    τοὺς λόγους εἰς ἀριθμοὺς ἀ. Arist.Metaph. 1078b22

    ;

    ἀρχήν, αἰτίαν ἀ. εἰς τὸν Πύθιον Plu.Lyc.6

    , etc.; χάριν ἀ. τινί ascribe a favour to him, Id.Ant.46;

    τὴν χάριν εἰς Καίσαρα πάντων ἀνῆπτεν Id.Brut.6

    ;

    τοῖς ἐκ τοῦ θεοῦ τὴν εὐδαιμονίαν ἀνάψασι Porph.Abst.2.3

    :—[voice] Med., attach oneself,

    πρὸς πολλούς Phld. Herc.1457.8

    .
    II light up, kindle,

    λύχνα Hdt.2.133

    ;

    πῦρ E.Or. 1137

    ;

    φῶς Pl.Ti. 39b

    ;

    πυρὶ ἀ. δόμους E.Or. 1594

    : metaph.,

    νέφος οἰμωγῆς ὡς τάχ' ἀνάψει Id.Med. 107

    :—[voice] Pass., to be kindled, Zeno Stoic. 1.31, etc.
    2 inflame with anger, Lib.Or.68.35:—[voice] Pass., ib.33.15, Ps.-Callisth.3.22; excite emotionally, Phld.Po.1425.20.
    3 intr., to be lighted up, Arist.Mir. 841a32.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀνάπτω

  • 12 πᾶς

    πᾶς, πᾶσα, πᾶν, [dialect] Aeol. [full] παῖς,
    A

    παῖσα Sapph.Supp.13.8

    ,21.2, 20a.14, Alc.Supp.12.6, 25.8 ; Cret., Thess., Arc. fem. [full] πάνσα GDI 4976 ([place name] Gortyn), IG9(2).234.2 (Pharsalus, iii B.C.), 5(2).343.16 (Orchom. Arc., iv B. C.): gen. παντός, πάσης, παντός : gen. pl. masc. and neut. πάντων, fem. πᾱσῶν, [dialect] Ep. and [dialect] Ion. πᾱσέων, [dialect] Ep. also πᾱσάων [σᾱ] Od.6.107 : dat. pl. masc. and neut. πᾶσι, [dialect] Ep. and Delph.

    πάντεσσι Il.14.246

    , IG22.1126.22,44; also [dialect] Locr.

    πάντεσιν Berl.Sitzb.1927.8

    (V B.C.); Delph.

    πάντεσι SIG452.5

    (iii B.C.);

    πάντοις GDI2652

    (Delph., ii B.C.), Tab.Defix.Aud. 75.8: πᾶν as acc. masc. in LXX, π. ἄνδρα, οἰκέτην, οἶκον, 1 Ki.11.8, Ex. 12.44, Je.13.11. [[dialect] Dor. and [dialect] Aeol. πάν [ᾰ] Hdn.Gr.2.12, Pi.O.2.85, Sapph. Oxy. 1787 Fr.3 ii 5,al., and [dialect] Att. in compds., as ἅπᾰν, πάμπᾰν, etc. (but in compds. sts. long in [dialect] Att., AB416).]—Coll. Pron., when used of a number, all; when of one only, the whole; of the several persons in a number, every.
    2 strengthd. by Advbs., ἅμα πάντες all together, Il.24.253, etc. ;

    πάντες ἅμα 1.495

    (in Prose commonly ἅπαντες, but not always, v. Hdt.9.23, X.Cyr.1.3.10, etc.): with a collect. noun,

    ἅμα πᾶς ὁ δῆμος D.H.2.14

    ;

    πάντες ὁμῶς Il.15.98

    ;

    ὁμοῦ πάντες S.El. 715

    ;

    πάντα μάλα Il.22.115

    , Od.5.216, etc. ;

    πάντες ὁμοίως D.20.85

    , etc.
    3 with [comp] Sup., πάντες ἄριστοι all the noblest, Il.9.3, Od.4.272, etc.
    II sg., all, the whole,

    πᾶς δ' ἄρα χαλκῷ λάμπε Il.11.65

    , cf. 13.191 ; πᾶσα ὕλη all the wood, Hes.Op. 511, cf. Th. 695, etc. ; πᾶσα ἀληθείη all the truth, Il.24.407, Od.11.507; τὴν φάτνην ἐοῦσαν χαλκέην πᾶσαν all of bronze, Hdt.9.70 ; ἦν ἡ μάχη καρτερὰ καὶ ἐν χερσὶ πᾶσα, ἦν γὰρ τὸ χωρίον πρόσαντες πᾶν, Th.4.43, etc. ; πᾶν κράτος the whole power, sovereign power, S.Ph. 142 (lyr.);

    τὸ πᾶν κράτος Hdt.6.35

    ;

    μετὰ πάσης ἀδείας D.18.305

    ;

    πᾶσα ἀνάγκη Pl.Phdr. 240a

    ; πᾶσαι δ' ὠΐγνυντο πύλαι, πᾶσαι γὰρ ἐπῴχατο [πύλαι], the whole gate was open (shut), i.e. the gate was wide open, quite shut, Il.2.809, 12.340, as expld. by Aristarch. ; v. infr. B.
    2 as in 1.4, with attraction, ὁ πάντ' ἄναλκις οὗτος, ἡ πᾶσα βλάβη who is nought but mischief, S.El. 301, cf. Ph. 622, 927.
    III every,

    οἱ δ' ἄλκιμον ἦτορ ἔχοντες.. πᾶς πέτεται Il.16.265

    , cf. Od.13.313, S.El. 972, E.Ba. 1131, 1135 ; ἄκουε πᾶς, = ἀκούετε πάντες, Ar.Th. 372;

    πᾶς χώρει Id. Pax 555

    : with partit. gen., παντὶ βροτῶν (v.l. βροτῷ) Pi.O.1.100;

    πᾶς τοῦτό γ' Ἑλλήνων θροεῖ S.OC 597

    ;

    τῶν ἀνθρώπων πᾶς D.Chr.3.70

    ; also

    πᾶς ἀνήρ S.Aj. 1366

    , Ar.Ra. 1125, etc. ;

    πᾶσα ἀνθρώπου ψυχή Pl.Phdr. 249e

    : with the Art., v. infr. B; πᾶς τις every single one, Thgn.621, Hdt.1.50, 3.79, S.Aj.28, etc. ;

    πᾶς τις βροτῶν Id.El. 984

    , cf.OC25, etc. ; πᾶς ὅστις .. Id.Aj. 1413 ; πᾶν ὅσον .. A.Pr. 787, etc.
    2 less freq., any one,

    τὸ μὲν ἐπιτιμᾶν.. φήσαιτις ἂν.. παντὸς εἶναι D.1.16

    ;

    παντὸς ἀνδρός [ἐστι] γνῶναι Pl. Ion 532e

    ;

    χαλεπόν τι καὶ οὐχὶ παντός Id.Alc.1.129a

    ; παντὸς ἀκούοντος .. when any one hears.., Ev.Matt.13.19 ; ἀμήχανον δὲ παντὸς ἀνδρὸς ἐκμαθεῖν ψυχήν any man's soul, S.Ant. 175 ; πάντων ἀποστερεῖσθαι λυπηρόν to be deprived of anything, D.18.5 ; cf. D. 111.2, VI.
    B with the Art., in the sense of all, the whole, when the Subst. is to be strongly specified, πᾶς being put either before the Art. or after the Subst., πᾶσαν τὴν δύναμιν all his force, Hdt.1.214 ;

    τὰ ἀγαθὰ πάντα X.An.3.1.20

    (s. v. l.): with abstract Nouns and others which require the Art.,

    πάντα τὰ μέλλοντα A.Pr. 101

    ;

    πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν Th.6.87

    ; τὰ τῆς πόλεως π. all the affairs of state, Lys. 19.48, etc.: emphatically,

    τὰς νέας τὰς πάσας Hdt.7.59

    .
    II πᾶς is put between the Art. and Subst., to denote totality (V. A. 11),

    ὁ πᾶς ἀριθμός A.Pers. 339

    ;

    τὴν πᾶσαν ἵππον Hdt.1.80

    ;

    τὸ πᾶν πλῆθος Th.8.93

    ; οἱ πάντες ἄνθρωποι absolutely all.., X.An.5.6.7, etc. ; so πᾶν the neut.with the Art. itself becomes a Subst., τὸ πᾶν the whole, A.Pr. 275, 456, etc., v. infr. D. IV; τὰ πάντα the whole, Id.Eu.415 ; τοῖς πᾶσιν in all points, Th.2.64, 5.28 ; οἱ πάντες all of them, Hdt.1.80 ; but also, the community, opp. οἱ ὀλίγοι, Th.4.86 ; ἡ μὲν [τάξις] πάντα ἕν, ἡ δὲ πάντα ὅλον, ἡ δὲ πάντα πᾶν all things as a unity, as a totality, as an integral sum, Dam.Pr. 206.
    C with Numerals to mark an exact number, ἐννέα πάντες full nine, Od.8.258, cf. 24.60 ;

    ἐννέα πάντ' ἔτεα Hes. Th. 803

    ;

    δέκα πάντα τάλαντα Il.19.247

    , etc. ; but

    κτήνεα τὰ θύσιμα πάντα τρισχίλιαἔθυσε 3

    , 000 of all kinds, Hdt.1.50 ; τὸν ἀρχιτέκτονα.. ἐδωρήσατο πᾶσι δέκα with ten presents of all kinds, Id.4.88 ;

    Παυσανίῃ πάντα δέκα ἐξαιρέθη Id.9.81

    ;

    τὰ πάντα μυρία Id.3.74

    ;

    πάντα θύειν ἑκατόν Pi.Fr. 170

    ;

    πάντα χίλια ἔθυεν Porph.Abst.2.60

    .
    II with the Art., in all,

    οἱ πάντες.. εἷς καὶ ἐνενήκοντα Hdt.9.70

    , cf. 1.214, Th.1.60, 3.85, etc. ;

    τριήρεις.. τὰς πάσας ἐς διακοσίας Id.1.100

    , cf. 7.1 ;

    ἐν εἴκοσι ταῖς πάσαις ἡμέραις Arr.An.1.11.5

    .
    2 fem. pl., ἔδοξε πάσαις (sc. ταῖς ψήφοις ) carried unanimously, IG12(3).168.14 (Astypalaea, ii/i B. C.), cf. Luc. Bis Acc. 18,22.
    II neut. pl. πάντα all kinds of things, Hom., freq. in phrase δαίδαλα πάντα, Il.5.60,al. ;

    οἰωνοῖσι πᾶσι 1.5

    .
    2 πάντα γιγνόμενος becoming all things, i. e. assuming every shape, Od.4.417.
    3 πάντα εἶναί τινι to be everything to one,

    ἦν οἱ.. τὰ πάντα ἡ Κυνώ Hdt.1.122

    ; ἦσάν οἱ πάντα —ἅπαντα codd.)

    αἱ Συρήκουσαι Id.7.156

    ;

    Εὔβοια αὐτοῖς πάντα ἦν Th.8.95

    ;

    πάντ' ἐκεῖνος ἦν αὐτοῖς D.18.43

    ; π. ἦν Ἀλέξανδρος (sc. ὑμῖν) Id.23.120 ; π. εἶναι ἔν τισι to be all in all among them, Hdt.3.157.
    4 πάντα as Adv. for πάντως, in all points, entirely, wholly,

    π. νοήμονες Od.13.209

    ;

    π. γὰρ οὐ κακός εἰμι 8.214

    ;

    ὁ πάντ' ἄναλκις S.El. 301

    ;

    τῷ πάντ' ἀγαθῷ Id.Aj. 1415

    (anap.);

    τὸν πάντ' ἄριστον Id.OC 1458

    ;

    πάντ' ἐπιστήμης πλέων Id.Ant. 721

    (hence παντάγαθος, παντάριστος, etc. as compd. words); τὰ πολλὰ π. almost throughout, Hdt.5.67, cf. 1.203, 2.35 ; but τὰ π. in every way, by all means, altogether, Id.5.97 ;

    οἰόμενοι τὰ π. νικᾶν X. An.2.1.1

    ;

    ὁ τὰ π. φιλαίτατος Theoc.7.98

    ; also ἐς τὰ π. Th.4.81 ; κατὰ π. ibid., Pl.Ti. 30d.
    III neut. sg., τὸ πᾶν the whole (V. B. 11),

    περὶ τοῦ π. δρόμον θέειν Hdt.8.74

    ;

    πολλοῦ γε καὶ τοῦ π. ἐλλείπω A. Pr. 961

    ;

    τοῦ π. ἡμαρτηκέναι Pl.Phdr. 235e

    ; ἄξιοι τοῦ π. Id.Sph. 216c ; τὸ πᾶν as Adv., completely, altogether, A.Supp. 781 (lyr.), S.El. 1009, Pl.Lg. 959a, etc. (but, for all that, nevertheless, A.D.Synt.188.27): with neg., at all,

    οὐκ ἠξίωσαν οὐδὲ προσβλέψαι τὸ πᾶν A.Pr. 217

    , etc. ; also πᾶν alone, Hdt.1.32, etc.
    b in Philos., τὸ πᾶν the universe, Emp.13, Pythag. ap. Arist.Cael. 268a11, Pl.Ti. 28c, 30b, etc.; including τὸ κενόν (opp. τὸ ὅλον), Placit.2.1.7 ; also, Pythag. name for ten, Iamb. in Nic.p.118P., Theol.Ar.59.
    c τῷ παντί in every point, altogether, X.HG7.5.12, etc.
    d τὸ π., = μολυβδόχαλκος, Ps.- Democr. Alch.p.56 B., Maria ap.Zos.Alch.p.192 B.
    2 πᾶν anything,

    πᾶν μᾶλλον ἢ στρατιήν οἱ ἐδίδου Hdt.4.162

    ; εἴη δ' ἂν πᾶν anything is possible, ib. 195 ; πᾶν ποιῶν by any means whatever, Pl.Ap. 39a (also πᾶν ποιεῖν καὶ λέγειν ibid. ; πᾶν ποιεῖν ὥστε .. Id.Phd. 114c), cf. Pi.I. 4(3).48 ;

    πᾶν ἂν ἔπραξαν Lys.9.16

    : more freq. in pl.,

    πάντα ποιῶν Id.12.84

    , D.21.2 ; π. ποιεῖν ὅπως .. X.HG7.4.21 ;

    πάντα τολμῶν S.OC 761

    ; cf. A. 111.2.
    4 παντὸς μᾶλλον more than anything, i. e. above all, Pl.Cri. 49b, Prt. 344b, Grg. 527b ;

    π. μᾶλλον οὐ Id.Phdr. 228d

    : in answers, π. γε μᾶλλον quite so, Id.Phd. 67b.
    IV with Preps.,

    εἰς πᾶν προελήλυθε μοχθηρίας D.3.3

    ; ἐς τὸ πᾶν altogether, A.Ag. 682 (lyr.), Eu.52,83 ; ἐν παντὶ ἀθυμίας εἶναι to be in utter despair, Th.7.55 : more freq. ἐν παντὶ εἶναι, ἐν παντὶ κακοῦ εἶναι, to be in great danger or fear, Pl.Smp. 194a, R. 579b ;

    ἐν π. γενέσθαι Id.Euthd. 301a

    ;

    ἐμ παντὶ ἐοῦσα IG42(1).122.27

    (Epid., iv B. C.); ἐν παντὶ εἶναι μή .. to be in great fear lest.., X.HG5.4.29 ;

    ἐς πᾶν κακοῦ ἀπίκατο Hdt.7.118

    ;

    ἐς πᾶν ἀφικέσθαι X.HG6.1.12

    ;

    εἰς πᾶν ἐλθεῖν D.54.13

    ; ἐπὶ πᾶσιν in all things,

    καιρὸς δ' ἐπὶ π. ἄριστος Hes.Op. 694

    ; but also, finally, Philostr.VS2.11.1, al. ; περὶ παντὸς ποιεῖσθαι esteem above all,X.HG7.1.26, An.1.9.16 ; πρὸ παντὸς εὔχεσθαι wish above all, Pl.Phdr. 239e ; διὰ παντός (sc. χρόνου) for ever, continually, S.Aj. 705 (lyr.), Th.1.38, etc. ; also, altogether, Pl.R. 407d ;

    διὰ πάντων Id.Sph. 254b

    ; ὁ κατὰ πάντων λόγος the common formula, PMag.Par.1.2186 ; ἡ κ. π. τελετή ib.1596, PMag.Lond. 121.872 ; μέχρι παντός for ever, Str.8.6.18 ;

    εἰς τὸ πᾶν ἀεί A.Ch. 684

    ;

    ἐς τὸ πᾶν χρόνου Id.Eu. 670

    .
    VI οὐ πᾶς not any, i.e. none, LXX Ps.142(143).2, Ev.Luc.1.37, Ep.Gal.2.16, al. ; ἄνευ πάσης ταραχῆς without any disturbance, D.S.15.87.
    ------------------------------------
    πᾶς (B), Cypr.,
    A = παῖς, Inscr.Cypr. 106, 210 H.
    ------------------------------------
    πᾶς (C),
    A = πατήρ (Syracus.), EM651.7.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πᾶς

  • 13 πολεμέω

    πολεμέω, [dialect] Ion. Iterat.
    A

    πολεμέεσκε Acus.22J.

    : [tense] fut.

    - ήσω X.An.2.6.5

    : [tense] pf.

    πεπολέμηκα Arist.Rh. 1396a11

    , Ephipp.9:—[voice] Med., [tense] aor. ἐπολεμησάμην ([etym.] κατ-) Plb.11.31.6:—[voice] Pass.,

    πολεμηθήσομαι Id.2.41.14

    , etc.; πολεμήσομαι in pass. sense, Th.1.68,8.43, D.23.110: [tense] aor.

    ἐπολεμήθην Th.5.26

    : [tense] pf. πεπολέμημαι ([etym.] κατα-) Id.6.16: ([etym.] πόλεμος):— to be at war or make war, Id.1.140, etc.; ἀφ' ἡσυχίας πολεμῆσαι ib. 124; opp. εἰρήνην ἄγειν, Id.5.76; τινι with one, Hdt.6.37, IG22.236.19, etc.;

    πολεμοῦσαι πρὸς ἀλλήλας πόλεις X.Vect.5.8

    , cf. Pl.Lg. 686b, SIG182.12 (Argos, iv B.C.), etc.; μετά τινος or σύν τινι in conjunction with.., X.HG7.1.27, An.2.6.5;

    περὶ τῆς ἀρχῆς π. Hdt. 6.98

    .
    2 fight, do battle,

    ἀπὸ τῶν ἵππων Pl.Prt. 350a

    ; ἀπὸ [καμήλων] X.Cyr.7.1.49; but ἀφ' ὅτου πολεμήσωμεν what our means of war are, And.3.16.
    3 generally, quarrel, wrangle with one, X.Cyr.1.3.11;

    π. χρείᾳ S.OC 191

    (anap.), cf. E. Ion 1386;

    τισὶν ὑπέρ τινος D.18.31

    : metaph. of disease, Gal.1.103.
    II later c. acc., make war upon,

    τὴν πόλιν Din.1.36

    codd.;

    τὰς Ἀθήνας D.S.4.61

    , cf. 13.84, 14.37, LXX 1 Ma.5.30, etc.;

    τὰς Συρακούσας Plb.1.15.10

    , etc.: metaph.,

    τὰς σταφυλάς Alciphr.3.22

    :—[voice] Pass., also in early writers, have war made upon one, to be treated as enemies, Th.1.37, X. HG7.4.20;

    ὑπό τινων Isoc.5.49

    ;

    καὶ αὐτοὶ.. ἐκ πολλοῦ πολεμούμενοι D.18.43

    ;

    αὐτὸς μὲν πολεμεῖν ὑμῖν, ὑφ' ὑμῶν δὲ μὴ πολεμεῖσθαι Id.9.9

    ;

    - ηθείσης τῆς χώρας OGI748.8

    (Cyzicus, iii B.C.).
    2 c. acc. cogn.,

    πόλεμον π. Pl.R. 551d

    , Arist.l.c., etc.:—[voice] Pass., [

    πολέμους] τοὺς ἐπὶ Θησέως πολεμηθέντας X.Mem.3.5.10

    ;

    κατὰ θάλατταν ὁ π. ἐπολεμεῖτο Id.HG5.1.1

    , cf. Pl.R. 600a; ὅσα ἐπολεμήθη whatever hostilities took place, X.An.4.1.1;

    τὰ περὶ Πύλον κατὰ κράτος ἐπολεμεῖτο Th.4.23

    , cf. 3.6.—The form used by Poets is πολεμίζω.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πολεμέω

  • 14 τρίτος

    τρίτος [], [dialect] Aeol. [full] τέρτος (v. τέρτα) η, ον, ([etym.] τρεῖς)
    A third,

    τοῖσι δ' ἐπὶ τρίτος ἦλθε Od.20.185

    , cf. 14.471; τρίτος αὐτός himself the third, i. e. with two others (v.

    αὐτός 1.6

    )

    τ. ἡμίδραχμον

    two drachmae and a half,

    Din.Fr.8.4

    ; cf. ἡμιτάλαντον; τ. γενέσθαι to be third in a race, Isoc.16.34, cf. Plu.Alc.11:— the third freq. appears as completing the tale, e.g. the third and last libation was offered to

    Ζεὺς Σωτήρ, Διὸς σωτηρίου σπονδὴ τρίτου κρατῆρος S.Fr. 425

    , cf. A.Fr.55;

    ἔγχει κἀπιβόα τρίτον παιῶν', ὡς νόμος ἐστίν Pherecr.131.5

    (cf. τριτόσπονδος): metaph.,

    Κράτος τε καὶ Δίκη σὺν τῷ τρίτῳ.. Ζηνί A.Ch. 244

    , cf. Eu. 759, Supp.26 (anap.); τρίτην ἐπενδίδωμι (sc. πληγήν) the third and finishing stroke, Id.Ag. 1386; Ἐρινὺς.. αἷμα πίεται, τρίτην πόσιν, i. e. the blood of Clytemnestra and Aegisthus, the first being that of the children of Thyestes, the second that of Agamemnon, Id.Ch. 578, cf. 1066 (anap.).
    II τρίτη, with or without ἡμέρα, the day after tomorrow,

    ἐς τρίτην ἡμέραν Ar.Lys. 612

    ;

    εἰς τρίτην Anaxandr.4

    ;

    τῇ τρίτῃ X.HG3.1.17

    , etc.;

    τρίτῃ καὶ τετάρτῃ Id.An.4.8.21

    , etc.; but ἐχθὲς καὶ τ. ἡμέραν yesterday and the day before, Id.Cyr.6.3.11:—

    διὰ τρίτης

    two days later,

    Arist.Fr. 368

    ; but, every other day, Hp.Fract. 48, Gal.6.354.
    2 with other Nouns omitted, ἡ τ. (sc. χορδή) the third string in the heptachord, = ἡ παραμέση, Arist.Pr. 920a16, Plu.2.1137b:—ἡ τ. (sc. πληγή) the third blow, v. supr. 1:—ἡ τ. (sc. μερίς) the third part of a coin or weight, Hsch. s.v. ἕκτη, Phot. post

    Τριτοπάτορες; ἐγένετο ὁ μέδιμνος χρυσοῦ καὶ δύο τριτῶν IPE12.32A63

    (Olbia, iii B. C.); third of a stater, Herod.2.64.
    III τρίτον as Adv., thirdly, S.Ant.55, Fr. 380; a third time, E.Hel. 1417, Aristid.2.182 J.; πρῶτον μὲν.., δεύτερον δὲ.., τ. δὲ .. Pl.R. 358c; τοῦτο τ. this third time, LXXNu.22.32, Ev.Jo.21.14:—in Hom. always τὸ τρίτον, Il.3.225, 6.186, al., cf. Hdt.1.55, Ar.Ach. 997, Th.6.5, etc.:—also

    ἐκ τρίτου

    in the third place,

    Pl.Ti. 54a

    (but = the third time, Ev.Matt. 26.44, Dsc. 5.32);

    ἐκ τρίτων E.Or. 1178

    , Pl.Grg. 500a:—regul. Adv.

    τρίτως

    in the third degree,

    Id.Ti. 56b

    .
    2

    τρίτον

    thrice,

    Syrian.in Metaph. 134.15

    , Gp.2.39.7, al., Sch.Pi.O.2.123; Elean

    ἐν τρίτον Schwyzer 412.4

    .
    IV

    τὸ τ. μέρος Isoc.12.177

    , etc.;

    τὸ τ. Luc.Tox.46

    ;

    τὸ τ. τοῦ ἀριθμοῦ Str.7.7.4

    , cf. LXXNu.15.6; ἐπὶ τῷ τ. at the third signal, X.An.2.2.4.
    V τρίτα, τά,
    1 (sc. ἱερά) a sacrifice offered the third day after the funeral, Ar.Lys. 613, Is.2.37, Poll.8.146.
    3 πρῶτα δραμεῖν καὶ δεύτερα καὶ τ. win.. third place in the race, E.Epigr.3 ( τρίτατα cj. Bgk.). (Cf. Skt. trlīyas, Lat. terlius, etc.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τρίτος

  • 15 ἄλαλκε

    ἄλαλκε [pron. full] [ᾰλα], [ per.] 3sg. [tense] aor. 2 (also 2 imper., Thgn. 13), Il.23.185, Hes.Th. 527, Pi.N.4.60 (augm.
    A

    ἤλαλκε Hsch.

    ); subj. (v. infr.); opt. ἀλάλκοις, -κοι, -κοιεν, Od.13.319, Il.21.138, 22.196; in<*>.

    ἀλαλκέμεναι Il.17.153

    , ἀλαλκεῖν (

    ἀλαλκέμεν Ar.Byz.

    ) 19.30, AP7.8 (Antip.); part.

    ἀλαλκών Il.9.605

    , AP9.374:—ward, keep off, τί τινι something from a person, Il.19.30, etc.; less freq.

    τί τινος 21.539

    ;

    ἀ. τί τινι κρατός Od.10.288

    .—Hence A.R.2.235 formed [tense] fut. ἀλαλκήσουσιν, Q.S.7.267 [tense] pres. ἀλάλκουσιν. (Cf. ἀλέξω.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἄλαλκε

  • 16 ἐρίζω

    ἐρίζω, [dialect] Dor. [ per.] 3pl.
    A

    ἐρίζοντι Pi.N.5.39

    ; [dialect] Ep. inf. ἐριζέμεναι, -έμεν, Il. 1.277, 23.404 : [tense] impf.

    ἤριζον D.9.11

    , [dialect] Dor.

    ἔρισδον Theoc.6.5

    , [dialect] Ep.

    ἔριζον Il.2.555

    , [dialect] Ion.

    ἐρίζεσκον Od.8.225

    , Crates Theb.1.3: [tense] fut.

    ἐρίσω Ev.Matt.12.19

    , ([etym.] δι-) App.BC5.127 codd., [dialect] Dor.

    ἐρίξω Pi.Fr.

    II: [tense] aor. I

    ἤρῐσα Hes.Th. 928

    , Lys.2.42, poet.

    ἔρισα Pi.I.8(7).30

    ,

    ἔριξα Id.Pae. 6.87

    ; [dialect] Ep. opt.

    ἐρίσσειε Il.3.223

    ; [dialect] Dor. part.

    ἐρίξαντες Tab.Heracl.2.26

    : [tense] pf.

    ἤρῐκα Plb.3.91.7

    :—[voice] Med., [dialect] Ep. [tense] impf.

    ἐρίζετο Hes.Th. 534

    : [tense] aor. subj.

    ἐρίσσεται Od.4.80

    :—[voice] Pass., [dialect] Ep. [tense] pf. ἐρήρισμαι (in act. sense), v. infr.: ([etym.] ἔρις):—strive, wrangle, quarrel,

    διαστήτην ἐρίσαντε Il.1.6

    , etc.;

    τὸ δίκαιον οὐκ ἔχει λόγον δυοῖν ἐρίζειν S.El. 467

    : c. dat., Hes.Th. 928, Pi.Pae.l.c., etc.;

    ἀλλήλοις Od.18.277

    ;

    ἀντιβίην τινί Il.1.277

    ; ἀντία τοῖς ἀγαθοῖς P1.P.4.285 ; πρὸς θεόν ib.2.88 ;

    πρός τινα περί τινος Plu.Tim.14

    ;

    ὗς ποτ' Ἀθαναίαν ἔριν ἤρισε Theoc.5.23

    ;

    πρὸς πᾶν τὸ λεγόμενον Hdt.7.50

    ; περί τινος about a thing, Il.12.423, al.;

    περὶ μικρῶν ἀκριβῶς ἐ. Isoc.2.39

    : folld. by a relat.,

    ἐ. ὅστις ἀρείων Theoc.5.67

    ;

    ὁπότερος γενναιότερος Pl.Ly. 207c

    : c. inf., contend that..,

    ἤριζον οἱ πολλοὶ οὐ λυσιτελήσειν τὴν πάροδον D.9.11

    : abs., of sophistical disputations, opp. διαλέγεσθαι, ἀμφισβητεῖν, Pl.R. 454a, Prt. 337b, cf. Crates Theb.1.3 ; of political discord, c. dat., Foed. ap. Th.5.79.
    2 rival, vie with, challenge,

    οὐκ ἂν ἔπειτ' Ὀδυσῆΐ γ' ἐρίσσειε βροτὸς ἄλλος Il.3.223

    ;

    ἐπεί σφισιν οὔ τις ἔριζεν Od.8.371

    : c. acc. rei, rival or contend with one in a thing,

    οὐδ' εἰ..Ἀφροδίτῃ κάλλος ἐρίζοι Il.9.389

    , cf. Od.5.213, Hes.Sc.5 : c. dat. rei, δρηστοσύνῃ οὐκ ἄν μοι ἐρίσσειε βροτὸς ἄλλος in service, Od.15.321 ;

    ποσί Il.13.325

    ;

    γνώμῃ καὶ πλήθει καὶ ἀρετῇ ἐ. τινί Lys.2.42

    ;

    ἐρίσσειαν περὶ μύθων Il.15.284

    ;

    ἀθανάτοισιν ἐρίζεσκον περὶ τόξων Od.8.225

    ;

    τῷ Δῒ πλούτου πέρι Hdt.5.49

    : c. inf.,

    ἐρίζετον ἀλλήλοιιν χερσὶ μαχέσσασθαι Od.18.38

    ; ἶσα δὲ πίνειν οὔτις οἱ ἀνθρώπων ἤρισεν Phalaec. ap. Ath.10.440e ;

    πρὸς θεούς Pl.R. 395d

    ; Νέστωρ οἶος ἔριζε N. alone rivalled (him), Il.2.555, cf. X.Cyn.1.12.
    II [voice] Med., like [voice] Act.,

    ᾧ [τόξῳ] οὔ τίς τοι ἐρίζεται Il.5.172

    ;

    μοι ἐρίσσεται..κτήμασιν Od.4.80

    ;

    ἐρίζετο βουλὰς Κρονίωνι Hes.Th. 534

    , cf. Pi.I.4(3).29 : also in [tense] pf. [voice] Pass.,

    τῷ οὔ τις ἐρήρισται κράτος Hes.Fr. 195

    .
    2 [voice] Pass., ταχυτὰς ποδῶν ἐρίζεται there are contests in fleetness of foot, Pi.O.1.95.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐρίζω

  • 17

    ὁ, ὅ, ὅς, The uses are relative, demonstrative, articular: where is not followed by a particle, it is often impossible to decide whether the u<*>e is relative or demonstrative, cf. Des Places 35ff. A relative, cf. ὅς τε. (ὅ, ὅς, τοῦ, οὗ, τῷ, ᾧ, τόν, ὅν, τοί, οἵ, τῶν, ὧν, τοῖςι), οἷς, οἶσιν), τούς; ἅ, ἇς, τᾶς, ᾆ, τᾷ, ἅν, τάν, αἵ, ταί, τᾶν, αἷςι), ταῖσι; τοῦ, οὕνεκεν, ᾧ, τῷ, τό, τά, τῶν, ὧν, οἷσιν, τά.)
    1 c. ind.
    a preceded by an antecedent.

    Ἱέρωνος θεμιστεῖον ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον O. 1.12

    Πέλοπος τοῦ μεγασθενὴς ἐράσσατο Γαιάοχος O. 1.25

    ἕλεν ἄταν ὑπέροπλον ἅν τοι πατὴρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον, τὸν αἰεὶ μενοινῶν κεφαλᾶς βαλεῖν εὐφροσύνας ἀλᾶται (Fennel: τάν οἱ codd.: ἅν οἱ Hermann, v. d. Mühll) O. 1.57—8. νέκταρ ἀμβροσίαν τε δῶκεν, οἷσιν ἄφθιτον θέν νιν ( οἷς νιν coni. Bergk) O. 1.63 [ ἃ τέκε (codd.: ἔτεκε Boehmer: τέκε τε byz.) O. 1.89]

    πατέρων · καμόντες οἳ πολλὰ θυμῷ ἱερὸν ἔσχον οἴκημα O. 2.8

    κούραις, ἔπαθον αἳ μεγάλα O. 2.23

    ὕδωρ δ' ἄλλα (sc. ἄνθεμα)

    φέρβει, ὅρμοισι τῶν χέρας ἀναπλέκοντι O. 2.74

    Ῥαδαμάνθυος ὃν πατὴρ ἔχει μέγας ἑτοῖμον αὐτῷ πάρεδρον O. 2.76

    Ἀχιλλέα ὃς Ἕκτορα σφᾶλε O. 2.81

    κόσμον ἐλαίας, τάν ποτε Ἴστρου ἀπὸ σκιαρᾶν παγᾶν ἔνεικεν O. 3.13

    Πίσα τᾶς ἄπο θεόμοροι νίσοντ' ἐπ ἀνθρώπους ἀοιδαί O. 3.9

    ἔλαφον ἅν ποτε Ταυγέτα ἀντιθεῖσ' Ὀρθωσίας ἔγραψεν ἱεράν O. 3.29

    δένδρεα · τῶν νιν γλυκὺς ἵμερος ἔσχεν O. 3.33

    ἀλλὰ Κρόνου παῖ, ὃς Αἴτναν ἔχεις O. 4.6

    Ψαύμιος ὃς ἐλαίᾳ στεφανωθεὶς Πισάτιδι κῦδος ὄρσαι σπεύδει Καμαρίνᾳ O. 4.11

    Ψαύμιος · ὃς τὰν σὰν πόλιν αὔξων ἐγέραρεν O. 5.4

    ὀχετούς, Ἵππαρις οἷσιν ἄρδει στρατὸν O. 5.12

    αἶνος ὃν ἐν δίκᾳ φθέγξατ O. 6.12

    Πιτάναν ἅ τοι Ποσειδάωνι μιχθεῖσα Κρονίῳ λέγεται O. 6.29

    ἥρωι ὃς ἀνδρῶν Ἀρκάδων ἄνασσε O. 6.34

    Ἑρμᾶν ὃς ἀγῶνας ἔχει O. 6.79

    ἀκόνας, ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει (but more prob. articular: cf. C. 2. d infra) O. 6.83 Μετώπα, πλάξιππον ἃ Θήβαν ἔτικτεν, τᾶς ἐρατεινὸν ὕδωρ πίομαι (bis) O. 6.85

    Ὀρτυγίας, τὰν Ἱέρων καθαρῷ σκάπτῳ διέπων ἀμφέπει Δάματρα O. 6.93

    [ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχοντ ἀγαθαί (v. l. κατέχωντ) O. 7.10]

    παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν O. 7.73

    Ζηνὶ ὃς σὲ μὲν Νεμέᾳ πρόφατον θῆκεν O. 8.16

    Αἰακοῦ· τὸν καλέσαντο σύνεργον O. 8.31

    Ἀλκιμέδων ὃς ἐν τέτρασιν παίδων ἀπεθήκατο γυίοις νόστον O. 8.67

    Βλεψιάδαις ἕκτος οἷς ἤδη στέφανος περίκειται O. 8.76

    κόσμον Ὀλυμπίᾳ, ὅν σφι Ζεὺς γένει ὤπασεν O. 8.83

    ἀκρωτήριον Ἄλιδος τὸ δή ποτε Λυδὸς ἥρως Πέλοψ ἐξάρατο O. 9.10

    υἱόν, ἃν Θέμις θυγάτηρ τέ οἱ σώτειρα λέλογχεν O. 9.15

    ῥάβδον, βρότεα σώμαθ' ᾇ κατάγει O. 9.34

    Μενοίτιον· τοῦ παῖς ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ O. 9.70

    ἀγῶνα ὃν ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος ἐκτίσσατο O. 10.24

    μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85

    Ἀρχεστράτου τὸν εἶδον κρατέοντα O. 10.100

    ὥρᾳ τε κεκραμένον, ἅ ποτε ἀναιδέα Γανυμήδει θάνατον ἆλκε σὺν Κυπρογένει O. 10.104

    ἐγκώμιον τεθμόν, τὸν ἄγει πεδίων ἐκ Πίσας O. 13.29

    πατρὸς ὃς ἔπαθεν O. 13.63

    φόρμιγξ τᾶς ἀκούει μὲν βάσις P. 1.2

    Τυφὼς · τόν ποτε Κιλίκιον θρέψεν πολυώνυμον ἄντρον P. 1.16

    Αἴτνα · τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί P. 1.21

    Ζεῦ, ὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος, γαίας μέτωπον, τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν (bis) P. 1.30

    Ποίαντος υἱὸν ὃς Πριάμοιο πόλιν πέρσεν P. 1.54

    Αἴτνας βασιλεῖ·· τῷ πόλιν Ἱέρων ἔκτισσε P. 1.61

    Τυνδαριδᾶν βαθύδοξοι γείτονες, ὧν κλέος ἄνθησεν αἰχμᾶς P. 1.66

    Συρακοσίων ἀρχῷ ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    μαχᾶν, ταῖσι Μήδειοι κάμον P. 1.78

    τετραορίας εὐάρματος Ἱέρων ἐν ᾇ

    κρατέων ἀνέδησεν Ὀρτυγίαν P. 2.5

    ὕμνον τὸν ἐδέξαντ' ἀμφ ἀρετᾷ P. 1.80

    Ἀρτέμιδος, ἇς οὐκ ἄτερ ἐδάμασσε πώλους (Hermann: τᾶς codd.) P. 2.7

    Κινύραν τὸν ὁ χρυσοχαῖτα προφρόνως ἐφίλησ' Ἀπόλλων P. 2.16

    Ἥρας τὰν Διὸς εὐναὶ λάχον πολυγαθέες P. 2.27

    γόνον τὸν ὀνύμαζε τράφοισα Κένταυρον, ὃς ἵπποισι Μαγνητίδεσσιν ἐμείγνυτ (bis) P. 2.44

    θεός, ὃ καὶ πτερόεντ' αἰετὸν κίχε P. 2.50

    θεός, ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    ξένον, ὃς Συρακόσσαισι νέμει βασιλεύς P. 3.70

    στεφάνοις, τοὺς ἀριστεύων Φερένικος ἕλεν Κίρρᾳ ποτέ P. 3.74

    Ματρί, τᾶν κοῦραι παρ' ἐμὸν πρόθυρον σὺν Πανὶ μέλπονται P. 3.78

    ( Πηλεύς τε καὶ Κάδμος)

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    [ὅς (codd. contra metr.: σάος Schr.) P. 3.106]

    τὸ Μηδείας ἔπος Αἰήτα τό ποτε ζαμενὴς παῖς ἀπέπνευσ P. 4.10

    κεῖνος ὄρνις τόν ποτε δέξατP. 4.20Εὔφαμος, τόν ποτ' Εὐρώπα τίκτεP. 4.46

    μελίσσας Δελφίδος ἅ σε χαίρειν ἐστρὶς αὐδάσαισα ἄμφανεν P. 4.61

    τοκέων, τοί μ' κρύβδα πέμπονP. 4.111 ἀγρούς τοὺς ἀπούρας ἁμετέρων τοκέων νέμεαιP. 4.149θρόνος, ᾧ ποτε Κρηθείδας ἐγκαθίζων εὔθυνεP. 4.152 δέρμα τε κριοῦ τῷ ποτ' ἐκ πόντου σαώθηP. 4.161

    βόας, οἳ φλόγ' ἀπὸ ξανθᾶν γενύων πνέον P. 4.225

    δράκοντος ὃς πάχει μάκει τε πεντηκόντερον ναῦν κράτει, τέλεσεν ἃν πλαγαὶ σιδάρου (bis) P. 4.245

    Κάστορος· εὐδίαν ὃς μετὰ χειμέριον ὄμβρον τεὰν καταιθύσσει μάκαιραν ἑστίαν P. 5.10

    Κάρρωτον ὃς Βαττιδᾶν ἀφίκετο δόμους P. 5.27

    ἀνδριάντι Κρῆτες ὃν τοξοφόροι τέγει Παρνασσίῳ καθέσσαντο P. 5.41

    Ἀπόλλων ὃ καὶ βαρειᾶν νόσων ἀκέσματ' νέμει P. 5.63

    μυχόν τ' ἀμφέπει μαντήιον. τῷ Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ ἔνασσεν ἀλκάεντας Ἡρακλέος ἐκγόνους (ᾧ, τῷ χρησμῷ Σ.) P. 5.69

    πόλιν. ἔχοντι τὰν χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες P. 5.82

    ἄνδρες τοὺς

    Ἀριστοτέλης ἄγαγε P. 5.87

    Ἀρκεσίλᾳ· τὸν ἐν ἀοιδᾷ νέων πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν P. 5.103

    ὕμνων θησαυρὸς. τὸν οὔτε χειμέριος ὄμβρος οὔτ' ἄνεμος ἐς μυχοὺς ἁλὸς ἄξοισι P. 6.10

    Ἀντίλοχος ὃς ὑπερέφθιτο πατρός P. 6.30

    Ἐλέλιχθον, ἄρχεις ὃς ἱππιᾶν ἐσόδων P. 6.50

    ἀστῶν οἳ τεὸν δόμον Πυθῶνι δίᾳ θαητὸν ἔτευξαν P. 7.10

    τὺ (= Ἡσυχία) —

    τὰν οὐδὲ Πορφυρίων μάθεν παρ' αἶσαν ἐξερεθίζων P. 8.12

    Ἀπόλλωνος· ὃς εὐμενεῖ νόῳ λτ;γτ;ενάρκειον ἔδεκτο υἱὸν P. 8.18

    σωμάτεσσι τοῖς οὔτε νόστος ὁμῶς ἔπαλπνος ἐν Πυθιάδι κρίθη P. 8.83

    Κυράνας, τὰν Λατοίδας ἅρπασ P. 9.5

    Ὑψέος ὃς Λαπιθᾶν ὑπερόπλων τουτάκις ἦν βασιλεύς P. 9.14

    ὅν ποτε Κρέοισ' ἔτικτεν P. 9.15

    σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν P. 9.42

    ὦ ἄνα, κύριον ὃς πάντων τέλος οἶσθαP. 9.44 παῖδα ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς οἴσειP. 9.59

    Κυράναν, ἅ νιν εὔφρων δέξεται P. 9.73

    Ἰόλαον. τόν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν P. 9.80

    κῶφος ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει, μηδὲ Διρκαίων ὑδάτων ἀὲ μέμναται, τά νιν θρέψαντο καὶ Ἰφικλέα, τοῖσι τέλειον ἐπ' εὐχᾷ κωμάσομαί τι παθὼν ἐσλόν (ter) P. 9.87—9.

    κούραν, τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον P. 9.107

    Ὑπερβορέων. παρ' οἶς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας P. 10.31

    ὧν θαλίαις ἔμπεδον εὐφαμίαις τε μάλιστ' Ἀπόλλων χαίρει P. 10.34

    θησαυρόν, ὃν περίαλλ' ἐτίμασε Λοξίας P. 11.5

    ἀγῶνι ἐν τῷ Θρασυδᾷος ἔμνασεν ἑστίαν P. 11.13

    Ὀρέστα· τὸν δὴ ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.17

    Πυθονίκῳ ἢ Θρασυδᾴῳ, τῶν εὐφροσύνα τε καὶ δόξ' ἐπιφλέγει P. 11.45

    τέχνᾳ, τάν ποτε Παλλὰς ἐφεῦρε P. 12.6

    θρῆνον. τὸν ἄιε λειβόμενον P. 12.9

    υἱὸς Δανάας· τὸν ἀπὸ χρυσοῦ φαμὲν αὐτορύτου ἔμμεναι P. 12.17

    δονάκων, τοὶ παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων P. 12.26

    ἀλλ' ἔσται χρόνος οὖτος, ὃ καὶ τὸ μὲν δώσει P. 12.31

    νάσω, τὰν Ζεὺς ἔδωκεν

    Φερσεφόνᾳ N. 1.13

    ἀοιδὰν. τᾶς ἀφθονίαν ὄπαζε μήτιος ἁμᾶς ἄπο N. 3.9

    Μυρμιδόνες ὧν παλαίφατον ἀγορὰν οὐκ ἐλεγχέεσσιν ἐμίανε N. 3.14

    κιόνων ὕπερ Ἡρακλέος ἥρως θεὸς ἃς ἔθηκε ναυτιλίας ἐσχάτας μάρτυρας κλυτούς N. 3.22

    Πηλεὺς ὃς καὶ Ἰαολκὸν εἶλε N. 3.34

    Ἀσκλαπιόν, τὸν φαρμάκων δίδαξε μαλακόχειρα νόμον N. 3.55

    σέο δ' ἀγών, τὸν ὕμνος ἔβαλεν ὄπι νέων ἐπιχώριον χάρμα κελαδέων N. 3.65

    Ἀριστοκλείδᾳ ὃς τάνδε νᾶσον εὐκλέι προσέθηκε λόγῳ N. 3.68

    αἰετὸς ὃς ἔλαβεν αἶψα N. 3.81

    Ἡρακλέος. σὺν ᾧ ποτε Τροίαν κραταιὸς Τελαμὼν πόρθησε N. 4.25

    ἕδραν, τὰν οὐρανοῦ βασιλῆες πόντου τ' ἐφεζόμενοι δῶρα καὶ κράτος ἐξέφαναν (Herwerden: τᾶς codd.) N. 4.67 ( κεῖνος) τὸν Εὐφάνης ἐθέλων γεραιὸς προπάτωρ σὸς ἄεισέν ποτε, παῖ (Σ assume Kallikles to be antecedent, others refer to ἀγῶνι or Ὀρσοτριαίνα, cf. N. 2.24) N. 4.89

    ἄρουραν· τάν ποτ' εὔανδρόν τε καὶ ναυσικλυτὰν θέσσαντο N. 5.9

    Ποσειδάωνα ὃς Αἰγᾶθεν ποτὶ κλειτὰν θαμὰ νίσεται Ἰσθμὸν Δωρίαν N. 5.37

    μείς τ' ἐπιχώριος, ὃν φίλησ Ἀπόλλων N. 5.44

    παῖς ἐναγώνιος, ὃς ταύταν μεθέπων Διόθεν αἶσαν νῦν πέφανται οὐκ ἄμμορος N. 6.13

    Σαοκλείδἀ, ὃς ὑπέρτατος Ἁγησιμάχοἰ ὑέων γένετο N. 3.21

    ἀγώνων ἄπο, τοὺς ἐνέποισιν ἱερούς N. 6.59

    Αἴας, ὃν πόρευσαν N. 7.27

    [ βοαθοῶν τοι. v.

    τοι N. 7.33

    ]

    πόλιν. τᾷ καὶ Δαναοὶ πόνησαν N. 7.35

    γλῶσσαν, ὃς ἐξέπεμψεν παλαισμάτων αὐχένα καὶ σθένος ἀδίαντον N. 7.72

    τίν Γίγαντας ὃς ἐδάμασας N. 7.90

    [ γέρας τό περ νῦν. v. , C. N. 7.101]

    ἡρώων ἄωτοι οἵ τε κρανααῖς ἐν Ἀθάναισιν ἅρμοζον στρατόν, οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.11

    πάρφασις ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34

    ῥεέθροις, ὧν ἐγὼ μνασθεὶς ἐπασκήσω κλυταῖς ἥρωα τιμαῖς· ὅς τότε ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν N. 9.9

    —11.

    αἰδὼς ἃ φέρει δόξαν N. 9.34

    φιάλαι-

    σι ἅς ποθ' ἵπποι κτησάμεναι Χρομίῳ πέμψαν N. 9.52

    Ἡρακλέος οὗ κατ' Ὄλυμπον ἄλοχος Ἥβα ἔστι N. 10.17

    ἑταίρους οἵ σε γεραίροντες ὀρθὰν φυλάσσοισιν Τένεδον N. 11.5

    Δᾶλος, ἐν ᾇ κέχυμαι I. 1.4

    πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα, θρασεῖαι τόν ποτε Γηρυόνα φρίξαν κύνες (bis) I. 1.12—3.

    ἄρουραν, ἅ νιν ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.36

    φῶτες, οἳ χρυσαμπύκων ἐς δίφρον Μοισᾶν ἔβαινον ( οἳ Σ: ὅσοι codd.) I. 2.1 τὠργείου χρήματα χρήματ' ἀνήρ ὃς φᾶ (others view ὅς as dem.) I. 2.11

    νίκαν, τὰν λτ;γτ;ενοκράτει Ποσειδάων ὀπάσαις στεφάνωμα κόμᾳ πέμπεν I. 2.14

    χεῖρα τὰν Νικόμαχος κατὰ καιρὸν νεῖμ I. 2.22

    γαῖαν τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27

    ἀρετὰς. αἷσι Κλεωνυμίδαι θάλλοντες αἰεὶ διέρχονται I. 4.4

    Ἄἴαντος ἀλκάν, φοίνιον τὰν ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ ταμὼν μομφὰν ἔχει I. 4.35

    Ὅμηρος ὃς αὐτοῦ πᾶσαν ὀρθώσαις ἀρετὰν κατὰ ῥάβδον ἔφρασεν I. 4.37

    υἱὸς Ἀλκμήνας· ὃς Οὔλυμπόνδ' ἔβα I. 4.55

    θανόντων· τοὺς Μεγάρα τέκε οἱ Κρεοντὶς υἱούς· τοῖσιν ἐν δυθμαῖσιν αὐγᾶν φλὸξ παννυχίζει I. 4.64

    —5.

    Αἰακοῦ παίδων τε. τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων ἔπραθον I. 5.35

    πατρός. τὸν χαλκοχάρμαν ἐς πόλεμον ἆγε I. 6.27

    θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτ' ἐν ΝεμέᾳI. 6.48ἔσσεταί τοι παῖς, ὃν αἰτεῖςI. 6.52

    ὕδωρ, τὸ ἀνέτειλαν I. 6.74

    θάλος, χάλος, χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν I. 7.25

    Ζηνί ὃ τὰν μὲν ᾤκισσεν ἁγεμόνα I. 8.19

    Αἰακὸν. ὃ καὶ δαιμόνεσσι δίκας ἐπείραινε I. 8.23

    Ἀχιλέος. ὃ καὶ Μύσιον ἀμπελόεν αἵμαξε I. 8.49

    θεόν, ὃς κεραυνοῦ τε κρέσσον ἄλλο βέλος διώξει χερί I. 8.34

    ἶνας ἐκταμὼν δορί, ταί μιν ῥύοντό ποτε I. 8.52

    ἀριστέας οἶς δῶμα Φερσεφόνας μανύων Ἀχιλεύς πρόφαινεν I. 8.55

    μιν ὃς ἔλαχεν σελίνων I. 8.63

    ( Ζεύς), ὃς καὶ τυπεὶς ἁγνῷ πελέκει τέκετο ξανθὰν Ἀθάναν fr. 34. Εὐξαντίου [Κρητ]ῶν μαιομένων

    ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    Διὸς Ἐννοσίδαν τε. χθόνα τοί ποτε καὶ στρατὸν ἀθρόον πέμψαν κεραυνῷ τριόδοντί τε ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.42

    ]ὃν ἔμβα[λ Pae. 6.78

    Νεοπτόλεμον. ὃς διέπερσεν Ἰλίου πόλιν Pae. 6.104

    χρηστήριον[ ]ἐν ᾧ Τήνερον ἔτεκ[εν Pae. 9.41

    τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; (cod. unus Stobaei in marg., cett.: om. Clem. Alex.: ᾆ τ Boeckh) fr. 61. 1. θεοί, πολύβατον οἵ τ' ἄστεος ὀμφαλὸν θυόεντ οἰχνεῖτε πανδαίδαλόν τ εὐκλἔ ἀγοράν fr. 75. 3. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν, τὸν Βρόμιον τὸν Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν ( ὃν ὃν v. l.: τε om. codd. nonnulli: docti unum vel alterum τὸν del.) fr. 75. 10. Ἀλαλά, ᾆ θύεται ἄνδρες fr. 78. 2. ἀνδρὸς δ' οὔτε γυναικός, ὧν θάλεσσιν ἔγκειμαι Παρθ. 2. 3. νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς, ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2.. θυγάτηρ, Ἀνδαισιστρότᾰ ἃν ἐπάσκησε Παρθ. 2.. Ὑμέναιον, ὃν λάβεν (ὃν supp. Hermann: om. cod.) Θρ. 3.. ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ αὔξοντ fr. 133. 3. ἑορτὰ ἐν ᾇ πρῶτον εὐνάσθην fr. 193. Ἐλπίς, ἃ μάλιστα κυβερνᾷ fr. 214. 3.
    b where the antecedent follows the rel. cl. [ ταί τε ναίετε (Bergk: αἵ τε codd.) O. 14.2]

    ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται βοὰν Πιερίδων ἀίοντα ὅς τ' ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ κεῖται, θεῶν πολέμιος, Τυφώς P. 1.15

    ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ N. 3.41

    οἶσι δὲ Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος δέξεται, ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων ἐνάτῳ ἔτει ἀνδιδοῖ ψυχὰς πάλιν fr. 133. 1. ὁ χοροιτύπος, ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156.
    c with interior antecedent. “ἀρχαίαν κομίζων πατρὸς ἐμοῦτάν ποτε Ζεὺς ὤπασεν λαγέτᾳ Αἰόλῳ καὶ παισὶ τιμάν ( ἀρχὰν ἀγκομίζων Chaeris) P. 4.107

    μακάριος, ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φέρτατων μναμήἰ P. 5.46

    d
    I ἐξ οὗ, from then on

    ἐξ οὗ πολύκλειτον καθ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν O. 6.71

    ἐξ οὗ Θέτιος γόνος οὐλίῳ μιν ἐν Ἄρει παραγορεῖτο μή ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι αἰχμᾶς O. 9.76

    I being demonstrative in same case as rel. ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον ( τοιούτων ὧν) O. 13.31 ὧν ἔραται, καιρὸν διδούς ( τούτων ὧν) P. 1.57 τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός ( τούτων ὧν) P. 10.61 πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν, ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται ( τούτοις οἷς) N. 1.28 σύνες ὅ τοι λέγω ( τοῦτο ὅ) fr. 105. 1. ἀλᾶται στρατῶν, ὃς ἀμαξοφόρητον οἶκον οὐ πέπαται ( ἐκεῖνος ὅστις) fr. 105b. 2. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε fr. 124. 8.
    II being assimilated to the case of the rel. τιμὰ δὲ γίνεται, ὧν θεὸς ἁβρὸν αὔξει λόγον τεθνακότων (τούτοις, ὧν) N. 7.32 Ζεῦ πάτερ, τῶν μὰν ἔραται φρενί, σιγᾷ οἱ στόμα ( ταῦτα ὧν) N. 10.29 ὀρνιχολόχῳ τε καὶ ὃν πόντος τράφει ( ἐκείνῳ ὃν) I. 1.48
    f where antecedent does not correspond to rel. in gender or number. ὀρθὰν ἄγεις ἐφημοσύναν, τά ποτ' ἐν οὔρεσι φαντὶ μεγαλοσθενεῖ Φιλύρας υἱὸν ὀρφανιζομένῳ Πηλείδᾳ παραινεῖν (Er. Schmid: τὰν codd.) P. 6.21
    2 c. subj.
    a preceded by definite antecedent.
    I μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε πρώτοις αἰδοία ποτιστάξῃ Χάρις εὐκλέα μορφάν (v. l. ποτιστάξει, -άζει) O. 6.75 ὁ δ' ὄλβιος ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί ( κατέχοντ v. l.) O. 7.10

    ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44

    II add. κε/

    ἄν. ἀμφοτέροισι δ' ἀνήρ, ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ, στέφανον ὕψιστον δέδεκται P. 1.100

    γένος, οἵ κεν τάνδε νᾶσον ἐλθόντες τέκωνται φῶταP. 4.51

    ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς, ὃς ἂν τὰ μέγιστ' ἀέθλων ἕλῃ P. 10.23

    , cf. P. 5.65 infra.
    I being demonstrative in same case as rel.

    δίδωσί τε Μοῖσαν οἷς ἂν ἐθέλῃ P. 5.65

    ὃς δ' ἀμφ ἀέθλοις ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθείς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.50

    II where the rel. is assimilated to the case of the antecedent. ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται ( τούτων ἅ) N. 3.71 τὰ δ' αὐτὸς ἀντιτύχῃ, ἔλπεταί τις ἕκαστος ἐξοχώτατα φάσθαι ( ταῦτα ὧν: ἄν τις τύχῃ codd., corr. Mingarelli) N. 4.91
    c where the antecedent does not correspond with the rel. in gender or number, v. P. 4.51 supra
    a
    II
    3 c. opt.
    a with definite antecedent. ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα, τὸν Εὐάδνα τέκοι (v. Goodwin, M & T, § 700) O. 6.49
    b add. κε/ἄν, v. P. 9.119 infra c.
    c antecedent omitted, being demonstrative assimilated to the case of the rel. θανεῖν δ' οἷσιν ἀνάγκα, τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἕψοι μάταν; (byz.: οἷς codd.) O. 1.82 εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι, ὃς ἂν πρῶτος θορὼν ἀμφί οἱ ψαύσειε πέπλοις (The oratio recta would be ὃς ἂν ψαύσῃ,” Gildersleeve) P. 9.119
    4 f. s. dat. pro adv., =

    ὡς. ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων ᾇ τάχος O. 6.23

    ἐνυπνίῳ δ' ᾇ τάχιστα πιθέσθαι κελήσατο μιν (Kayser: δ' ἇ, δαί, δέ codd.) O. 13.79
    5 exx. where rel. conj. is postponed within rel cl. as second word, O. 1.12, O. 1.82, O. 2.8, O. 2.23, O. 2.74, O. 6.85, O. 8.76, P. 4.10, P. 4.246, P. 5.10, P. 5.41, P. 5.82, P. 6.50, P. 9.44, I. 1.13, I. 7.25, fr. 12, Πα.., Παρθ. 2. 71: as third word, O. 5.12, O. 9.34, P. 2.5, N. 3.22,

    Κρητ]ῶν μαιομένων ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    as fourth word, or more,

    ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον

    ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται N. 1.28

    τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4.
    6 in crasis, v. οὕνεκεν.
    7 fragg. ]

    νοιον ἃ σοὶ σε[ Πα.. 1 ]οῦν οἳ Ζην[ Pae. 6.154

    ]υἱὸν ἔτι τέξει· τὸν απ[ Pae. 10.21

    ἐγχώριαι, [ἀγ]λαὸς ἃς ἐν' ἑρκε[ (ἆς = ἕως Wil.)

    Πα. 12. 2. τόν ποτε[ Pae. 22.9

    ]τοὶ πρόιδ[ο]ν αἶσαν α[ (καί]τοι Schr.) fr. 140a. 49 (23) ]αδις, οὕς οἱ[ (οἱ encl. post vocalem P. ponere solet, nott. Snell) fr. 169, 51. ὃς Δολόπων ἄγαγε θρασὺν ὅμιλον fr. 183. B demonstrative (ὁ, τοῦ, [τοῖο coni.], τῷ, τόν, τοί, οἱ, τῶν, τοῖς, τοῖσιν), τούς; ἁ, τᾶς coni., τᾷ, τάν, ταί, αἱ, ταῖς, τάς; τό, τοῦ, τό, τά, τῶν, τά: ὅς, I. 2.11, v. A. 1. a. supra.)
    a

    μέν... δέ. ἀλλὁ μὲν Πυθῶνάδ' ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37

    —9. [ τὸ μὲν τὸ δὲ, v. infra 5a, O. 7.23]

    ἐδόκησαν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ' ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58

    —9. [ τὰ μὲν τὰ δὲ. v. infra 5b, P. 2.65]

    Ἀσκλαπιόν. τὸν μὲν εὐίππου Φλεγύα θυγάτηρ πρὶν τελέσαι, κατέβα. ἁ δ' ἄλλον αἴνησεν γάμον P. 3.8

    —12.

    τοὺς μὲν ὦν λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.47

    —53.

    τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας P. 3.51

    —2.

    ἐν δ' αὖτε χρόνῳ τὸν μὲν ὀξείαισι θύγατρες ἐρήμωσαν πάθαις εὐφροσύνας μέρος αἱ τρεῖς τοῦ δὲ παῖς P. 3.97

    —100. [διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον (v. C. 1. a infra) P. 4.179] [ τὸ μὲν τὸ δ. v. 5. a infra P. 11.63—4.]

    τὸ μὲν δώσει, τὸ δ' οὔπω P. 12.32

    δράκοντας. τοὶ μὲν ἐς θαλάμου μυχὸν εὐρὺν ἔβαν. ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα N. 1.41

    —3. φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιο-

    τὰν λαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55

    μεταμειβόμενοι δ' ἐναλλὰξ ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.55

    —6.

    ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον· τὸν δ' αὖ καταμεμφθέντ ἄγαν ἰσχὺν οἰκείων παρέσφαλεν καλῶν θυμός N. 11.29

    —30. ]ναόν· τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ], ὦ Μοῖσαι· τοῦ δὲ παντέχ[νοις] Ἁφαίστου παλάμαις καὶ Ἀθά[νας] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; ( τοῦ coni. Hunt: τον Π.) Πα... ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δὲ Ὑμέναιον. ἁ δ' Ἰάλεμον Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται Θρ. 7. 6.
    b with μέν only
    I in μέν... δέ construction.

    ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ἀπ' ἀγλαῶν δενδρέων, ὕδωρ δ ἄλλα φέρβει O. 2.73

    τὰ μὲν ἁμετέρα γλῶσσα ποιμαίνειν ἐθέλει, ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.8

    τῷ μὲν Ἀπόλλων ἅ τε Πυθὼ κῦδος ἐξ ἀμφικτιόνων ἔπορεν ἱπποδρομίας. ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγώ P. 4.66

    τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν καὶ τόδε P. 4.86

    τοὶ μὲν ἀλλάλοισι ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ. ἀνὰ δ P. 4.93

    [ τὸ μὲν ὅτι μάκαρ δὲ καὶ νῦν ὅτι v. 5. a. infra. P. 5.15]

    τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.44

    [ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός v. 5. a infra N. 6.3]

    τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις ἕτερον δ' ἑτέραις N. 8.3

    τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι τιμάεντες ἀρχᾶθεν λέγονται ὅσσα δ ( τοί refers to Kleonymidai, v. 4) I. 4.7παῖδα τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθω” anacoluthon I. 6.47

    τὰν μὲν πόλιος ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ I. 8.19

    ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε. βροτέων δὲ λεχέων τύχοισα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντI. 8.35

    καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Pae. 2.53

    b in μέν... τε construction. [ τὸ μὲν ὅτι ὅτι τε v. 5. a. infra P. 2.31] [dub. N. 11.46]

    ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30

    τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ (τό = Medusa's head, Lobel: fort. adv.) *d. 4. 39.
    g in μέν... ἀτάρ construction.

    οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων P. 4.168

    c with δέ only
    I in μέν... δέ construction.

    παρὰ μὲν τιμίοις θεῶν οἵτινες ἔχαιρον εὐορκίαις ἄδακρυν νέμονται αἰῶνα, τοὶ δ' ἀπροσόρατον ὀκχέοντι πόνον O. 2.67

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω κυλίνδοντ ἐλπίδες O. 12.6

    πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν, ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δ ἀνιαραῖς ἀντικύρσαντες ζάλαις O. 12.11

    πολλοῖσι μὲν γὰρ. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28

    θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας, ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο P. 11.34

    πολλὰ μὲν γὰρ ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43

    ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχ[υν], τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 31. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι, τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιοτά fr. 221. 3.
    II

    ὁ δέ... ὁ δέ. ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι ἔκ τ Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν, οἱ δ Ἄρκαδες, οἱ δὲ καὶ Πισᾶται O. 9.67

    —8.
    III

    ἄλλος δέ... ὁ δέ. ἄλλαι δὲ δὔἐν Κορίνθου πύλαις ἐγένοντ ἔπειτα χάρμαι, ταὶ δὲ καὶ Νεμέας Ἐφαρμόστῳ κατὰ κόλπον O. 9.87

    IV where a μέν antithesis is suppressed.

    διασωπάσομαι οἱ μόρον ἐγώ· τὸν δ' ἐν Οὐλύμπῳ φάτναι Ζηνὸς ἀρχαῖαι δέκονται O. 13.92

    ὁπόθ' Ἁρμονίαν γᾶμεν βοῶπιν, ὁ δὲ Νηρέος εὐβούλου Θέτιν παῖδα κλυτάν ( ὁ μὲν Κάδμος suppressed) P. 3.92

    Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμ' ἐπέδα. ὁ δ ἔφεπεν κραταιὸν ἔγχος P. 6.33

    νέᾳ δ' εὐπραγίᾳ χαίρω τι· τὸ δ ἄχνυμαι, φθόνον ἀμειβόμενον τὰ καλὰ ἔργα P. 7.18

    Ἀγρέα καὶ Νόμιον, τοῖς δ' Ἀρισταῖον καλεῖν P. 9.65

    πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν. τοῖο δ' ὀργὰν κνίζον αἰπεινοὶ λόγοι (Hermann: τοῦ δὲ codd.: τοῖο refers to μιν) N. 5.32

    αὐτίκα γὰρ ἦλθε Λήδας παῖς διώκων. τοὶ δ' ἐναντίον στάθεν N. 10.66

    ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου τρεῖς ἀπ' Ἰσθμοῦ, τὰς δ ἀπ εὐφύλλου Νεμέας I. 6.61

    ἐλάφῳ· τὰν δ' ἐπ αὐχένι στρέφοισαν κάρα *fr. 107a. 6*. irregularly coordinated with rel., νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας α[ ]α χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2. 47. esp. after a speech, cf. Führer, Formproblem, 41—4,

    ὣς ἄρα μάνυε· τοὶ δ' οὔτ ὦν ἀκοῦσαι O. 6.52

    τὸν δὲ θαρσήσαις ἀγανοῖσι λόγοις ὧδ' ἀμείφθη ( ὣς μὲν ἔφα suppressed) P. 4.101

    τὸν δὲ Κένταυρος ζαμενὴς εὐθὺς ἀμείβετο P. 9.38

    τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν N. 5.31

    ὣς φάτο· τοὶ δ' ἐπὶ γλεφάροις νεῦσαν ἀθανάτοισιν I. 8.45

    d followed by progressive μέν, emphasising esp. subject of preceding sentence.

    τῷ μὲν ειλτ;γτ;πε O. 1.73

    τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86

    τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασ O. 6.41

    τὸν μὲν κνιζομένα λεῖπε χαμαί O. 6.44

    τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πλόον εἶπε O. 7.32

    τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60

    τῷ μὲν διδύμας χάριτας εἰ κατέβαν ἄγων P. 3.72

    ἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι. τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῳ φέρειν (but perhaps τά refers to the general distribution of good and ill) P. 3.82φῶτα. τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσειP. 4.53

    ὣς φάτο· τὸν μὲν ἐσελθόντ' ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120

    ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος, τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσονP. 4.154 τῶν μὲν κλέος ἐσλὸν Εὐφάμου τ' ἐκράνθη σόν τε, ΠερικλύμενP. 4.174

    Κυράναν. ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18

    ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (Tricl.: τεοῖσί τε codd.: τε del. Calliergus sec. Σ: refers to αὐτόν v. 8: perhaps ὁ μέν τὸ δέ is the correct antithesis) P. 10.11 τῷ μὲν Ἀλεκτρᾶν ὕπερθεν δαῖτα

    πορσύνοντες αὔξομεν I. 4.61

    τὸν μὲν κελήσατο νεκταρέαις σπονδαῖσιν ἄρξαι καρτεραίχμαν Ἀμφιτρυωνιάδαν I. 6.37

    τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24

    τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56

    τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65

    adv. τὰ μέν, v. P. 11.46, N. 3.43, 5. b infra.
    e followed by progressive δέ, emphasising some previous word(s) not normally subject of the preceding sentence.

    Εὐρυτρίαιναν· ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη O. 1.73

    ἐπί οἱ νεφέλαν ἀγκύλῳ κρατὶ κατέχευας· ὁ δὲ κνώσσων ὑγρὸν νῶτον αἰωρεῖ P. 1.8

    ( θεραπόντεσσιν.) “ τῶν δ' ἐλάθοντο φρένεςP. 4.41 ( συγγενέσιν.)

    οἱ δ' ἐπέσποντ P. 4.133

    τῶν δ' ἀκούσαις αὐτὸς ὑπαντίασεν (where τῶν refers to the subject of the preceding sentence) P. 4.135 τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται (where τά refers to ἐσλά v. 73) P. 8.76

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ( ὥραισι καὶ Γαίᾳ.)

    ταὶ δ' νέκταρ ἐν χείλεσσιν καὶ ἀμβροσίαν στάξοισι P. 9.62

    ἢ ἑτέρῳ λέχει δαμαζομέναν ἔννυχοι πάραγον κοῖται; τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον (τὸ = τοῦτο, summing up the previous sentence) P. 11.25 ( Τειρεσίαν.)

    ὁ δέ οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ N. 1.61

    ( Μοισᾶν.)

    αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν N. 5.25

    ( Νεοπτόλεμος.)

    ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε N. 7.36

    θρέψε δ' αἰχμὰν Ἀμφιτρύωνος. ὁ δ ὄλβῳ φέρτατος ἵκετ ἐς κείνου γενεάν ( is referred variously to Zeus and Amphitryon) N. 10.13 ἄνδωκε δ' αὐτῷ Τελαμών, ὀ δ ἀνατείναις οὐρανῷ χεῖρας ἀμάχους αὔδασε ( refers to αὐτῷ) I. 6.41 ( Θέμιν.) ἁ δὲ τίκτεν ἀλαθέας ὥρας (but perhaps δὲ balances μέν v. 1) fr. 30. 6. ὁ δὲ κηλεῖται Δ. 2. 21. ἁ δ' ἔργμασι[ Παρθ. 2.. ὁ δ ἄφ[αρ π]λεκτόν τε χαλκὸν ὑπερη[ (i. e. ?Herakles, who is the subject of the verb in v. 21) fr. 169. 26. τοὶ δ' αὐτ[ ?fr. 338. 9.
    f exx. with μέν... δέ, where the connection is obscured by lacuna. τοὶ δ' ἐπίμπλαν ἐσσύμενοι πίθους (? μέν suppressed) *fr. 104b. 3* δελφῖνος, τὸν μὲν ἀκύμονος ἐν πόντου πελάγει αὐλῶν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος (?rel.) fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161.
    g combined with γάρ. ( παισὶ Λήδας.)

    τοῖς γὰρ ἐπέτραπεν Οὔλυμπόνδ' ἰὼν θαητὸν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36

    ( Κόρινθον.)

    ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6

    ( Κάστορος.)

    τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν N. 10.60

    αἰῶνος εἴδωλον (nom.). τὸ γάρ ἐστι ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.
    h combined with καί. εὐναὶ δὲ παράτροποι ἐς κακότατ' ἀθρόαν ἔβαλον· ποτὶ καὶ τὸν ἵκοντ ( ποτὶ τὸν καὶ coni. Mommsen) P. 2.36 esp. with general reference to preceding, τὸ καὶ ἀνδρὶ κώμου δεσπότᾳ πάρεστι Συρακοσίῳ (i. e. τὸ ἐπὶ Ἀμφιαράου ῥηθέν Σ.) O. 6.17

    ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά I. 8.15

    ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις, ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν. τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον I. 8.61

    cf. O. 6.56
    i combined with

    καί... γάρ. καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48

    j followed by

    γε. περὶ δὲ πάξαις Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε O. 10.45

    τὸν δὲ τετράκναμον ἔπραξε δεσμὸν ἑὸν ὄλεθρον ὅγ P. 2.41

    [ τό γ' ἐπαρκέσαι (codd.: ὅ, τέ, σέ coni. edd.) N. 6.60]
    2 without particle.

    Πηλεύς τε καὶ Κάδμος ἐν τοῖσιν ἀλέγονται O. 2.78

    τὰν μεθέπων ἴδε καὶ κείναν χθόνα O. 3.31

    ἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20

    ἀέθλοις. τῶν ἄνθεσι Διαγόρας ἐστεφανώσατο δίς O. 7.80

    τοὺς ἀγαγὼν ζεύγλᾳ πέλασσεν μοῦνος P. 4.227

    Διὸς ἀγῶνι. τόν, ὦ πολῖται, κωμάξατε Τιμοδήμῳ σὺν εὐκλέι νόστῳ N. 2.24

    τὸν ἐθάμβεον Ἄρτεμίς τε καὶ θρασεἶ Ἀθάνα ( τόν = Jason, subj. of preceding sentence) N. 3.50 ( ῥῆμα.) τό μοι θέμεν

    ὕμνου προκώμιον εἴη N. 4.9

    ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετὰς ὁ θνατὸς αἰών, φρονεῖν δ' ἐνέπει τὸ παρκείμενον. τῶν οὐκ ἄπεσσι ( τῶν is referred by Σ, edd. to ἀρετάς, but should be considered as neuter) N. 3.76 Τηλεβόας ἔναρεν· τῷ ὄψιν ἐειδόμενος ἀθανάτων βασιλεὺς αὐλὰν ἐσῆλθεν (Mingarelli: ἔναιρεν· τί οἱ codd.: τῷ = Amphitryon) N. 10.15

    οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον, ἀλλ' ἐφ ἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τέλος. τῶν ἀθρόοις ἀνδησάμενοι θαμάκις ἔρνεσιν χαίταις ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν I. 1.28

    λέγε, τίνες Κύκνον, τίνες Ἕκτορα πέφνον ; τοῖσιν Αἴγιναν προφέρει στόμα πάτραν I. 5.43

    ( νιν).

    τὸν αἰνεῖν ἀγαθῷ παρέχει I. 8.69

    ( τοκεῦσιν.)

    τοὶ σὺν πολέμῳ κτησάμενοι χθόνα πολύδωρον ὄλβον ἐγκατέθηκαν Pae. 2.59

    πεφόρητο δ' ἐπ Αἰγαῖον θαμά (sc. Ἀστερία· τᾶς ὁ κράτιστος ἐράσσατο. (ἇς = ἕως coni. G-H.) Πα. 7B. 50. ( Ἀφροδίτας.) ἀλλ' ἐγὼ τᾶς ἕκατι τάκομαι (Wil.: τᾶσδ Hermann: δεκατιτας codd.) fr. 123. 10. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου Θρ. 7. 1. with crasis, τοὔνεκα προῆκαν υἱὸν ἀθάνατοί οἱ πάλιν therefore O. 1.65
    3 prospective, referring to a following rel. cl.

    μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε O. 6.75

    ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί O. 7.10

    τοὺς μὲν ὦν, ὅσσοι μόλον, λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν P. 3.47

    cf. P. 7.18 λόγον φέρεις, τὸν ὅνπερ ποτ' Ὀικλέος παῖς ἐν ἑπταπύλοις ἰδὼν υἱοὺς Θήβαις αἰνίξατο (cf. C. 6. infra) P. 8.39
    4 τὰ καὶ τά, simm. ὁ μὰν πλοῦτος ἀρεταῖς δεδαιδαλμένος φέρει τῶν τε καὶ τῶν καιρὸν (τά τε ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ.) O. 2.53 ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος ἔμπαν τὰ καὶ τὰ νέμων ( τουτέστι τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ, but perhaps varied blessings is meant) P. 5.55 φαντί γε μὰν οὕτω κ' ἀνδρὶ παρμονίμαν θάλλοισαν εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ φέρεσθαι (ἀντὶ τοῦ ἀγαθὰ καὶ κακά Σ.) P. 7.22 σέο δ' ἀμφὶ τρόπῳ τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες ( καὶ λόγων καὶ ἔργων Σ.) N. 1.30 ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων, πρὶν τέλος ἄκρον ἱκέσθαι. τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ (ἄλλα γὰρ ἄλλοις ἡ τύχη δίδωσι Σ.) I. 4.33 Ζεὺς τά τε καὶ τὰ νέμει (καὶ τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ φαῦλα Σ.) I. 5.52

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σόν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    5 adverbial usages.
    a τό. ἴων ἀκτῖσι βεβρεγμένος ἁβρὸν σῶμα· τὸ καὶ κατεφάμιξε καλεῖσθαί νιν χρόνῳ σύμπαντι μάτηρ τοῦτ' ὄνυμ ἀθάνατον wherefore O. 6.56 τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν ἐκ Διὸς εὔχονται. τὸ δ' Ἀμυντορίδαι ματρόθεν Ἀστυδαμείας on the one side... on the other O. 7.23

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μὲν ἥρως ὅτι, ὅτι τε P. 2.31

    τὸ μὲν, ὅτι βασιλεὺς ἐσσί. μάκαρ δὲ καὶ νῦν, ὅτι in the first place P. 5.15 τό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον ἀμφ ἀνδριάντι σχεδόν ( wherefore: others interpret τό as rel.) P. 5.39 υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου at one time... at another P. 11.63—4.

    ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3

    [ τὸ μὲν. v. B. 1. b. β, Δ.. 3.] τὸ δὲ κοι[ Θρ. 3. 4.
    b τά. τὰ δὲ Παρρασίῳ στρατῷ θαυμαστὸς ἐὼν φάνη then again O. 9.95 τὰ δὲ καί ποτ' ἐν ἀλκᾷ πρὸ Δαρδάνου τειχέων ἐδόκησαν then again O. 13.55 ὅθεν φαμὶ καὶ σὲ τὰν ἀπείρονα δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι sometimes... sometimes P. 2.65 τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει then again P. 8.28 τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι on the one hand i. e. as opp. to their exploits in athletics P. 11.46 Ἀχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις at first N. 3.43 ἐν βάσσαισιν Ἰσθμοῦ δεξαμένῳ στεφάνους, τὰ δὲ κοίλᾳ λέοντος ἐν βαθυστέρνου νάπᾳ κάρυξε Θήβαν ἱπποδρομίᾳ κρατέων ( and further, μὲν being suppressed) I. 2.11
    c τῶ, v. τῶ.
    6 fragg.

    τοὶ τα[ Pae. 6.70

    ὁ δ' ἀντίον ἀνὰ κάρα τ ἄειρ[ε Pae. 20.10

    ὁ δ ἐπραυν[ε fr. 215b. 4. οἱ δ' ἄφνει πεποίθασιν ( ὁ δ' πέποιθεν v. l.) fr. 219. C articular. (ὁ, τοῦ, τόν, οἱ, τῶν; ἁ, τᾶς, τᾷ, τάν, αἱ, ταί, τᾶν, ταῖς, τάς; τό nom., acc.; τά, τῶν, τά: in crasis O. 1.45, O. 13.38, N. 7.104; O. 10.70, I. 2.10)
    1 c. subs. prop.
    a

    τᾶν Ὀλυμπιάδων O. 1.94

    ἅ τε Πίσα O. 3.9

    τᾶν κλεινᾶν Συρακοσσᾶν O. 6.6

    ὁ Χρυσοκόμας O. 6.41

    , O. 7.32

    ὅ τ' ἐξελέγχων μόνος ἀλάθειαν ἐτήτυμον Χρόνος O. 10.53

    τὰν ὀλβίαν Κόρινθον O. 13.4

    τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν θεμέναν γάμον αὐτᾷ O. 13.53

    τᾶς ὀφιώδεος υἱόν ποτε Γοργόνος O. 13.64

    ὁ καρτερὸς Βελλεροφόντας O. 13.84

    ἅ τ' Ἐλευσίς, ἅ τ Εὔβοια O. 13.110

    ἁ Μινύεια O. 14.19

    τᾶν λιπαρᾶν ἀπὸ Θηβᾶν P. 2.3

    ὅ τ' ἐναγώνιος Ἑρμᾶς P. 2.10

    ὁ χρυσοχαῖτα Ἀπόλλων P. 2.16

    τὸ Καστόρειον P. 2.69

    ὁ δὲ Ῥαδάμανθυς P. 2.73

    ἅ τε Πυθώ P. 4.66

    τὸν μὲν Ἐχίονα τὸν δ' Ἔρυτον (contra Des Places, 44) P. 4.179

    τᾶς εὐδαίμονος ἀμφὶ Κυράνας P. 4.276

    αἱ μεγαλοπόλιες Ἀθᾶναι P. 7.1

    ὁ χαιτάεις Λατοίδας P. 9.5

    τὸ Πελινναῖον ἀπύει P. 10.4

    τὸν Ἱπποκλέαν P. 10.57

    τὸν Ἰφικλείδαν Ἰόλαον P. 11.59

    ταῖς μεγάλαις Ἀθάναις N. 2.8

    ἁ Σαλαμίς γε N. 2.13

    τὸν μέγαν πολεμιστὰν Ἀλκυονῆ N. 4.27

    ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν N. 5.44

    διὰ τὸν ἁδυεπῆ γενέσθ' Ὅμηρον N. 7.21

    ὁ καρτερὸς Αἴας N. 7.26

    τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν N. 9.2

    ἐκ τᾶς ἱερᾶς Σικυῶνος N. 9.53

    ὁ Τυνδαρίδας N. 10.73

    τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον I. 1.7

    ἁ Μοῖσα γὰρ I. 2.6

    ταῖς λιπαραῖς ἐν Ἀθάναις I. 2.20

    τὰν πυροφόρον Λιβύαν I. 4.54

    τὰν κυανάμπυκα Θήβαν fr. 29. 3. ἁ Κοιογενὴς fr. 33d. 3.

    ὁ παντελὴς Ἐνιαυτὸς Pae. 1.5

    ἀλλ' ὅ γε Μέλαμπος Pae. 6.28

    ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.44

    ὁ πόντιος Ὀρσιτρίαινα Pae. 9.47

    ἐν ταῖς ἱεραῖς Ἀθάναις fr. 75. 4. ὦ ταὶ λιπαραὶ καὶ ἰοστέφανοι καὶ ἀοίδιμοι, Ἑλλάδος ἔρεισμα, κλειναὶ Ἀθᾶναι fr. 76. 1. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον ἀγχίκρημνον fr. 82. ὁ [Λοξ]ίας Παρθ. 2. 3. ὁ Μοισαγέτας με καλεῖ χορεῦσαι Ἀπόλλων fr. 94c. 1. ἀπὸ τᾶς ἀγλαοκάρπου Σικελίας ( τᾶς del. Schr.) fr. 106. 6. τῶ[ν..Λο]κρῶν τις (supp. Wil.) fr. 140b. 4.
    b c. subs., in apposition to subs. prop.

    Χρόνος, ὁ πάντων πατήρ O. 2.17

    Μήδειαν τὰν Πελίαο φονόν P. 4.250

    Ζεὺς ὁ θεῶν σκοπὸς Pae. 6.94

    Νηρεὺς δ' ὁ γέρων Pae. 15.4

    Νόμος ὁ πάντων βασιλεύς fr. 169. 1.
    c c. gen., sc.

    υἱός. τὸν Αἰνησιδάμου O. 2.46

    Σᾶμος ὁ Ἁλιροθίου (Boeckh: om. codd.) O. 10.70

    βία Φώκου κρέοντος, ὁ τᾶς θεοῦ N. 5.13

    d c. gen., in apposition.

    πόσις ὁ πάντων Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.77

    παῖς ὁ Λατοῦς O. 8.31

    παῖς ὁ Λικυμνίου Οἰωνός O. 10.65

    παῖς ὁ Θεαρίωνος Σωγένης N. 7.7

    2 c. subs.
    a

    ὁ δὲ χρυσὸς O. 1.1

    τὸ δὲ κλέος O. 1.93

    ὁ μὰν πλοῦτος O. 2.53

    τῶν δὲ μόχθων O. 8.7

    ὁ δὲ λόγος P. 1.35

    τὸν εὐεργέταν P. 2.24

    ἁ δ' ἀρετὰ P. 3.114

    ὁ γὰρ καιρὸς P. 4.286

    ὁ πλοῦτος P. 5.1

    τὸν εὐεργέταν P. 5.44

    ὁ χρυσὸς N. 4.82

    τᾶς θεοῦ N. 5.13

    εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν (Boeckh: ἑὰν, ἐὰν codd., Σ.) N. 7.25

    ὁ μάρτυς N. 7.49

    ἁ κέλευθος I. 2.33

    ὁ κινητὴρ δὲ γᾶς I. 4.19

    τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Pae. 8.67

    τὰν παῖδα δε[ Πα. 22.i. 2. ἕρπε τὸ σὰν κίβδηλον Δ. 2. 2. τὸ δ' ὄργανον (acc.) *fr. 107b. 2* Διὸς παῖς ὁ χρυσός fr. 222. 1. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242.
    b with intervening adj.

    ὁ πολύφατος ὕμνος O. 1.8

    ὁ μέγας δὲ κίνδυνος O. 1.81

    τὸν ἀλαθῆ λόγον O. 1.28

    τὸν εὐνομώτατον ἐς ἔρανον O. 1.37

    τὸ δ' αἰεὶ παράμερον ἐσλὸν O. 1.99

    τὸν ὅλον ἀμφὶ χρόνον O. 2.30

    τὸν εὔφρονα πότμον O. 2.36

    τὰν σὰν πόλιν O. 5.4

    τὰν νέοικον ἕδραν O. 5.8

    τὰν ποντίαν ὑμνέων παῖδ' Ἀφροδίτας O. 7.13

    ὁ δ' ἐπαντέλλων χρόνος O. 8.28

    ὁ μέλλων χρόνος O. 10.7

    τὸν ἐγκώμιον ἀμφὶ τρόπον O. 10.77

    τὸ συγγενὲς ἦθος O. 13.13

    τὰ πολλὰ βέλεα O. 13.95

    τὸν αἰχματὰν

    κεραυνὸν P. 1.5

    ὁ πᾶς χρόνος P. 1.46

    τὸν προσέρποντα χρόνον P. 1.56

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τὰν εὔυδρον ἀκτὰν P. 1.79

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι P. 2.30

    τὸν δὲ τετράκναμον δεσμὸν P. 2.40

    τὰν πολύκοινον ἀγγελίαν P. 2.41

    τὰν ἀπείρονα δόξαν P. 2.64

    ὁ λάβρος στρατός P. 2.87

    τὰν δ' ἔμπρακτον ἄντλει μαχανάν P. 3.62

    ὁ μέγας πότμος P. 3.86

    τὸ πάγχρυσον νάκος acc. P. 4.68

    τὸν δὲ παμπειθῆ γλυκὺν πόθον P. 4.184

    τὰν ἀκίνδυνον αἰῶνα P. 4.186

    τὸ κλεεννότατον μέγαρον (nom.) P. 4.280

    τὰν θεόσδοτον δύναμιν P. 5.13

    αὐτοῦ μένων δ' ὁ θεῖος ἀνὴρ P. 6.38

    τὰ καλὰ ἔργα P. 7.19

    ὁ Παρνάσσιος μυχὸς P. 10.8

    ὁ χάλκεος οὐρανὸς P. 10.27

    τό τ' ἀναγκαῖον λέχος acc. P. 12.15 [ τὸν ἐχθρότατον μόρον codd. N. 1.65]

    τὸν ἅπαντα χρόνον N. 1.69

    ὁ θνατὸς αἰών ( om. codd.: supp. Tricl.) N. 3.75

    αἱ δὲ σοφαὶ Μοισᾶν θύγατρες N. 4.2

    τῶν ἀγαθῶν ἐργμάτων N. 4.83

    Μοισᾶν ὁ κάλλιστος χορός N. 5.23

    τὰ καλά σφιν ἔργ' ἐκόμισαν N. 6.30

    ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ N. 7.12

    τὰ τέρπν' ἄνθἐ Ἀφροδίσια acc. N. 7.53

    τῶν ἀρειόνων ἐρώτων N. 8.5

    τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ' ἀναβαίνων N. 9.4

    τὰν βαθύστερνον χθόνα N. 9.25

    Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν N. 10.36

    τὸ θαητὸν δέμας acc. N. 11.12

    τὸν μόρσιμον αἰῶνα I. 7.41

    τὸ πάντολμον σθένος acc. fr. 29. 4.

    τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον Pae. 6.111

    τὰν θεμίξενον ἀρετάν Pae. 6.131

    ὁ παγκρατὴς κεραυνὸς Δ. 2. 1. τᾶν τ' ἐαριδρόπων ἀοιδᾶν fr. 75. 6. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν ( τὸν om. unus cod., fort. recte) fr. 75. 9. τὸν ἱρόθυτον θάνατον (verba secl. Sternbach) fr. 78. 3. τὸ σὸν αὐτοῦ μέλι γλάζεις (Wil.: τὸ σαυτου, τὸ σαυτα μέλος codd.) fr. 97. τὸ φαιδρὸν φάος acc. fr. 109. 2. τᾶς χλωρᾶς λιβάνου (Tittmann: τὰν, τὰς codd.) fr. 122. 3. τὸν λοιπὸν χρόνον fr. 133. 5. ταῖς ἱεραῖσι μελίσσαις fr. 158. τὸν ἀχρεῖον λόγον fr. 180. 1. ὁ κρατιστεύων λόγος fr. 180. 3.
    c with intervening phrase, e. g. gen.

    μετὰ τὸ ταχύποτμον ἀνέρων ἔθνος O. 1.66

    μνᾶμα τῶν Οὐλυμπίᾳ κάλλιστον ἀέθλων O. 3.15

    παρὰ τὸν ἁλικίας ἐοικότα χρόνονO. 4.27

    αἱ δὲ φρενῶν ταραχαὶ O. 7.30

    ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατὴρ O. 7.70

    ὅ τ' ἐν Ἄργει χαλκὸς ἔγνω μιν O. 7.83

    [ τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχαν (codd.: μάχας Schr.) O. 8.58]

    τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος O. 9.1

    τὸν Ὀλυμπιονίκαν Ἀρχεστράτου παῖδα O. 10.1

    ὁ δ' ἄῤ ἐν Πίσᾳ ἔλσαις ὅλον τε στρατὸν λᾴαν τε πᾶσαν Διὸς ἄλκιμος υἱὸς O. 10.43

    τὸ δὲ κύκλῳ πέδον O. 10.46

    τὰν πολέμοιο δόσιν O. 10.56

    τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κτίσιν O. 13.83

    ταί θ' ὑπ Αἴτνας ὑψιλόφου καλλίπλουτοι πόλιες O. 13.111

    ταί θ' ὑπὲρ Κύμας ἁλιερκέες ὄχθαι P. 1.18

    τὰν Φιλοκτήταο δίκαν P. 1.50

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τᾶν πρὸ Κιθαιρῶνος μαχᾶν (Wil.: τὰν μάχαν codd.) P. 1.77

    τὸν δὲ ταύρῳ χαλκέῳ καυτῆρα νηλέα νόον Φάλαριν P. 1.95

    τὸν δ' ἀμφέποντ αἰεὶ δαίμον P. 3.108

    τὸ Μηδείας ἔπος P. 4.9

    τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτωνP. 4.92

    τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν P. 4.263

    οὐ τὰν Ἐπιμηθέος ἄγων ὀψινόου θυγατέρα Πρόφασιν P. 5.27

    τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν μέλος χαρίεν P. 5.106

    ἁ δικαιόπολις ἀρεταῖς κλειναῖσιν Αἰακιδᾶν θιγοῖσα νᾶσος P. 8.22

    τὸν δὲ σύγκοιτον γλυκὺν παῦρον ἐπὶ γλεφάροις ὕπνον ἀναλίσκοισα P. 9.23

    τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ N. 4.59

    ὁ δὲ λοιπὸς εὔφρων ποτὶ χρόνος ἕρποι N. 7.67

    τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ N. 7.102

    οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.12

    ταῖς Ἐπάφου παλάμαις N. 10.5

    καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον N. 10.25

    τὸ δὲ Πεισάνδρου πάλαι αἷμ acc. N. 9.33 τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα acc. I. 1.1

    τὰν ἁλιερκέα Ἰσθμοῦ δειράδ I. 1.9

    τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας. τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34

    τὸν Μινύα τε μυχόν I. 1.56

    τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα acc. I. 1.57

    Πρωτεσίλα, τὸ τεὸν δ' ἀνδρῶν Ἀχαιῶν ἐν Φυλάκᾳ τέμενος συμβάλλομαι I. 1.58

    οἱ μὲν πάλαι, ὦ Θρασύβουλε, φῶτες I. 2.1

    νῦν δ' ἐφίητι λτ;τὸγτ; τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ (supp. Heyne: om. codd.) I. 2.9

    τὸ δ' ἐμὸν οὐκ ἄτερ Αἰακιδᾶν κέαρ ὕμνων γεύεται I. 5.19

    ὁ Κλεονίκου παῖς I. 6.16

    καὶ τὸν βουβόταν οὔρει ἴσον Φλέγραισιν εὑρὼν Ἀλκυονῆ I. 6.32

    τὸν Ἀργείων τρόπον I. 6.58

    τὰν Ψαλυχιδᾶν τε πάτραν I. 6.63

    τόν δὲ Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον I. 6.65

    τίνι τῶν πάρος, ὦ μάκαιρα Θήβα, καλῶν ἐπιχωρίων I. 7.1

    ὅ τοι πτερόεις ἔρριψε Πάγασος I. 7.44

    τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον I. 8.9

    τὰν Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ' ἑκαταβόλου συμβουλίαν λαβών fr. 2. 2. τὰν Διωνύσου πολυγαθέα τιμὰν fr. 29. 5. ἄνακτα τὸν πάντων ὑπερβάλλοντα Χρόνον μακάρων fr. 33. τὸ μηδὲν ἄγαν ἔπος acc. fr. 35b. τὸν τρικάρανον Πτωίου κευθμῶνα κατέσχεθε fr. 51b.

    τὰν δὲ λαῶν γενεὰν Pae. 1.9

    [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος Pae. 2.54

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἄστυ nom. Πα.. 32. τὰ θεῶν βουλεύματ acc. fr. 61. 3. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας fr. 123. 2. τὰν ἐνθάδε νύκτα Θρ.. 2. τὸν ἄπειρον ἐρεύγονται σκότον fr. 130 ad Θρ.. τὸν ὕπερθεν ἅλιον fr. 133. 2. τὸν Ἰάσονος εὔδοξον πλόον fr. 172. 6. ταὶ δὲ Χίρωνος ἐντολαί (Hermann: αἱ codd.) fr. 177c. ὁ γὰρ ἐξ οἴκου ποτὶ μῶμον ἔπαινος κίρναται *fr. 181* ἁ Μειδύλου δ' αὐτῷ γενεά fr. 190.
    d where a sentence or major part thereof intervenes between article and noun, so that the usage is almost demonstrative.

    τῶν γὰρ πεπραγμένων ἔργων τέλος O. 2.15

    ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει ματρομάτωρ ἐμὰ (but v. A. 1. a supra) O. 6.83

    τὸ γὰρ ἐμφυὲς ἦθος O. 11.19

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν ἐλπίδες O. 12.5

    ταὶ Διωνύσου χάριτες O. 13.18

    ὁ δ' ἦρα χρόνῳ ἵκετ ἀνὴρ ἔκπαγλος P. 4.78

    [ τάν ποτε Καλλίσταν ἀπῴκησαν χρόνῳ νᾶσον (Boeckh: ἂν codd.: ἔν Chaeris) P. 4.258]

    ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος P. 5.55

    τὸ δ' ἐμὸν γαρύει ἀπὸ Σπάρτας ἐπήρατον κλέος (v. γαρύω) P. 5.72

    τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος P. 8.32

    φυᾷ τὸ γενναῖον ἐπιπρέπει ἐκ πατέρων παισὶ λῆμαP. 8.44 ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳἌδραστος ἥρωςP. 8.48

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ἤτοι τό τε θεσπέσιον Φόρκοἰ ἀμαύρωσεν γένος P. 12.13

    ὄφρα τὸν Εὐρυάλας γόον P. 12.20

    τὰν πολυξέναν νᾶσον Αἴγιναν N. 3.2

    ὁ δ' εὖ φράσθη Ζεὺς N. 5.34

    ὁ δὲ χάλκεος οὐρανός N. 6.3

    ὁ δ' Ζεὺς N. 9.24

    ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12

    [cf.

    τὸν μὲν κτἑ I. 6.37

    ]

    ὁ δ' ἀθανάτων μὴ θρασσέτω φθόνος I. 7.39

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.12

    ἁ δὲ τὰς τίκτεν ἀλαθέας ὥρας fr. 30. 6.

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σὸν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    τὸν ἀοιδότατον τρέφον κάλαμον fr. 70. 1. ὁ δὲ Καινεὺς Θρ. 6. 7. repeated, ὁ ζαμενὴς δ' ὁ χοροιτύπος ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156. cf.

    πρὶν γενέσθαι τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51

    e in apposition, with phrase following.

    στέφανων ἄωτον γλυκὺν τῶν Οὐλυμπίᾳ O. 5.2

    ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου (Schr.: μάχαν codd.) O. 8.58

    ὕβριν ἰδὼν τὰν πρὸ Κύμας P. 1.72

    τῶν δ' Ὁμήρου καὶ τόδε συνθέμενος ῥῆμα πόρσυν P. 4.277

    φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62

    βοτάνα τέ νίν ποθ' ἁ λέοντος νικάσαντ ἤρεφε N. 6.42

    παίδων τε παῖδες ἔχοιεν αἰεὶ γέρας τό περ νῦν καὶ ἄρειον ὄπιθεν (fort. rel.?) N. 7.101

    κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ N. 9.15

    ἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησενN. 10.41
    3 c. adj., part.
    a adj.

    ἅπαντα τὰ μείλιχα O. 1.30

    τὸ δ' ἔσχατον O. 1.113

    τὰ δ' ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτρὰ O. 2.58

    ἐς δὲ τὸ πὰν ἑρμανέων χατίζει O. 2.85

    οἱ δύο O. 8.38

    τὰ τέρπν O. 9.28

    τὰ τοιαῦτ O. 9.40

    τὸ δὲ σαφανὲς O. 10.55

    τά τε τερπνὰ καὶ τὰ γλυκέα O. 14.5

    οἱ σοφοὶ P. 2.88

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 2.96

    τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83

    τὸν μονοκρήπιδα P. 4.75

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 4.285

    ὁ δ' ἀρχαγέτας ἔδωκ Ἀπόλλων P. 5.60

    [ τὸ δ' ἐμὸν (v. γαρύω) P. 5.72] τὸ λοιπὸν (adv.) P. 5.118 τὸ μαλθακὸν acc. P. 8.6

    τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας P. 8.64

    τὸ τερπνὸν nom. P. 8.93

    τὸν ἐχθρὸν P. 9.95

    τὸ δὲ συγγενὲς nom. P. 10.12

    τῶν δ' ἐν Ἑλλάδι τερπνῶν P. 10.19

    τὰ μέγιστ acc. P. 10.24 Μοῖσα, τὸ δὲ τεόν nom. P. 11.41

    τὰ μέσα P. 11.52

    τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτὸν P. 12.30

    τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει N. 1.53

    τὸ καλλίνικον N. 3.18

    τὰ μακρὰ N. 4.33

    τὸ μόρσιμον N. 4.61

    , N. 7.44

    τὸ συγγενὲς N. 6.8

    τὸ τερπνὸν N. 7.74

    τὸ μὲν λαμπρὸν τῶν δ' ἀφάντων N. 8.34

    τὸ τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ I. 2.9

    τὸν ἐσλόν I. 2.7

    τῶν ἀπειράτων I. 4.30

    τὸν ἐχθρόν I. 4.48

    τὸν φέρτατον θεῶν I. 7.5

    τὰ μακρὰ I. 7.43

    τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ I. 7.47

    τὸ μὲν ἐμόν I. 8.38

    ὁ κράτιστος Πα. 7B. 50.

    τὸ πάντων ἔργων ἱερώτ[ατον] Pae. 8.74

    τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον fr. 81 ad Δ. 2. τὸ κοινόν fr. 109. τὸ πάν fr. 140d. τὸ βιαιότατον fr. 169. 3.
    b in apposition.

    παῖς ὁ κισσοφόρος O. 2.27

    ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν O. 5.12

    θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας O. 7.34

    καλλίνικος ὁ τριπλόος κεχλαδὼς O. 9.2

    πλοῦτος ὁ λαχὼν ποιμένα O. 10.88

    Χίρωνα τὸν ἀποιχόμενον P. 3.3

    θύγατρες αἱ τρεῖς P. 3.97

    Ζεὺς ὁ γενέθλιος ἀμφοτέροιςP. 4.167 καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ (Boeckh: μόρον codd.: τῷ ἐχθροτάτῳ μόρῳ Beck: alii alia) N. 1.65

    ὁ Τελαμωνιάδας N. 4.47

    λόγον Αἰακοῦ παίδων τὸν ἅπαντα N. 4.72

    [ προπάτωρ ὁ σὸς (codd.: del. Boeckh) N. 4.89] ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N.7.24.

    ὡς παισὶ κλέος μὴ τὸ δύσφαμον προσάψω N. 8.37

    ζωᾶς ἄωτον τὸν ἄλπνιστον I. 5.12

    κόμπον τὸν ἐοικότ I. 5.24

    Ζεὺς ὁ πάντων κύριος I. 5.53

    λόγον τὸν ἐθέλοντα γενέσθαι Pae. 2.79

    Ἀπόλλων ὁ χρυσοκόμας Pae. 5.41

    Τέρπανδρός ποθ' ὁ Λέσβιος fr. 125. 1. θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς fr. 141. ἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν, ἅ τε Μαγνήτων ἐπιχώριος ἁρμόζοισα θαητοῖσι γυίοις, ἀμφὶ δὲ (where the τε δέ connection is irregular) P. 4.80
    c c. part.

    ὁ νικῶν O. 1.97

    τὸ μέλλον O. 2.56

    σοφὸς ὁ πολλὰ εἰδὼς φυᾷ O. 2.86

    ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν O. 10.66

    τῶν δὲ μελλόντων O. 12.9

    τά τ' ἐσσόμενα O. 13.103

    τῶν ἀπεόντων P. 3.20

    τὰ ἐοικότα P. 3.59

    ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχών P. 8.88

    τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὖ P. 9.93

    ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων P. 11.30

    τὸ παρκείμενον N. 3.75

    λόγον ὁ μὴ συνιείς N. 4.31

    τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων N. 6.55

    ὁ πονήσαις δὲ νόῳ I. 1.40

    τὸ σεσωπαμένον I. 1.63

    τῶν τότ' ἐόντων I. 4.27

    ὁ δ' ἐθέλων τε καὶ δυνάμενος ἁβρὰ πάσχειν fr. 2. 1. τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4. τῷ παρέοντι fr. 43. 4.

    τῶν γὰρ ἀντομένων Pae. 2.42

    τὸ δ' εὐβουλίᾳ τε καὶ αἰδοῖ ἐγκείμενον Pae. 2.52

    ὁ δὲ καλόν τι πονήσαις Pae. 2.66

    τά τ ἐόντα τε κα[ὶ ] πρόσθεν γεγενημένα Pae. 8.83

    ὁ δὲ μηδὲν ἔχων Παρθ. 1.. τὸ πεπρωμένον fr. 232.
    4 c. inf., pro subs.

    τὸ δὲ τυχεῖν O. 2.51

    τὸ λαλαγῆσαι O. 2.97

    τὸ διδάξασθαι O. 8.59

    τὸ μὴ προμαθεῖν O. 8.60

    τό γε λοιδορῆσαι O. 9.37

    τὸ καυχᾶσθαι O. 9.38

    τὸ δὲ παθεῖν P. 1.99

    τὸ πλουτεῖν δὲ P. 2.56

    καὶ τὸ σιγᾶν N. 5.18

    ὦ Μέγα, τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν N. 8.44

    τὸ δὲ φυγεῖν Δ... τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι (G-H, sed alia possis) Παρθ. 1. 20.
    5 c. adv.
    a pro subs.

    τῶν γε νῦν O. 1.105

    τὸ πόρσω δ' ἐστὶ σοφοῖς ἄβατον κἀσόφοις O. 3.44

    νεότατος τὸ πάλιν ἤδη O. 10.87

    τῶν πάροιθε P. 2.60

    τὰ πόρσω P. 3.22

    τῶν πάλαι P. 6.40

    τῶν νῦν δὲ P. 6.43

    ὁ δ' ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται τῶν πάλαι προθανόντων ( τῶν προθανόντων?) P. 2.56
    b pro adv.

    τὸ πολλάκις O. 1.32

    ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48

    εἶδον γὰρ τὰ πόλλ' ἐν ἀμαχανίᾳ ψογερὸν Ἀρχίλοχον P. 2.54

    τὸ νῦν τε καὶ τὸ λοιπὸν P. 5.117

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξειP. 8.51 τὸ πρῶτονP. 9.41

    τὸ πρίν P. 11.39

    τό γέ νυν P. 11.44

    τὰ πόλλ N. 2.2

    τὸ πρῶτον N. 3.49

    τὸ λοιπὸν N. 7.45

    τὸ πάροιθε fr. 33d. 1. τίμαθεν γὰρ τὰ πάλαι τὰ νῦν τ' Παρθ. 2. 42.
    6 c. subs. phrase.

    τὸ δὲ φυᾷ κράτιστον ἅπαν O. 9.100

    Ἰσθμοῖ τά τ' ἐν Νεμέᾳ O. 13.98

    τὰ δ' Ὀλυμπίᾳ O. 13.101

    τὰ δ' ὑπ ὀφρύι Παρνασσίᾳ O. 13.106

    ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    τὸ πὰρ ποδός P. 3.60

    τὰ δ' εἰς ἐνιαυτὸν P. 10.63

    τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μακροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα P. 11.52

    τὰ δ' οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ N. 2.23

    Γαδείρων τὸ πρὸς ζόφον οὐ περατόν N. 4.69

    τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα N. 8.42

    τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.42

    μακρὰ μὲν τὰ Περσέος ἀμφὶ Μεδοίσας Γοργόνος N. 10.4

    τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ as for what comes from Zeus N. 11.43 but cf. 2d supra.
    7 ὁ αὐτός, the same

    τωὔτ' ἐπὶ χρέος O. 1.45

    μηνός τε τωὐτοῦ O. 13.38

    ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμφιπολεῖν ἀπορία τελέθει (Σ: ταῦτα codd.) N. 7.104
    8 fragg. ]

    ογοι τῶν γε δε[ Pae. 6.176

    ὁ μέγιστ[ος Πα. 7. a. 3.

    τῷ δ[ Pae. 10.22

    πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ' τὰ δ α[ Παρθ. 2. 31. τὸ δ ἀλαθε[ ] κατέστα φάος[ ?fr. 337. 9.

    Lexicon to Pindar >

  • 18

    ὁ, ὅ, ὅς, The uses are relative, demonstrative, articular: where is not followed by a particle, it is often impossible to decide whether the u<*>e is relative or demonstrative, cf. Des Places 35ff. A relative, cf. ὅς τε. (ὅ, ὅς, τοῦ, οὗ, τῷ, ᾧ, τόν, ὅν, τοί, οἵ, τῶν, ὧν, τοῖςι), οἷς, οἶσιν), τούς; ἅ, ἇς, τᾶς, ᾆ, τᾷ, ἅν, τάν, αἵ, ταί, τᾶν, αἷςι), ταῖσι; τοῦ, οὕνεκεν, ᾧ, τῷ, τό, τά, τῶν, ὧν, οἷσιν, τά.)
    1 c. ind.
    a preceded by an antecedent.

    Ἱέρωνος θεμιστεῖον ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον O. 1.12

    Πέλοπος τοῦ μεγασθενὴς ἐράσσατο Γαιάοχος O. 1.25

    ἕλεν ἄταν ὑπέροπλον ἅν τοι πατὴρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον, τὸν αἰεὶ μενοινῶν κεφαλᾶς βαλεῖν εὐφροσύνας ἀλᾶται (Fennel: τάν οἱ codd.: ἅν οἱ Hermann, v. d. Mühll) O. 1.57—8. νέκταρ ἀμβροσίαν τε δῶκεν, οἷσιν ἄφθιτον θέν νιν ( οἷς νιν coni. Bergk) O. 1.63 [ ἃ τέκε (codd.: ἔτεκε Boehmer: τέκε τε byz.) O. 1.89]

    πατέρων · καμόντες οἳ πολλὰ θυμῷ ἱερὸν ἔσχον οἴκημα O. 2.8

    κούραις, ἔπαθον αἳ μεγάλα O. 2.23

    ὕδωρ δ' ἄλλα (sc. ἄνθεμα)

    φέρβει, ὅρμοισι τῶν χέρας ἀναπλέκοντι O. 2.74

    Ῥαδαμάνθυος ὃν πατὴρ ἔχει μέγας ἑτοῖμον αὐτῷ πάρεδρον O. 2.76

    Ἀχιλλέα ὃς Ἕκτορα σφᾶλε O. 2.81

    κόσμον ἐλαίας, τάν ποτε Ἴστρου ἀπὸ σκιαρᾶν παγᾶν ἔνεικεν O. 3.13

    Πίσα τᾶς ἄπο θεόμοροι νίσοντ' ἐπ ἀνθρώπους ἀοιδαί O. 3.9

    ἔλαφον ἅν ποτε Ταυγέτα ἀντιθεῖσ' Ὀρθωσίας ἔγραψεν ἱεράν O. 3.29

    δένδρεα · τῶν νιν γλυκὺς ἵμερος ἔσχεν O. 3.33

    ἀλλὰ Κρόνου παῖ, ὃς Αἴτναν ἔχεις O. 4.6

    Ψαύμιος ὃς ἐλαίᾳ στεφανωθεὶς Πισάτιδι κῦδος ὄρσαι σπεύδει Καμαρίνᾳ O. 4.11

    Ψαύμιος · ὃς τὰν σὰν πόλιν αὔξων ἐγέραρεν O. 5.4

    ὀχετούς, Ἵππαρις οἷσιν ἄρδει στρατὸν O. 5.12

    αἶνος ὃν ἐν δίκᾳ φθέγξατ O. 6.12

    Πιτάναν ἅ τοι Ποσειδάωνι μιχθεῖσα Κρονίῳ λέγεται O. 6.29

    ἥρωι ὃς ἀνδρῶν Ἀρκάδων ἄνασσε O. 6.34

    Ἑρμᾶν ὃς ἀγῶνας ἔχει O. 6.79

    ἀκόνας, ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει (but more prob. articular: cf. C. 2. d infra) O. 6.83 Μετώπα, πλάξιππον ἃ Θήβαν ἔτικτεν, τᾶς ἐρατεινὸν ὕδωρ πίομαι (bis) O. 6.85

    Ὀρτυγίας, τὰν Ἱέρων καθαρῷ σκάπτῳ διέπων ἀμφέπει Δάματρα O. 6.93

    [ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχοντ ἀγαθαί (v. l. κατέχωντ) O. 7.10]

    παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν O. 7.73

    Ζηνὶ ὃς σὲ μὲν Νεμέᾳ πρόφατον θῆκεν O. 8.16

    Αἰακοῦ· τὸν καλέσαντο σύνεργον O. 8.31

    Ἀλκιμέδων ὃς ἐν τέτρασιν παίδων ἀπεθήκατο γυίοις νόστον O. 8.67

    Βλεψιάδαις ἕκτος οἷς ἤδη στέφανος περίκειται O. 8.76

    κόσμον Ὀλυμπίᾳ, ὅν σφι Ζεὺς γένει ὤπασεν O. 8.83

    ἀκρωτήριον Ἄλιδος τὸ δή ποτε Λυδὸς ἥρως Πέλοψ ἐξάρατο O. 9.10

    υἱόν, ἃν Θέμις θυγάτηρ τέ οἱ σώτειρα λέλογχεν O. 9.15

    ῥάβδον, βρότεα σώμαθ' ᾇ κατάγει O. 9.34

    Μενοίτιον· τοῦ παῖς ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ O. 9.70

    ἀγῶνα ὃν ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος ἐκτίσσατο O. 10.24

    μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85

    Ἀρχεστράτου τὸν εἶδον κρατέοντα O. 10.100

    ὥρᾳ τε κεκραμένον, ἅ ποτε ἀναιδέα Γανυμήδει θάνατον ἆλκε σὺν Κυπρογένει O. 10.104

    ἐγκώμιον τεθμόν, τὸν ἄγει πεδίων ἐκ Πίσας O. 13.29

    πατρὸς ὃς ἔπαθεν O. 13.63

    φόρμιγξ τᾶς ἀκούει μὲν βάσις P. 1.2

    Τυφὼς · τόν ποτε Κιλίκιον θρέψεν πολυώνυμον ἄντρον P. 1.16

    Αἴτνα · τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί P. 1.21

    Ζεῦ, ὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος, γαίας μέτωπον, τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν (bis) P. 1.30

    Ποίαντος υἱὸν ὃς Πριάμοιο πόλιν πέρσεν P. 1.54

    Αἴτνας βασιλεῖ·· τῷ πόλιν Ἱέρων ἔκτισσε P. 1.61

    Τυνδαριδᾶν βαθύδοξοι γείτονες, ὧν κλέος ἄνθησεν αἰχμᾶς P. 1.66

    Συρακοσίων ἀρχῷ ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    μαχᾶν, ταῖσι Μήδειοι κάμον P. 1.78

    τετραορίας εὐάρματος Ἱέρων ἐν ᾇ

    κρατέων ἀνέδησεν Ὀρτυγίαν P. 2.5

    ὕμνον τὸν ἐδέξαντ' ἀμφ ἀρετᾷ P. 1.80

    Ἀρτέμιδος, ἇς οὐκ ἄτερ ἐδάμασσε πώλους (Hermann: τᾶς codd.) P. 2.7

    Κινύραν τὸν ὁ χρυσοχαῖτα προφρόνως ἐφίλησ' Ἀπόλλων P. 2.16

    Ἥρας τὰν Διὸς εὐναὶ λάχον πολυγαθέες P. 2.27

    γόνον τὸν ὀνύμαζε τράφοισα Κένταυρον, ὃς ἵπποισι Μαγνητίδεσσιν ἐμείγνυτ (bis) P. 2.44

    θεός, ὃ καὶ πτερόεντ' αἰετὸν κίχε P. 2.50

    θεός, ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    ξένον, ὃς Συρακόσσαισι νέμει βασιλεύς P. 3.70

    στεφάνοις, τοὺς ἀριστεύων Φερένικος ἕλεν Κίρρᾳ ποτέ P. 3.74

    Ματρί, τᾶν κοῦραι παρ' ἐμὸν πρόθυρον σὺν Πανὶ μέλπονται P. 3.78

    ( Πηλεύς τε καὶ Κάδμος)

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    [ὅς (codd. contra metr.: σάος Schr.) P. 3.106]

    τὸ Μηδείας ἔπος Αἰήτα τό ποτε ζαμενὴς παῖς ἀπέπνευσ P. 4.10

    κεῖνος ὄρνις τόν ποτε δέξατP. 4.20Εὔφαμος, τόν ποτ' Εὐρώπα τίκτεP. 4.46

    μελίσσας Δελφίδος ἅ σε χαίρειν ἐστρὶς αὐδάσαισα ἄμφανεν P. 4.61

    τοκέων, τοί μ' κρύβδα πέμπονP. 4.111 ἀγρούς τοὺς ἀπούρας ἁμετέρων τοκέων νέμεαιP. 4.149θρόνος, ᾧ ποτε Κρηθείδας ἐγκαθίζων εὔθυνεP. 4.152 δέρμα τε κριοῦ τῷ ποτ' ἐκ πόντου σαώθηP. 4.161

    βόας, οἳ φλόγ' ἀπὸ ξανθᾶν γενύων πνέον P. 4.225

    δράκοντος ὃς πάχει μάκει τε πεντηκόντερον ναῦν κράτει, τέλεσεν ἃν πλαγαὶ σιδάρου (bis) P. 4.245

    Κάστορος· εὐδίαν ὃς μετὰ χειμέριον ὄμβρον τεὰν καταιθύσσει μάκαιραν ἑστίαν P. 5.10

    Κάρρωτον ὃς Βαττιδᾶν ἀφίκετο δόμους P. 5.27

    ἀνδριάντι Κρῆτες ὃν τοξοφόροι τέγει Παρνασσίῳ καθέσσαντο P. 5.41

    Ἀπόλλων ὃ καὶ βαρειᾶν νόσων ἀκέσματ' νέμει P. 5.63

    μυχόν τ' ἀμφέπει μαντήιον. τῷ Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ ἔνασσεν ἀλκάεντας Ἡρακλέος ἐκγόνους (ᾧ, τῷ χρησμῷ Σ.) P. 5.69

    πόλιν. ἔχοντι τὰν χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες P. 5.82

    ἄνδρες τοὺς

    Ἀριστοτέλης ἄγαγε P. 5.87

    Ἀρκεσίλᾳ· τὸν ἐν ἀοιδᾷ νέων πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν P. 5.103

    ὕμνων θησαυρὸς. τὸν οὔτε χειμέριος ὄμβρος οὔτ' ἄνεμος ἐς μυχοὺς ἁλὸς ἄξοισι P. 6.10

    Ἀντίλοχος ὃς ὑπερέφθιτο πατρός P. 6.30

    Ἐλέλιχθον, ἄρχεις ὃς ἱππιᾶν ἐσόδων P. 6.50

    ἀστῶν οἳ τεὸν δόμον Πυθῶνι δίᾳ θαητὸν ἔτευξαν P. 7.10

    τὺ (= Ἡσυχία) —

    τὰν οὐδὲ Πορφυρίων μάθεν παρ' αἶσαν ἐξερεθίζων P. 8.12

    Ἀπόλλωνος· ὃς εὐμενεῖ νόῳ λτ;γτ;ενάρκειον ἔδεκτο υἱὸν P. 8.18

    σωμάτεσσι τοῖς οὔτε νόστος ὁμῶς ἔπαλπνος ἐν Πυθιάδι κρίθη P. 8.83

    Κυράνας, τὰν Λατοίδας ἅρπασ P. 9.5

    Ὑψέος ὃς Λαπιθᾶν ὑπερόπλων τουτάκις ἦν βασιλεύς P. 9.14

    ὅν ποτε Κρέοισ' ἔτικτεν P. 9.15

    σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν P. 9.42

    ὦ ἄνα, κύριον ὃς πάντων τέλος οἶσθαP. 9.44 παῖδα ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς οἴσειP. 9.59

    Κυράναν, ἅ νιν εὔφρων δέξεται P. 9.73

    Ἰόλαον. τόν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν P. 9.80

    κῶφος ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει, μηδὲ Διρκαίων ὑδάτων ἀὲ μέμναται, τά νιν θρέψαντο καὶ Ἰφικλέα, τοῖσι τέλειον ἐπ' εὐχᾷ κωμάσομαί τι παθὼν ἐσλόν (ter) P. 9.87—9.

    κούραν, τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον P. 9.107

    Ὑπερβορέων. παρ' οἶς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας P. 10.31

    ὧν θαλίαις ἔμπεδον εὐφαμίαις τε μάλιστ' Ἀπόλλων χαίρει P. 10.34

    θησαυρόν, ὃν περίαλλ' ἐτίμασε Λοξίας P. 11.5

    ἀγῶνι ἐν τῷ Θρασυδᾷος ἔμνασεν ἑστίαν P. 11.13

    Ὀρέστα· τὸν δὴ ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.17

    Πυθονίκῳ ἢ Θρασυδᾴῳ, τῶν εὐφροσύνα τε καὶ δόξ' ἐπιφλέγει P. 11.45

    τέχνᾳ, τάν ποτε Παλλὰς ἐφεῦρε P. 12.6

    θρῆνον. τὸν ἄιε λειβόμενον P. 12.9

    υἱὸς Δανάας· τὸν ἀπὸ χρυσοῦ φαμὲν αὐτορύτου ἔμμεναι P. 12.17

    δονάκων, τοὶ παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων P. 12.26

    ἀλλ' ἔσται χρόνος οὖτος, ὃ καὶ τὸ μὲν δώσει P. 12.31

    νάσω, τὰν Ζεὺς ἔδωκεν

    Φερσεφόνᾳ N. 1.13

    ἀοιδὰν. τᾶς ἀφθονίαν ὄπαζε μήτιος ἁμᾶς ἄπο N. 3.9

    Μυρμιδόνες ὧν παλαίφατον ἀγορὰν οὐκ ἐλεγχέεσσιν ἐμίανε N. 3.14

    κιόνων ὕπερ Ἡρακλέος ἥρως θεὸς ἃς ἔθηκε ναυτιλίας ἐσχάτας μάρτυρας κλυτούς N. 3.22

    Πηλεὺς ὃς καὶ Ἰαολκὸν εἶλε N. 3.34

    Ἀσκλαπιόν, τὸν φαρμάκων δίδαξε μαλακόχειρα νόμον N. 3.55

    σέο δ' ἀγών, τὸν ὕμνος ἔβαλεν ὄπι νέων ἐπιχώριον χάρμα κελαδέων N. 3.65

    Ἀριστοκλείδᾳ ὃς τάνδε νᾶσον εὐκλέι προσέθηκε λόγῳ N. 3.68

    αἰετὸς ὃς ἔλαβεν αἶψα N. 3.81

    Ἡρακλέος. σὺν ᾧ ποτε Τροίαν κραταιὸς Τελαμὼν πόρθησε N. 4.25

    ἕδραν, τὰν οὐρανοῦ βασιλῆες πόντου τ' ἐφεζόμενοι δῶρα καὶ κράτος ἐξέφαναν (Herwerden: τᾶς codd.) N. 4.67 ( κεῖνος) τὸν Εὐφάνης ἐθέλων γεραιὸς προπάτωρ σὸς ἄεισέν ποτε, παῖ (Σ assume Kallikles to be antecedent, others refer to ἀγῶνι or Ὀρσοτριαίνα, cf. N. 2.24) N. 4.89

    ἄρουραν· τάν ποτ' εὔανδρόν τε καὶ ναυσικλυτὰν θέσσαντο N. 5.9

    Ποσειδάωνα ὃς Αἰγᾶθεν ποτὶ κλειτὰν θαμὰ νίσεται Ἰσθμὸν Δωρίαν N. 5.37

    μείς τ' ἐπιχώριος, ὃν φίλησ Ἀπόλλων N. 5.44

    παῖς ἐναγώνιος, ὃς ταύταν μεθέπων Διόθεν αἶσαν νῦν πέφανται οὐκ ἄμμορος N. 6.13

    Σαοκλείδἀ, ὃς ὑπέρτατος Ἁγησιμάχοἰ ὑέων γένετο N. 3.21

    ἀγώνων ἄπο, τοὺς ἐνέποισιν ἱερούς N. 6.59

    Αἴας, ὃν πόρευσαν N. 7.27

    [ βοαθοῶν τοι. v.

    τοι N. 7.33

    ]

    πόλιν. τᾷ καὶ Δαναοὶ πόνησαν N. 7.35

    γλῶσσαν, ὃς ἐξέπεμψεν παλαισμάτων αὐχένα καὶ σθένος ἀδίαντον N. 7.72

    τίν Γίγαντας ὃς ἐδάμασας N. 7.90

    [ γέρας τό περ νῦν. v. , C. N. 7.101]

    ἡρώων ἄωτοι οἵ τε κρανααῖς ἐν Ἀθάναισιν ἅρμοζον στρατόν, οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.11

    πάρφασις ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34

    ῥεέθροις, ὧν ἐγὼ μνασθεὶς ἐπασκήσω κλυταῖς ἥρωα τιμαῖς· ὅς τότε ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν N. 9.9

    —11.

    αἰδὼς ἃ φέρει δόξαν N. 9.34

    φιάλαι-

    σι ἅς ποθ' ἵπποι κτησάμεναι Χρομίῳ πέμψαν N. 9.52

    Ἡρακλέος οὗ κατ' Ὄλυμπον ἄλοχος Ἥβα ἔστι N. 10.17

    ἑταίρους οἵ σε γεραίροντες ὀρθὰν φυλάσσοισιν Τένεδον N. 11.5

    Δᾶλος, ἐν ᾇ κέχυμαι I. 1.4

    πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα, θρασεῖαι τόν ποτε Γηρυόνα φρίξαν κύνες (bis) I. 1.12—3.

    ἄρουραν, ἅ νιν ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.36

    φῶτες, οἳ χρυσαμπύκων ἐς δίφρον Μοισᾶν ἔβαινον ( οἳ Σ: ὅσοι codd.) I. 2.1 τὠργείου χρήματα χρήματ' ἀνήρ ὃς φᾶ (others view ὅς as dem.) I. 2.11

    νίκαν, τὰν λτ;γτ;ενοκράτει Ποσειδάων ὀπάσαις στεφάνωμα κόμᾳ πέμπεν I. 2.14

    χεῖρα τὰν Νικόμαχος κατὰ καιρὸν νεῖμ I. 2.22

    γαῖαν τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27

    ἀρετὰς. αἷσι Κλεωνυμίδαι θάλλοντες αἰεὶ διέρχονται I. 4.4

    Ἄἴαντος ἀλκάν, φοίνιον τὰν ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ ταμὼν μομφὰν ἔχει I. 4.35

    Ὅμηρος ὃς αὐτοῦ πᾶσαν ὀρθώσαις ἀρετὰν κατὰ ῥάβδον ἔφρασεν I. 4.37

    υἱὸς Ἀλκμήνας· ὃς Οὔλυμπόνδ' ἔβα I. 4.55

    θανόντων· τοὺς Μεγάρα τέκε οἱ Κρεοντὶς υἱούς· τοῖσιν ἐν δυθμαῖσιν αὐγᾶν φλὸξ παννυχίζει I. 4.64

    —5.

    Αἰακοῦ παίδων τε. τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων ἔπραθον I. 5.35

    πατρός. τὸν χαλκοχάρμαν ἐς πόλεμον ἆγε I. 6.27

    θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτ' ἐν ΝεμέᾳI. 6.48ἔσσεταί τοι παῖς, ὃν αἰτεῖςI. 6.52

    ὕδωρ, τὸ ἀνέτειλαν I. 6.74

    θάλος, χάλος, χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν I. 7.25

    Ζηνί ὃ τὰν μὲν ᾤκισσεν ἁγεμόνα I. 8.19

    Αἰακὸν. ὃ καὶ δαιμόνεσσι δίκας ἐπείραινε I. 8.23

    Ἀχιλέος. ὃ καὶ Μύσιον ἀμπελόεν αἵμαξε I. 8.49

    θεόν, ὃς κεραυνοῦ τε κρέσσον ἄλλο βέλος διώξει χερί I. 8.34

    ἶνας ἐκταμὼν δορί, ταί μιν ῥύοντό ποτε I. 8.52

    ἀριστέας οἶς δῶμα Φερσεφόνας μανύων Ἀχιλεύς πρόφαινεν I. 8.55

    μιν ὃς ἔλαχεν σελίνων I. 8.63

    ( Ζεύς), ὃς καὶ τυπεὶς ἁγνῷ πελέκει τέκετο ξανθὰν Ἀθάναν fr. 34. Εὐξαντίου [Κρητ]ῶν μαιομένων

    ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    Διὸς Ἐννοσίδαν τε. χθόνα τοί ποτε καὶ στρατὸν ἀθρόον πέμψαν κεραυνῷ τριόδοντί τε ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.42

    ]ὃν ἔμβα[λ Pae. 6.78

    Νεοπτόλεμον. ὃς διέπερσεν Ἰλίου πόλιν Pae. 6.104

    χρηστήριον[ ]ἐν ᾧ Τήνερον ἔτεκ[εν Pae. 9.41

    τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; (cod. unus Stobaei in marg., cett.: om. Clem. Alex.: ᾆ τ Boeckh) fr. 61. 1. θεοί, πολύβατον οἵ τ' ἄστεος ὀμφαλὸν θυόεντ οἰχνεῖτε πανδαίδαλόν τ εὐκλἔ ἀγοράν fr. 75. 3. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν, τὸν Βρόμιον τὸν Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν ( ὃν ὃν v. l.: τε om. codd. nonnulli: docti unum vel alterum τὸν del.) fr. 75. 10. Ἀλαλά, ᾆ θύεται ἄνδρες fr. 78. 2. ἀνδρὸς δ' οὔτε γυναικός, ὧν θάλεσσιν ἔγκειμαι Παρθ. 2. 3. νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς, ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2.. θυγάτηρ, Ἀνδαισιστρότᾰ ἃν ἐπάσκησε Παρθ. 2.. Ὑμέναιον, ὃν λάβεν (ὃν supp. Hermann: om. cod.) Θρ. 3.. ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ αὔξοντ fr. 133. 3. ἑορτὰ ἐν ᾇ πρῶτον εὐνάσθην fr. 193. Ἐλπίς, ἃ μάλιστα κυβερνᾷ fr. 214. 3.
    b where the antecedent follows the rel. cl. [ ταί τε ναίετε (Bergk: αἵ τε codd.) O. 14.2]

    ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται βοὰν Πιερίδων ἀίοντα ὅς τ' ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ κεῖται, θεῶν πολέμιος, Τυφώς P. 1.15

    ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ N. 3.41

    οἶσι δὲ Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος δέξεται, ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων ἐνάτῳ ἔτει ἀνδιδοῖ ψυχὰς πάλιν fr. 133. 1. ὁ χοροιτύπος, ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156.
    c with interior antecedent. “ἀρχαίαν κομίζων πατρὸς ἐμοῦτάν ποτε Ζεὺς ὤπασεν λαγέτᾳ Αἰόλῳ καὶ παισὶ τιμάν ( ἀρχὰν ἀγκομίζων Chaeris) P. 4.107

    μακάριος, ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φέρτατων μναμήἰ P. 5.46

    d
    I ἐξ οὗ, from then on

    ἐξ οὗ πολύκλειτον καθ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν O. 6.71

    ἐξ οὗ Θέτιος γόνος οὐλίῳ μιν ἐν Ἄρει παραγορεῖτο μή ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι αἰχμᾶς O. 9.76

    I being demonstrative in same case as rel. ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον ( τοιούτων ὧν) O. 13.31 ὧν ἔραται, καιρὸν διδούς ( τούτων ὧν) P. 1.57 τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός ( τούτων ὧν) P. 10.61 πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν, ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται ( τούτοις οἷς) N. 1.28 σύνες ὅ τοι λέγω ( τοῦτο ὅ) fr. 105. 1. ἀλᾶται στρατῶν, ὃς ἀμαξοφόρητον οἶκον οὐ πέπαται ( ἐκεῖνος ὅστις) fr. 105b. 2. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε fr. 124. 8.
    II being assimilated to the case of the rel. τιμὰ δὲ γίνεται, ὧν θεὸς ἁβρὸν αὔξει λόγον τεθνακότων (τούτοις, ὧν) N. 7.32 Ζεῦ πάτερ, τῶν μὰν ἔραται φρενί, σιγᾷ οἱ στόμα ( ταῦτα ὧν) N. 10.29 ὀρνιχολόχῳ τε καὶ ὃν πόντος τράφει ( ἐκείνῳ ὃν) I. 1.48
    f where antecedent does not correspond to rel. in gender or number. ὀρθὰν ἄγεις ἐφημοσύναν, τά ποτ' ἐν οὔρεσι φαντὶ μεγαλοσθενεῖ Φιλύρας υἱὸν ὀρφανιζομένῳ Πηλείδᾳ παραινεῖν (Er. Schmid: τὰν codd.) P. 6.21
    2 c. subj.
    a preceded by definite antecedent.
    I μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε πρώτοις αἰδοία ποτιστάξῃ Χάρις εὐκλέα μορφάν (v. l. ποτιστάξει, -άζει) O. 6.75 ὁ δ' ὄλβιος ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί ( κατέχοντ v. l.) O. 7.10

    ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44

    II add. κε/

    ἄν. ἀμφοτέροισι δ' ἀνήρ, ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ, στέφανον ὕψιστον δέδεκται P. 1.100

    γένος, οἵ κεν τάνδε νᾶσον ἐλθόντες τέκωνται φῶταP. 4.51

    ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς, ὃς ἂν τὰ μέγιστ' ἀέθλων ἕλῃ P. 10.23

    , cf. P. 5.65 infra.
    I being demonstrative in same case as rel.

    δίδωσί τε Μοῖσαν οἷς ἂν ἐθέλῃ P. 5.65

    ὃς δ' ἀμφ ἀέθλοις ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθείς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.50

    II where the rel. is assimilated to the case of the antecedent. ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται ( τούτων ἅ) N. 3.71 τὰ δ' αὐτὸς ἀντιτύχῃ, ἔλπεταί τις ἕκαστος ἐξοχώτατα φάσθαι ( ταῦτα ὧν: ἄν τις τύχῃ codd., corr. Mingarelli) N. 4.91
    c where the antecedent does not correspond with the rel. in gender or number, v. P. 4.51 supra
    a
    II
    3 c. opt.
    a with definite antecedent. ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα, τὸν Εὐάδνα τέκοι (v. Goodwin, M & T, § 700) O. 6.49
    b add. κε/ἄν, v. P. 9.119 infra c.
    c antecedent omitted, being demonstrative assimilated to the case of the rel. θανεῖν δ' οἷσιν ἀνάγκα, τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἕψοι μάταν; (byz.: οἷς codd.) O. 1.82 εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι, ὃς ἂν πρῶτος θορὼν ἀμφί οἱ ψαύσειε πέπλοις (The oratio recta would be ὃς ἂν ψαύσῃ,” Gildersleeve) P. 9.119
    4 f. s. dat. pro adv., =

    ὡς. ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων ᾇ τάχος O. 6.23

    ἐνυπνίῳ δ' ᾇ τάχιστα πιθέσθαι κελήσατο μιν (Kayser: δ' ἇ, δαί, δέ codd.) O. 13.79
    5 exx. where rel. conj. is postponed within rel cl. as second word, O. 1.12, O. 1.82, O. 2.8, O. 2.23, O. 2.74, O. 6.85, O. 8.76, P. 4.10, P. 4.246, P. 5.10, P. 5.41, P. 5.82, P. 6.50, P. 9.44, I. 1.13, I. 7.25, fr. 12, Πα.., Παρθ. 2. 71: as third word, O. 5.12, O. 9.34, P. 2.5, N. 3.22,

    Κρητ]ῶν μαιομένων ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    as fourth word, or more,

    ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον

    ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται N. 1.28

    τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4.
    6 in crasis, v. οὕνεκεν.
    7 fragg. ]

    νοιον ἃ σοὶ σε[ Πα.. 1 ]οῦν οἳ Ζην[ Pae. 6.154

    ]υἱὸν ἔτι τέξει· τὸν απ[ Pae. 10.21

    ἐγχώριαι, [ἀγ]λαὸς ἃς ἐν' ἑρκε[ (ἆς = ἕως Wil.)

    Πα. 12. 2. τόν ποτε[ Pae. 22.9

    ]τοὶ πρόιδ[ο]ν αἶσαν α[ (καί]τοι Schr.) fr. 140a. 49 (23) ]αδις, οὕς οἱ[ (οἱ encl. post vocalem P. ponere solet, nott. Snell) fr. 169, 51. ὃς Δολόπων ἄγαγε θρασὺν ὅμιλον fr. 183. B demonstrative (ὁ, τοῦ, [τοῖο coni.], τῷ, τόν, τοί, οἱ, τῶν, τοῖς, τοῖσιν), τούς; ἁ, τᾶς coni., τᾷ, τάν, ταί, αἱ, ταῖς, τάς; τό, τοῦ, τό, τά, τῶν, τά: ὅς, I. 2.11, v. A. 1. a. supra.)
    a

    μέν... δέ. ἀλλὁ μὲν Πυθῶνάδ' ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37

    —9. [ τὸ μὲν τὸ δὲ, v. infra 5a, O. 7.23]

    ἐδόκησαν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ' ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58

    —9. [ τὰ μὲν τὰ δὲ. v. infra 5b, P. 2.65]

    Ἀσκλαπιόν. τὸν μὲν εὐίππου Φλεγύα θυγάτηρ πρὶν τελέσαι, κατέβα. ἁ δ' ἄλλον αἴνησεν γάμον P. 3.8

    —12.

    τοὺς μὲν ὦν λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.47

    —53.

    τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας P. 3.51

    —2.

    ἐν δ' αὖτε χρόνῳ τὸν μὲν ὀξείαισι θύγατρες ἐρήμωσαν πάθαις εὐφροσύνας μέρος αἱ τρεῖς τοῦ δὲ παῖς P. 3.97

    —100. [διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον (v. C. 1. a infra) P. 4.179] [ τὸ μὲν τὸ δ. v. 5. a infra P. 11.63—4.]

    τὸ μὲν δώσει, τὸ δ' οὔπω P. 12.32

    δράκοντας. τοὶ μὲν ἐς θαλάμου μυχὸν εὐρὺν ἔβαν. ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα N. 1.41

    —3. φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιο-

    τὰν λαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55

    μεταμειβόμενοι δ' ἐναλλὰξ ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.55

    —6.

    ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον· τὸν δ' αὖ καταμεμφθέντ ἄγαν ἰσχὺν οἰκείων παρέσφαλεν καλῶν θυμός N. 11.29

    —30. ]ναόν· τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ], ὦ Μοῖσαι· τοῦ δὲ παντέχ[νοις] Ἁφαίστου παλάμαις καὶ Ἀθά[νας] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; ( τοῦ coni. Hunt: τον Π.) Πα... ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δὲ Ὑμέναιον. ἁ δ' Ἰάλεμον Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται Θρ. 7. 6.
    b with μέν only
    I in μέν... δέ construction.

    ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ἀπ' ἀγλαῶν δενδρέων, ὕδωρ δ ἄλλα φέρβει O. 2.73

    τὰ μὲν ἁμετέρα γλῶσσα ποιμαίνειν ἐθέλει, ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.8

    τῷ μὲν Ἀπόλλων ἅ τε Πυθὼ κῦδος ἐξ ἀμφικτιόνων ἔπορεν ἱπποδρομίας. ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγώ P. 4.66

    τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν καὶ τόδε P. 4.86

    τοὶ μὲν ἀλλάλοισι ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ. ἀνὰ δ P. 4.93

    [ τὸ μὲν ὅτι μάκαρ δὲ καὶ νῦν ὅτι v. 5. a. infra. P. 5.15]

    τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.44

    [ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός v. 5. a infra N. 6.3]

    τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις ἕτερον δ' ἑτέραις N. 8.3

    τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι τιμάεντες ἀρχᾶθεν λέγονται ὅσσα δ ( τοί refers to Kleonymidai, v. 4) I. 4.7παῖδα τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθω” anacoluthon I. 6.47

    τὰν μὲν πόλιος ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ I. 8.19

    ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε. βροτέων δὲ λεχέων τύχοισα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντI. 8.35

    καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Pae. 2.53

    b in μέν... τε construction. [ τὸ μὲν ὅτι ὅτι τε v. 5. a. infra P. 2.31] [dub. N. 11.46]

    ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30

    τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ (τό = Medusa's head, Lobel: fort. adv.) *d. 4. 39.
    g in μέν... ἀτάρ construction.

    οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων P. 4.168

    c with δέ only
    I in μέν... δέ construction.

    παρὰ μὲν τιμίοις θεῶν οἵτινες ἔχαιρον εὐορκίαις ἄδακρυν νέμονται αἰῶνα, τοὶ δ' ἀπροσόρατον ὀκχέοντι πόνον O. 2.67

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω κυλίνδοντ ἐλπίδες O. 12.6

    πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν, ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δ ἀνιαραῖς ἀντικύρσαντες ζάλαις O. 12.11

    πολλοῖσι μὲν γὰρ. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28

    θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας, ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο P. 11.34

    πολλὰ μὲν γὰρ ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43

    ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχ[υν], τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 31. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι, τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιοτά fr. 221. 3.
    II

    ὁ δέ... ὁ δέ. ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι ἔκ τ Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν, οἱ δ Ἄρκαδες, οἱ δὲ καὶ Πισᾶται O. 9.67

    —8.
    III

    ἄλλος δέ... ὁ δέ. ἄλλαι δὲ δὔἐν Κορίνθου πύλαις ἐγένοντ ἔπειτα χάρμαι, ταὶ δὲ καὶ Νεμέας Ἐφαρμόστῳ κατὰ κόλπον O. 9.87

    IV where a μέν antithesis is suppressed.

    διασωπάσομαι οἱ μόρον ἐγώ· τὸν δ' ἐν Οὐλύμπῳ φάτναι Ζηνὸς ἀρχαῖαι δέκονται O. 13.92

    ὁπόθ' Ἁρμονίαν γᾶμεν βοῶπιν, ὁ δὲ Νηρέος εὐβούλου Θέτιν παῖδα κλυτάν ( ὁ μὲν Κάδμος suppressed) P. 3.92

    Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμ' ἐπέδα. ὁ δ ἔφεπεν κραταιὸν ἔγχος P. 6.33

    νέᾳ δ' εὐπραγίᾳ χαίρω τι· τὸ δ ἄχνυμαι, φθόνον ἀμειβόμενον τὰ καλὰ ἔργα P. 7.18

    Ἀγρέα καὶ Νόμιον, τοῖς δ' Ἀρισταῖον καλεῖν P. 9.65

    πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν. τοῖο δ' ὀργὰν κνίζον αἰπεινοὶ λόγοι (Hermann: τοῦ δὲ codd.: τοῖο refers to μιν) N. 5.32

    αὐτίκα γὰρ ἦλθε Λήδας παῖς διώκων. τοὶ δ' ἐναντίον στάθεν N. 10.66

    ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου τρεῖς ἀπ' Ἰσθμοῦ, τὰς δ ἀπ εὐφύλλου Νεμέας I. 6.61

    ἐλάφῳ· τὰν δ' ἐπ αὐχένι στρέφοισαν κάρα *fr. 107a. 6*. irregularly coordinated with rel., νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας α[ ]α χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2. 47. esp. after a speech, cf. Führer, Formproblem, 41—4,

    ὣς ἄρα μάνυε· τοὶ δ' οὔτ ὦν ἀκοῦσαι O. 6.52

    τὸν δὲ θαρσήσαις ἀγανοῖσι λόγοις ὧδ' ἀμείφθη ( ὣς μὲν ἔφα suppressed) P. 4.101

    τὸν δὲ Κένταυρος ζαμενὴς εὐθὺς ἀμείβετο P. 9.38

    τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν N. 5.31

    ὣς φάτο· τοὶ δ' ἐπὶ γλεφάροις νεῦσαν ἀθανάτοισιν I. 8.45

    d followed by progressive μέν, emphasising esp. subject of preceding sentence.

    τῷ μὲν ειλτ;γτ;πε O. 1.73

    τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86

    τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασ O. 6.41

    τὸν μὲν κνιζομένα λεῖπε χαμαί O. 6.44

    τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πλόον εἶπε O. 7.32

    τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60

    τῷ μὲν διδύμας χάριτας εἰ κατέβαν ἄγων P. 3.72

    ἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι. τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῳ φέρειν (but perhaps τά refers to the general distribution of good and ill) P. 3.82φῶτα. τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσειP. 4.53

    ὣς φάτο· τὸν μὲν ἐσελθόντ' ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120

    ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος, τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσονP. 4.154 τῶν μὲν κλέος ἐσλὸν Εὐφάμου τ' ἐκράνθη σόν τε, ΠερικλύμενP. 4.174

    Κυράναν. ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18

    ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (Tricl.: τεοῖσί τε codd.: τε del. Calliergus sec. Σ: refers to αὐτόν v. 8: perhaps ὁ μέν τὸ δέ is the correct antithesis) P. 10.11 τῷ μὲν Ἀλεκτρᾶν ὕπερθεν δαῖτα

    πορσύνοντες αὔξομεν I. 4.61

    τὸν μὲν κελήσατο νεκταρέαις σπονδαῖσιν ἄρξαι καρτεραίχμαν Ἀμφιτρυωνιάδαν I. 6.37

    τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24

    τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56

    τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65

    adv. τὰ μέν, v. P. 11.46, N. 3.43, 5. b infra.
    e followed by progressive δέ, emphasising some previous word(s) not normally subject of the preceding sentence.

    Εὐρυτρίαιναν· ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη O. 1.73

    ἐπί οἱ νεφέλαν ἀγκύλῳ κρατὶ κατέχευας· ὁ δὲ κνώσσων ὑγρὸν νῶτον αἰωρεῖ P. 1.8

    ( θεραπόντεσσιν.) “ τῶν δ' ἐλάθοντο φρένεςP. 4.41 ( συγγενέσιν.)

    οἱ δ' ἐπέσποντ P. 4.133

    τῶν δ' ἀκούσαις αὐτὸς ὑπαντίασεν (where τῶν refers to the subject of the preceding sentence) P. 4.135 τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται (where τά refers to ἐσλά v. 73) P. 8.76

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ( ὥραισι καὶ Γαίᾳ.)

    ταὶ δ' νέκταρ ἐν χείλεσσιν καὶ ἀμβροσίαν στάξοισι P. 9.62

    ἢ ἑτέρῳ λέχει δαμαζομέναν ἔννυχοι πάραγον κοῖται; τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον (τὸ = τοῦτο, summing up the previous sentence) P. 11.25 ( Τειρεσίαν.)

    ὁ δέ οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ N. 1.61

    ( Μοισᾶν.)

    αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν N. 5.25

    ( Νεοπτόλεμος.)

    ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε N. 7.36

    θρέψε δ' αἰχμὰν Ἀμφιτρύωνος. ὁ δ ὄλβῳ φέρτατος ἵκετ ἐς κείνου γενεάν ( is referred variously to Zeus and Amphitryon) N. 10.13 ἄνδωκε δ' αὐτῷ Τελαμών, ὀ δ ἀνατείναις οὐρανῷ χεῖρας ἀμάχους αὔδασε ( refers to αὐτῷ) I. 6.41 ( Θέμιν.) ἁ δὲ τίκτεν ἀλαθέας ὥρας (but perhaps δὲ balances μέν v. 1) fr. 30. 6. ὁ δὲ κηλεῖται Δ. 2. 21. ἁ δ' ἔργμασι[ Παρθ. 2.. ὁ δ ἄφ[αρ π]λεκτόν τε χαλκὸν ὑπερη[ (i. e. ?Herakles, who is the subject of the verb in v. 21) fr. 169. 26. τοὶ δ' αὐτ[ ?fr. 338. 9.
    f exx. with μέν... δέ, where the connection is obscured by lacuna. τοὶ δ' ἐπίμπλαν ἐσσύμενοι πίθους (? μέν suppressed) *fr. 104b. 3* δελφῖνος, τὸν μὲν ἀκύμονος ἐν πόντου πελάγει αὐλῶν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος (?rel.) fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161.
    g combined with γάρ. ( παισὶ Λήδας.)

    τοῖς γὰρ ἐπέτραπεν Οὔλυμπόνδ' ἰὼν θαητὸν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36

    ( Κόρινθον.)

    ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6

    ( Κάστορος.)

    τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν N. 10.60

    αἰῶνος εἴδωλον (nom.). τὸ γάρ ἐστι ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.
    h combined with καί. εὐναὶ δὲ παράτροποι ἐς κακότατ' ἀθρόαν ἔβαλον· ποτὶ καὶ τὸν ἵκοντ ( ποτὶ τὸν καὶ coni. Mommsen) P. 2.36 esp. with general reference to preceding, τὸ καὶ ἀνδρὶ κώμου δεσπότᾳ πάρεστι Συρακοσίῳ (i. e. τὸ ἐπὶ Ἀμφιαράου ῥηθέν Σ.) O. 6.17

    ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά I. 8.15

    ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις, ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν. τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον I. 8.61

    cf. O. 6.56
    i combined with

    καί... γάρ. καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48

    j followed by

    γε. περὶ δὲ πάξαις Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε O. 10.45

    τὸν δὲ τετράκναμον ἔπραξε δεσμὸν ἑὸν ὄλεθρον ὅγ P. 2.41

    [ τό γ' ἐπαρκέσαι (codd.: ὅ, τέ, σέ coni. edd.) N. 6.60]
    2 without particle.

    Πηλεύς τε καὶ Κάδμος ἐν τοῖσιν ἀλέγονται O. 2.78

    τὰν μεθέπων ἴδε καὶ κείναν χθόνα O. 3.31

    ἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20

    ἀέθλοις. τῶν ἄνθεσι Διαγόρας ἐστεφανώσατο δίς O. 7.80

    τοὺς ἀγαγὼν ζεύγλᾳ πέλασσεν μοῦνος P. 4.227

    Διὸς ἀγῶνι. τόν, ὦ πολῖται, κωμάξατε Τιμοδήμῳ σὺν εὐκλέι νόστῳ N. 2.24

    τὸν ἐθάμβεον Ἄρτεμίς τε καὶ θρασεἶ Ἀθάνα ( τόν = Jason, subj. of preceding sentence) N. 3.50 ( ῥῆμα.) τό μοι θέμεν

    ὕμνου προκώμιον εἴη N. 4.9

    ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετὰς ὁ θνατὸς αἰών, φρονεῖν δ' ἐνέπει τὸ παρκείμενον. τῶν οὐκ ἄπεσσι ( τῶν is referred by Σ, edd. to ἀρετάς, but should be considered as neuter) N. 3.76 Τηλεβόας ἔναρεν· τῷ ὄψιν ἐειδόμενος ἀθανάτων βασιλεὺς αὐλὰν ἐσῆλθεν (Mingarelli: ἔναιρεν· τί οἱ codd.: τῷ = Amphitryon) N. 10.15

    οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον, ἀλλ' ἐφ ἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τέλος. τῶν ἀθρόοις ἀνδησάμενοι θαμάκις ἔρνεσιν χαίταις ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν I. 1.28

    λέγε, τίνες Κύκνον, τίνες Ἕκτορα πέφνον ; τοῖσιν Αἴγιναν προφέρει στόμα πάτραν I. 5.43

    ( νιν).

    τὸν αἰνεῖν ἀγαθῷ παρέχει I. 8.69

    ( τοκεῦσιν.)

    τοὶ σὺν πολέμῳ κτησάμενοι χθόνα πολύδωρον ὄλβον ἐγκατέθηκαν Pae. 2.59

    πεφόρητο δ' ἐπ Αἰγαῖον θαμά (sc. Ἀστερία· τᾶς ὁ κράτιστος ἐράσσατο. (ἇς = ἕως coni. G-H.) Πα. 7B. 50. ( Ἀφροδίτας.) ἀλλ' ἐγὼ τᾶς ἕκατι τάκομαι (Wil.: τᾶσδ Hermann: δεκατιτας codd.) fr. 123. 10. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου Θρ. 7. 1. with crasis, τοὔνεκα προῆκαν υἱὸν ἀθάνατοί οἱ πάλιν therefore O. 1.65
    3 prospective, referring to a following rel. cl.

    μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε O. 6.75

    ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί O. 7.10

    τοὺς μὲν ὦν, ὅσσοι μόλον, λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν P. 3.47

    cf. P. 7.18 λόγον φέρεις, τὸν ὅνπερ ποτ' Ὀικλέος παῖς ἐν ἑπταπύλοις ἰδὼν υἱοὺς Θήβαις αἰνίξατο (cf. C. 6. infra) P. 8.39
    4 τὰ καὶ τά, simm. ὁ μὰν πλοῦτος ἀρεταῖς δεδαιδαλμένος φέρει τῶν τε καὶ τῶν καιρὸν (τά τε ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ.) O. 2.53 ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος ἔμπαν τὰ καὶ τὰ νέμων ( τουτέστι τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ, but perhaps varied blessings is meant) P. 5.55 φαντί γε μὰν οὕτω κ' ἀνδρὶ παρμονίμαν θάλλοισαν εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ φέρεσθαι (ἀντὶ τοῦ ἀγαθὰ καὶ κακά Σ.) P. 7.22 σέο δ' ἀμφὶ τρόπῳ τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες ( καὶ λόγων καὶ ἔργων Σ.) N. 1.30 ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων, πρὶν τέλος ἄκρον ἱκέσθαι. τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ (ἄλλα γὰρ ἄλλοις ἡ τύχη δίδωσι Σ.) I. 4.33 Ζεὺς τά τε καὶ τὰ νέμει (καὶ τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ φαῦλα Σ.) I. 5.52

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σόν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    5 adverbial usages.
    a τό. ἴων ἀκτῖσι βεβρεγμένος ἁβρὸν σῶμα· τὸ καὶ κατεφάμιξε καλεῖσθαί νιν χρόνῳ σύμπαντι μάτηρ τοῦτ' ὄνυμ ἀθάνατον wherefore O. 6.56 τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν ἐκ Διὸς εὔχονται. τὸ δ' Ἀμυντορίδαι ματρόθεν Ἀστυδαμείας on the one side... on the other O. 7.23

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μὲν ἥρως ὅτι, ὅτι τε P. 2.31

    τὸ μὲν, ὅτι βασιλεὺς ἐσσί. μάκαρ δὲ καὶ νῦν, ὅτι in the first place P. 5.15 τό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον ἀμφ ἀνδριάντι σχεδόν ( wherefore: others interpret τό as rel.) P. 5.39 υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου at one time... at another P. 11.63—4.

    ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3

    [ τὸ μὲν. v. B. 1. b. β, Δ.. 3.] τὸ δὲ κοι[ Θρ. 3. 4.
    b τά. τὰ δὲ Παρρασίῳ στρατῷ θαυμαστὸς ἐὼν φάνη then again O. 9.95 τὰ δὲ καί ποτ' ἐν ἀλκᾷ πρὸ Δαρδάνου τειχέων ἐδόκησαν then again O. 13.55 ὅθεν φαμὶ καὶ σὲ τὰν ἀπείρονα δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι sometimes... sometimes P. 2.65 τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει then again P. 8.28 τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι on the one hand i. e. as opp. to their exploits in athletics P. 11.46 Ἀχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις at first N. 3.43 ἐν βάσσαισιν Ἰσθμοῦ δεξαμένῳ στεφάνους, τὰ δὲ κοίλᾳ λέοντος ἐν βαθυστέρνου νάπᾳ κάρυξε Θήβαν ἱπποδρομίᾳ κρατέων ( and further, μὲν being suppressed) I. 2.11
    c τῶ, v. τῶ.
    6 fragg.

    τοὶ τα[ Pae. 6.70

    ὁ δ' ἀντίον ἀνὰ κάρα τ ἄειρ[ε Pae. 20.10

    ὁ δ ἐπραυν[ε fr. 215b. 4. οἱ δ' ἄφνει πεποίθασιν ( ὁ δ' πέποιθεν v. l.) fr. 219. C articular. (ὁ, τοῦ, τόν, οἱ, τῶν; ἁ, τᾶς, τᾷ, τάν, αἱ, ταί, τᾶν, ταῖς, τάς; τό nom., acc.; τά, τῶν, τά: in crasis O. 1.45, O. 13.38, N. 7.104; O. 10.70, I. 2.10)
    1 c. subs. prop.
    a

    τᾶν Ὀλυμπιάδων O. 1.94

    ἅ τε Πίσα O. 3.9

    τᾶν κλεινᾶν Συρακοσσᾶν O. 6.6

    ὁ Χρυσοκόμας O. 6.41

    , O. 7.32

    ὅ τ' ἐξελέγχων μόνος ἀλάθειαν ἐτήτυμον Χρόνος O. 10.53

    τὰν ὀλβίαν Κόρινθον O. 13.4

    τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν θεμέναν γάμον αὐτᾷ O. 13.53

    τᾶς ὀφιώδεος υἱόν ποτε Γοργόνος O. 13.64

    ὁ καρτερὸς Βελλεροφόντας O. 13.84

    ἅ τ' Ἐλευσίς, ἅ τ Εὔβοια O. 13.110

    ἁ Μινύεια O. 14.19

    τᾶν λιπαρᾶν ἀπὸ Θηβᾶν P. 2.3

    ὅ τ' ἐναγώνιος Ἑρμᾶς P. 2.10

    ὁ χρυσοχαῖτα Ἀπόλλων P. 2.16

    τὸ Καστόρειον P. 2.69

    ὁ δὲ Ῥαδάμανθυς P. 2.73

    ἅ τε Πυθώ P. 4.66

    τὸν μὲν Ἐχίονα τὸν δ' Ἔρυτον (contra Des Places, 44) P. 4.179

    τᾶς εὐδαίμονος ἀμφὶ Κυράνας P. 4.276

    αἱ μεγαλοπόλιες Ἀθᾶναι P. 7.1

    ὁ χαιτάεις Λατοίδας P. 9.5

    τὸ Πελινναῖον ἀπύει P. 10.4

    τὸν Ἱπποκλέαν P. 10.57

    τὸν Ἰφικλείδαν Ἰόλαον P. 11.59

    ταῖς μεγάλαις Ἀθάναις N. 2.8

    ἁ Σαλαμίς γε N. 2.13

    τὸν μέγαν πολεμιστὰν Ἀλκυονῆ N. 4.27

    ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν N. 5.44

    διὰ τὸν ἁδυεπῆ γενέσθ' Ὅμηρον N. 7.21

    ὁ καρτερὸς Αἴας N. 7.26

    τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν N. 9.2

    ἐκ τᾶς ἱερᾶς Σικυῶνος N. 9.53

    ὁ Τυνδαρίδας N. 10.73

    τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον I. 1.7

    ἁ Μοῖσα γὰρ I. 2.6

    ταῖς λιπαραῖς ἐν Ἀθάναις I. 2.20

    τὰν πυροφόρον Λιβύαν I. 4.54

    τὰν κυανάμπυκα Θήβαν fr. 29. 3. ἁ Κοιογενὴς fr. 33d. 3.

    ὁ παντελὴς Ἐνιαυτὸς Pae. 1.5

    ἀλλ' ὅ γε Μέλαμπος Pae. 6.28

    ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.44

    ὁ πόντιος Ὀρσιτρίαινα Pae. 9.47

    ἐν ταῖς ἱεραῖς Ἀθάναις fr. 75. 4. ὦ ταὶ λιπαραὶ καὶ ἰοστέφανοι καὶ ἀοίδιμοι, Ἑλλάδος ἔρεισμα, κλειναὶ Ἀθᾶναι fr. 76. 1. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον ἀγχίκρημνον fr. 82. ὁ [Λοξ]ίας Παρθ. 2. 3. ὁ Μοισαγέτας με καλεῖ χορεῦσαι Ἀπόλλων fr. 94c. 1. ἀπὸ τᾶς ἀγλαοκάρπου Σικελίας ( τᾶς del. Schr.) fr. 106. 6. τῶ[ν..Λο]κρῶν τις (supp. Wil.) fr. 140b. 4.
    b c. subs., in apposition to subs. prop.

    Χρόνος, ὁ πάντων πατήρ O. 2.17

    Μήδειαν τὰν Πελίαο φονόν P. 4.250

    Ζεὺς ὁ θεῶν σκοπὸς Pae. 6.94

    Νηρεὺς δ' ὁ γέρων Pae. 15.4

    Νόμος ὁ πάντων βασιλεύς fr. 169. 1.
    c c. gen., sc.

    υἱός. τὸν Αἰνησιδάμου O. 2.46

    Σᾶμος ὁ Ἁλιροθίου (Boeckh: om. codd.) O. 10.70

    βία Φώκου κρέοντος, ὁ τᾶς θεοῦ N. 5.13

    d c. gen., in apposition.

    πόσις ὁ πάντων Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.77

    παῖς ὁ Λατοῦς O. 8.31

    παῖς ὁ Λικυμνίου Οἰωνός O. 10.65

    παῖς ὁ Θεαρίωνος Σωγένης N. 7.7

    2 c. subs.
    a

    ὁ δὲ χρυσὸς O. 1.1

    τὸ δὲ κλέος O. 1.93

    ὁ μὰν πλοῦτος O. 2.53

    τῶν δὲ μόχθων O. 8.7

    ὁ δὲ λόγος P. 1.35

    τὸν εὐεργέταν P. 2.24

    ἁ δ' ἀρετὰ P. 3.114

    ὁ γὰρ καιρὸς P. 4.286

    ὁ πλοῦτος P. 5.1

    τὸν εὐεργέταν P. 5.44

    ὁ χρυσὸς N. 4.82

    τᾶς θεοῦ N. 5.13

    εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν (Boeckh: ἑὰν, ἐὰν codd., Σ.) N. 7.25

    ὁ μάρτυς N. 7.49

    ἁ κέλευθος I. 2.33

    ὁ κινητὴρ δὲ γᾶς I. 4.19

    τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Pae. 8.67

    τὰν παῖδα δε[ Πα. 22.i. 2. ἕρπε τὸ σὰν κίβδηλον Δ. 2. 2. τὸ δ' ὄργανον (acc.) *fr. 107b. 2* Διὸς παῖς ὁ χρυσός fr. 222. 1. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242.
    b with intervening adj.

    ὁ πολύφατος ὕμνος O. 1.8

    ὁ μέγας δὲ κίνδυνος O. 1.81

    τὸν ἀλαθῆ λόγον O. 1.28

    τὸν εὐνομώτατον ἐς ἔρανον O. 1.37

    τὸ δ' αἰεὶ παράμερον ἐσλὸν O. 1.99

    τὸν ὅλον ἀμφὶ χρόνον O. 2.30

    τὸν εὔφρονα πότμον O. 2.36

    τὰν σὰν πόλιν O. 5.4

    τὰν νέοικον ἕδραν O. 5.8

    τὰν ποντίαν ὑμνέων παῖδ' Ἀφροδίτας O. 7.13

    ὁ δ' ἐπαντέλλων χρόνος O. 8.28

    ὁ μέλλων χρόνος O. 10.7

    τὸν ἐγκώμιον ἀμφὶ τρόπον O. 10.77

    τὸ συγγενὲς ἦθος O. 13.13

    τὰ πολλὰ βέλεα O. 13.95

    τὸν αἰχματὰν

    κεραυνὸν P. 1.5

    ὁ πᾶς χρόνος P. 1.46

    τὸν προσέρποντα χρόνον P. 1.56

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τὰν εὔυδρον ἀκτὰν P. 1.79

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι P. 2.30

    τὸν δὲ τετράκναμον δεσμὸν P. 2.40

    τὰν πολύκοινον ἀγγελίαν P. 2.41

    τὰν ἀπείρονα δόξαν P. 2.64

    ὁ λάβρος στρατός P. 2.87

    τὰν δ' ἔμπρακτον ἄντλει μαχανάν P. 3.62

    ὁ μέγας πότμος P. 3.86

    τὸ πάγχρυσον νάκος acc. P. 4.68

    τὸν δὲ παμπειθῆ γλυκὺν πόθον P. 4.184

    τὰν ἀκίνδυνον αἰῶνα P. 4.186

    τὸ κλεεννότατον μέγαρον (nom.) P. 4.280

    τὰν θεόσδοτον δύναμιν P. 5.13

    αὐτοῦ μένων δ' ὁ θεῖος ἀνὴρ P. 6.38

    τὰ καλὰ ἔργα P. 7.19

    ὁ Παρνάσσιος μυχὸς P. 10.8

    ὁ χάλκεος οὐρανὸς P. 10.27

    τό τ' ἀναγκαῖον λέχος acc. P. 12.15 [ τὸν ἐχθρότατον μόρον codd. N. 1.65]

    τὸν ἅπαντα χρόνον N. 1.69

    ὁ θνατὸς αἰών ( om. codd.: supp. Tricl.) N. 3.75

    αἱ δὲ σοφαὶ Μοισᾶν θύγατρες N. 4.2

    τῶν ἀγαθῶν ἐργμάτων N. 4.83

    Μοισᾶν ὁ κάλλιστος χορός N. 5.23

    τὰ καλά σφιν ἔργ' ἐκόμισαν N. 6.30

    ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ N. 7.12

    τὰ τέρπν' ἄνθἐ Ἀφροδίσια acc. N. 7.53

    τῶν ἀρειόνων ἐρώτων N. 8.5

    τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ' ἀναβαίνων N. 9.4

    τὰν βαθύστερνον χθόνα N. 9.25

    Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν N. 10.36

    τὸ θαητὸν δέμας acc. N. 11.12

    τὸν μόρσιμον αἰῶνα I. 7.41

    τὸ πάντολμον σθένος acc. fr. 29. 4.

    τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον Pae. 6.111

    τὰν θεμίξενον ἀρετάν Pae. 6.131

    ὁ παγκρατὴς κεραυνὸς Δ. 2. 1. τᾶν τ' ἐαριδρόπων ἀοιδᾶν fr. 75. 6. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν ( τὸν om. unus cod., fort. recte) fr. 75. 9. τὸν ἱρόθυτον θάνατον (verba secl. Sternbach) fr. 78. 3. τὸ σὸν αὐτοῦ μέλι γλάζεις (Wil.: τὸ σαυτου, τὸ σαυτα μέλος codd.) fr. 97. τὸ φαιδρὸν φάος acc. fr. 109. 2. τᾶς χλωρᾶς λιβάνου (Tittmann: τὰν, τὰς codd.) fr. 122. 3. τὸν λοιπὸν χρόνον fr. 133. 5. ταῖς ἱεραῖσι μελίσσαις fr. 158. τὸν ἀχρεῖον λόγον fr. 180. 1. ὁ κρατιστεύων λόγος fr. 180. 3.
    c with intervening phrase, e. g. gen.

    μετὰ τὸ ταχύποτμον ἀνέρων ἔθνος O. 1.66

    μνᾶμα τῶν Οὐλυμπίᾳ κάλλιστον ἀέθλων O. 3.15

    παρὰ τὸν ἁλικίας ἐοικότα χρόνονO. 4.27

    αἱ δὲ φρενῶν ταραχαὶ O. 7.30

    ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατὴρ O. 7.70

    ὅ τ' ἐν Ἄργει χαλκὸς ἔγνω μιν O. 7.83

    [ τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχαν (codd.: μάχας Schr.) O. 8.58]

    τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος O. 9.1

    τὸν Ὀλυμπιονίκαν Ἀρχεστράτου παῖδα O. 10.1

    ὁ δ' ἄῤ ἐν Πίσᾳ ἔλσαις ὅλον τε στρατὸν λᾴαν τε πᾶσαν Διὸς ἄλκιμος υἱὸς O. 10.43

    τὸ δὲ κύκλῳ πέδον O. 10.46

    τὰν πολέμοιο δόσιν O. 10.56

    τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κτίσιν O. 13.83

    ταί θ' ὑπ Αἴτνας ὑψιλόφου καλλίπλουτοι πόλιες O. 13.111

    ταί θ' ὑπὲρ Κύμας ἁλιερκέες ὄχθαι P. 1.18

    τὰν Φιλοκτήταο δίκαν P. 1.50

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τᾶν πρὸ Κιθαιρῶνος μαχᾶν (Wil.: τὰν μάχαν codd.) P. 1.77

    τὸν δὲ ταύρῳ χαλκέῳ καυτῆρα νηλέα νόον Φάλαριν P. 1.95

    τὸν δ' ἀμφέποντ αἰεὶ δαίμον P. 3.108

    τὸ Μηδείας ἔπος P. 4.9

    τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτωνP. 4.92

    τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν P. 4.263

    οὐ τὰν Ἐπιμηθέος ἄγων ὀψινόου θυγατέρα Πρόφασιν P. 5.27

    τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν μέλος χαρίεν P. 5.106

    ἁ δικαιόπολις ἀρεταῖς κλειναῖσιν Αἰακιδᾶν θιγοῖσα νᾶσος P. 8.22

    τὸν δὲ σύγκοιτον γλυκὺν παῦρον ἐπὶ γλεφάροις ὕπνον ἀναλίσκοισα P. 9.23

    τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ N. 4.59

    ὁ δὲ λοιπὸς εὔφρων ποτὶ χρόνος ἕρποι N. 7.67

    τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ N. 7.102

    οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.12

    ταῖς Ἐπάφου παλάμαις N. 10.5

    καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον N. 10.25

    τὸ δὲ Πεισάνδρου πάλαι αἷμ acc. N. 9.33 τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα acc. I. 1.1

    τὰν ἁλιερκέα Ἰσθμοῦ δειράδ I. 1.9

    τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας. τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34

    τὸν Μινύα τε μυχόν I. 1.56

    τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα acc. I. 1.57

    Πρωτεσίλα, τὸ τεὸν δ' ἀνδρῶν Ἀχαιῶν ἐν Φυλάκᾳ τέμενος συμβάλλομαι I. 1.58

    οἱ μὲν πάλαι, ὦ Θρασύβουλε, φῶτες I. 2.1

    νῦν δ' ἐφίητι λτ;τὸγτ; τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ (supp. Heyne: om. codd.) I. 2.9

    τὸ δ' ἐμὸν οὐκ ἄτερ Αἰακιδᾶν κέαρ ὕμνων γεύεται I. 5.19

    ὁ Κλεονίκου παῖς I. 6.16

    καὶ τὸν βουβόταν οὔρει ἴσον Φλέγραισιν εὑρὼν Ἀλκυονῆ I. 6.32

    τὸν Ἀργείων τρόπον I. 6.58

    τὰν Ψαλυχιδᾶν τε πάτραν I. 6.63

    τόν δὲ Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον I. 6.65

    τίνι τῶν πάρος, ὦ μάκαιρα Θήβα, καλῶν ἐπιχωρίων I. 7.1

    ὅ τοι πτερόεις ἔρριψε Πάγασος I. 7.44

    τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον I. 8.9

    τὰν Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ' ἑκαταβόλου συμβουλίαν λαβών fr. 2. 2. τὰν Διωνύσου πολυγαθέα τιμὰν fr. 29. 5. ἄνακτα τὸν πάντων ὑπερβάλλοντα Χρόνον μακάρων fr. 33. τὸ μηδὲν ἄγαν ἔπος acc. fr. 35b. τὸν τρικάρανον Πτωίου κευθμῶνα κατέσχεθε fr. 51b.

    τὰν δὲ λαῶν γενεὰν Pae. 1.9

    [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος Pae. 2.54

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἄστυ nom. Πα.. 32. τὰ θεῶν βουλεύματ acc. fr. 61. 3. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας fr. 123. 2. τὰν ἐνθάδε νύκτα Θρ.. 2. τὸν ἄπειρον ἐρεύγονται σκότον fr. 130 ad Θρ.. τὸν ὕπερθεν ἅλιον fr. 133. 2. τὸν Ἰάσονος εὔδοξον πλόον fr. 172. 6. ταὶ δὲ Χίρωνος ἐντολαί (Hermann: αἱ codd.) fr. 177c. ὁ γὰρ ἐξ οἴκου ποτὶ μῶμον ἔπαινος κίρναται *fr. 181* ἁ Μειδύλου δ' αὐτῷ γενεά fr. 190.
    d where a sentence or major part thereof intervenes between article and noun, so that the usage is almost demonstrative.

    τῶν γὰρ πεπραγμένων ἔργων τέλος O. 2.15

    ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει ματρομάτωρ ἐμὰ (but v. A. 1. a supra) O. 6.83

    τὸ γὰρ ἐμφυὲς ἦθος O. 11.19

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν ἐλπίδες O. 12.5

    ταὶ Διωνύσου χάριτες O. 13.18

    ὁ δ' ἦρα χρόνῳ ἵκετ ἀνὴρ ἔκπαγλος P. 4.78

    [ τάν ποτε Καλλίσταν ἀπῴκησαν χρόνῳ νᾶσον (Boeckh: ἂν codd.: ἔν Chaeris) P. 4.258]

    ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος P. 5.55

    τὸ δ' ἐμὸν γαρύει ἀπὸ Σπάρτας ἐπήρατον κλέος (v. γαρύω) P. 5.72

    τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος P. 8.32

    φυᾷ τὸ γενναῖον ἐπιπρέπει ἐκ πατέρων παισὶ λῆμαP. 8.44 ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳἌδραστος ἥρωςP. 8.48

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ἤτοι τό τε θεσπέσιον Φόρκοἰ ἀμαύρωσεν γένος P. 12.13

    ὄφρα τὸν Εὐρυάλας γόον P. 12.20

    τὰν πολυξέναν νᾶσον Αἴγιναν N. 3.2

    ὁ δ' εὖ φράσθη Ζεὺς N. 5.34

    ὁ δὲ χάλκεος οὐρανός N. 6.3

    ὁ δ' Ζεὺς N. 9.24

    ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12

    [cf.

    τὸν μὲν κτἑ I. 6.37

    ]

    ὁ δ' ἀθανάτων μὴ θρασσέτω φθόνος I. 7.39

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.12

    ἁ δὲ τὰς τίκτεν ἀλαθέας ὥρας fr. 30. 6.

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σὸν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    τὸν ἀοιδότατον τρέφον κάλαμον fr. 70. 1. ὁ δὲ Καινεὺς Θρ. 6. 7. repeated, ὁ ζαμενὴς δ' ὁ χοροιτύπος ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156. cf.

    πρὶν γενέσθαι τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51

    e in apposition, with phrase following.

    στέφανων ἄωτον γλυκὺν τῶν Οὐλυμπίᾳ O. 5.2

    ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου (Schr.: μάχαν codd.) O. 8.58

    ὕβριν ἰδὼν τὰν πρὸ Κύμας P. 1.72

    τῶν δ' Ὁμήρου καὶ τόδε συνθέμενος ῥῆμα πόρσυν P. 4.277

    φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62

    βοτάνα τέ νίν ποθ' ἁ λέοντος νικάσαντ ἤρεφε N. 6.42

    παίδων τε παῖδες ἔχοιεν αἰεὶ γέρας τό περ νῦν καὶ ἄρειον ὄπιθεν (fort. rel.?) N. 7.101

    κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ N. 9.15

    ἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησενN. 10.41
    3 c. adj., part.
    a adj.

    ἅπαντα τὰ μείλιχα O. 1.30

    τὸ δ' ἔσχατον O. 1.113

    τὰ δ' ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτρὰ O. 2.58

    ἐς δὲ τὸ πὰν ἑρμανέων χατίζει O. 2.85

    οἱ δύο O. 8.38

    τὰ τέρπν O. 9.28

    τὰ τοιαῦτ O. 9.40

    τὸ δὲ σαφανὲς O. 10.55

    τά τε τερπνὰ καὶ τὰ γλυκέα O. 14.5

    οἱ σοφοὶ P. 2.88

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 2.96

    τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83

    τὸν μονοκρήπιδα P. 4.75

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 4.285

    ὁ δ' ἀρχαγέτας ἔδωκ Ἀπόλλων P. 5.60

    [ τὸ δ' ἐμὸν (v. γαρύω) P. 5.72] τὸ λοιπὸν (adv.) P. 5.118 τὸ μαλθακὸν acc. P. 8.6

    τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας P. 8.64

    τὸ τερπνὸν nom. P. 8.93

    τὸν ἐχθρὸν P. 9.95

    τὸ δὲ συγγενὲς nom. P. 10.12

    τῶν δ' ἐν Ἑλλάδι τερπνῶν P. 10.19

    τὰ μέγιστ acc. P. 10.24 Μοῖσα, τὸ δὲ τεόν nom. P. 11.41

    τὰ μέσα P. 11.52

    τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτὸν P. 12.30

    τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει N. 1.53

    τὸ καλλίνικον N. 3.18

    τὰ μακρὰ N. 4.33

    τὸ μόρσιμον N. 4.61

    , N. 7.44

    τὸ συγγενὲς N. 6.8

    τὸ τερπνὸν N. 7.74

    τὸ μὲν λαμπρὸν τῶν δ' ἀφάντων N. 8.34

    τὸ τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ I. 2.9

    τὸν ἐσλόν I. 2.7

    τῶν ἀπειράτων I. 4.30

    τὸν ἐχθρόν I. 4.48

    τὸν φέρτατον θεῶν I. 7.5

    τὰ μακρὰ I. 7.43

    τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ I. 7.47

    τὸ μὲν ἐμόν I. 8.38

    ὁ κράτιστος Πα. 7B. 50.

    τὸ πάντων ἔργων ἱερώτ[ατον] Pae. 8.74

    τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον fr. 81 ad Δ. 2. τὸ κοινόν fr. 109. τὸ πάν fr. 140d. τὸ βιαιότατον fr. 169. 3.
    b in apposition.

    παῖς ὁ κισσοφόρος O. 2.27

    ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν O. 5.12

    θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας O. 7.34

    καλλίνικος ὁ τριπλόος κεχλαδὼς O. 9.2

    πλοῦτος ὁ λαχὼν ποιμένα O. 10.88

    Χίρωνα τὸν ἀποιχόμενον P. 3.3

    θύγατρες αἱ τρεῖς P. 3.97

    Ζεὺς ὁ γενέθλιος ἀμφοτέροιςP. 4.167 καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ (Boeckh: μόρον codd.: τῷ ἐχθροτάτῳ μόρῳ Beck: alii alia) N. 1.65

    ὁ Τελαμωνιάδας N. 4.47

    λόγον Αἰακοῦ παίδων τὸν ἅπαντα N. 4.72

    [ προπάτωρ ὁ σὸς (codd.: del. Boeckh) N. 4.89] ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N.7.24.

    ὡς παισὶ κλέος μὴ τὸ δύσφαμον προσάψω N. 8.37

    ζωᾶς ἄωτον τὸν ἄλπνιστον I. 5.12

    κόμπον τὸν ἐοικότ I. 5.24

    Ζεὺς ὁ πάντων κύριος I. 5.53

    λόγον τὸν ἐθέλοντα γενέσθαι Pae. 2.79

    Ἀπόλλων ὁ χρυσοκόμας Pae. 5.41

    Τέρπανδρός ποθ' ὁ Λέσβιος fr. 125. 1. θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς fr. 141. ἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν, ἅ τε Μαγνήτων ἐπιχώριος ἁρμόζοισα θαητοῖσι γυίοις, ἀμφὶ δὲ (where the τε δέ connection is irregular) P. 4.80
    c c. part.

    ὁ νικῶν O. 1.97

    τὸ μέλλον O. 2.56

    σοφὸς ὁ πολλὰ εἰδὼς φυᾷ O. 2.86

    ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν O. 10.66

    τῶν δὲ μελλόντων O. 12.9

    τά τ' ἐσσόμενα O. 13.103

    τῶν ἀπεόντων P. 3.20

    τὰ ἐοικότα P. 3.59

    ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχών P. 8.88

    τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὖ P. 9.93

    ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων P. 11.30

    τὸ παρκείμενον N. 3.75

    λόγον ὁ μὴ συνιείς N. 4.31

    τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων N. 6.55

    ὁ πονήσαις δὲ νόῳ I. 1.40

    τὸ σεσωπαμένον I. 1.63

    τῶν τότ' ἐόντων I. 4.27

    ὁ δ' ἐθέλων τε καὶ δυνάμενος ἁβρὰ πάσχειν fr. 2. 1. τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4. τῷ παρέοντι fr. 43. 4.

    τῶν γὰρ ἀντομένων Pae. 2.42

    τὸ δ' εὐβουλίᾳ τε καὶ αἰδοῖ ἐγκείμενον Pae. 2.52

    ὁ δὲ καλόν τι πονήσαις Pae. 2.66

    τά τ ἐόντα τε κα[ὶ ] πρόσθεν γεγενημένα Pae. 8.83

    ὁ δὲ μηδὲν ἔχων Παρθ. 1.. τὸ πεπρωμένον fr. 232.
    4 c. inf., pro subs.

    τὸ δὲ τυχεῖν O. 2.51

    τὸ λαλαγῆσαι O. 2.97

    τὸ διδάξασθαι O. 8.59

    τὸ μὴ προμαθεῖν O. 8.60

    τό γε λοιδορῆσαι O. 9.37

    τὸ καυχᾶσθαι O. 9.38

    τὸ δὲ παθεῖν P. 1.99

    τὸ πλουτεῖν δὲ P. 2.56

    καὶ τὸ σιγᾶν N. 5.18

    ὦ Μέγα, τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν N. 8.44

    τὸ δὲ φυγεῖν Δ... τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι (G-H, sed alia possis) Παρθ. 1. 20.
    5 c. adv.
    a pro subs.

    τῶν γε νῦν O. 1.105

    τὸ πόρσω δ' ἐστὶ σοφοῖς ἄβατον κἀσόφοις O. 3.44

    νεότατος τὸ πάλιν ἤδη O. 10.87

    τῶν πάροιθε P. 2.60

    τὰ πόρσω P. 3.22

    τῶν πάλαι P. 6.40

    τῶν νῦν δὲ P. 6.43

    ὁ δ' ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται τῶν πάλαι προθανόντων ( τῶν προθανόντων?) P. 2.56
    b pro adv.

    τὸ πολλάκις O. 1.32

    ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48

    εἶδον γὰρ τὰ πόλλ' ἐν ἀμαχανίᾳ ψογερὸν Ἀρχίλοχον P. 2.54

    τὸ νῦν τε καὶ τὸ λοιπὸν P. 5.117

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξειP. 8.51 τὸ πρῶτονP. 9.41

    τὸ πρίν P. 11.39

    τό γέ νυν P. 11.44

    τὰ πόλλ N. 2.2

    τὸ πρῶτον N. 3.49

    τὸ λοιπὸν N. 7.45

    τὸ πάροιθε fr. 33d. 1. τίμαθεν γὰρ τὰ πάλαι τὰ νῦν τ' Παρθ. 2. 42.
    6 c. subs. phrase.

    τὸ δὲ φυᾷ κράτιστον ἅπαν O. 9.100

    Ἰσθμοῖ τά τ' ἐν Νεμέᾳ O. 13.98

    τὰ δ' Ὀλυμπίᾳ O. 13.101

    τὰ δ' ὑπ ὀφρύι Παρνασσίᾳ O. 13.106

    ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    τὸ πὰρ ποδός P. 3.60

    τὰ δ' εἰς ἐνιαυτὸν P. 10.63

    τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μακροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα P. 11.52

    τὰ δ' οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ N. 2.23

    Γαδείρων τὸ πρὸς ζόφον οὐ περατόν N. 4.69

    τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα N. 8.42

    τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.42

    μακρὰ μὲν τὰ Περσέος ἀμφὶ Μεδοίσας Γοργόνος N. 10.4

    τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ as for what comes from Zeus N. 11.43 but cf. 2d supra.
    7 ὁ αὐτός, the same

    τωὔτ' ἐπὶ χρέος O. 1.45

    μηνός τε τωὐτοῦ O. 13.38

    ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμφιπολεῖν ἀπορία τελέθει (Σ: ταῦτα codd.) N. 7.104
    8 fragg. ]

    ογοι τῶν γε δε[ Pae. 6.176

    ὁ μέγιστ[ος Πα. 7. a. 3.

    τῷ δ[ Pae. 10.22

    πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ' τὰ δ α[ Παρθ. 2. 31. τὸ δ ἀλαθε[ ] κατέστα φάος[ ?fr. 337. 9.

    Lexicon to Pindar >

  • 19 γε

    γε, [dialect] Dor. and [dialect] Boeot. [full] γα, enclitic Particle, giving emphasis to the word or words which it follows.
    I with single words, at least, at any rate, but often only to be rendered by italics in writing, or emphasis in pronunciation: τὸ γὰρ.. σιδήρου γε κράτος ἐστίν such is the power of iron, Od.9.393; εἴ που πτωχῶν γε θεοὶ.. εἰσίν if the poor have any gods to care for them, 17.475;

    μάλιστά γε 4.366

    ; ὅ γ' ἐνθάδε λεώς at any rate the people here, S.OC42, etc.: with negs., οὐ δύο γε not even two, Il.5.303, 20.286; οὔκουν φθόγγος γε not the least sound, E.IA9.
    2 with Pronouns: with Pron. of [ per.] 1st Pers. so closely joined, that the accent is changed, in ἔγωγε, ἔμοιγε (also ἔγωγα [dialect] Lacon., but ἐγώνγα, ἰώνγα [dialect] Boeot.): in Hom. freq. with Art. used as Pron., v. ὅ γε: with demonstr. Pronouns, κεῖνός γε, τοῦτό γε, etc.: in Com. coalescing with final,

    αὑτηγί Ar.Ach. 784

    ; τουτογί, ταυταγί, etc., Id.V. 781, Pax 1057, etc. (but

    ἐνγεταυθί Th. 646

    ): after possess. Pronouns,

    ἐμόν γε θυμόν Il.20.425

    , etc.: freq. after relat. Pronouns, ὅς γε, οἵ γε, etc.,

    οἵ γέ σου καθύβρισαν S.Ph. 1364

    ;

    ὅς γ' ἐξέλυσας δασμόν Id.OT35

    , etc.; ὅσον γε χρῄζεις even as much as.., ib. 365;

    οἷόν γέ μοι φαίνεται Pl.R. 329a

    : rarely with interrog. Pronouns,

    τίνα γε.. εἶπας

    ;

    E.Tr. 241

    ;

    ποίου γε τούτου πλήν γ' Ὀδυσσέως ἐρεῖς

    ;

    S.Ph. 441

    .
    3 after Conjunctions, to emphasize the modification or condition introduced by the subjoined clause, πρίν γε, before at least, sts. repeated,

    οὐ μὲν.. ὀΐω πρίν γ' ἀποπαύσεσθαι, πρίν γε.. αἵματος ἆσαι Ἀρῆα Il.5.288

    , cf. Od.2.127; πρὶν ἄν γε or πρίν γ' ἄν, Ar.Eq. 961, Ra.78, etc.;

    ὅτε γε Pl.Phd. 84e

    ;

    ὁπότε γε S.OC 1699

    ;

    ἐπεί γε X.An.1.3.9

    ;

    ἐπειδή γε Th.6.18

    ;

    ὅπου γε X.Cyr.2.3.11

    ; εἴ γε, ἐάν γε, if that is to say, if really, Th.6.18, Pl.Phdr.25<*>c; also simply to lay stress on the condition, κἄν γε μὴ λέγω and if I do not.., Ar.Ach. 317; εἴπερ γε if at any rate, Hdt.7.16.γ, 143, etc.; ὥστε γε (v.l. ὥς γε), with inf., so far at least as to.., Pl.Phdr. 230b;

    ὥς γ' ἐμοὶ χρῆσθαι κριτῇ E.Alc. 801

    ; ὥς γε or ὥσπερ γε as at least, S.Ant. 570, OT 715, etc.:—γε may follow τε, when τε is closely attached to the preceding word,

    ὡς οἷόν τέ γε μάλιστα X.Mem.4.5.2

    , Pl.R. 412b;

    ἐάντε γε Id.Plt. 293d

    ;

    οἵ τέ γε Id.Grg. 454e

    :—for its use in opposed or disjunctive clauses, v. infr. 11.3.
    4 after other Particles, καὶ μὴν.. γε, οὐ μὴν.. γε, with words intervening, X.Mem.1.4.12, E.Alc. 518, etc.; after ἄν in apodosi, when preceded by οὐ or καί, Id.Ph. 1215, Or. 784; ἄταρ.. γε but yet, Ar.Ach. 448; καίτοι γε, v. καί τοι; ἀλλά γε (without intervening words) is f.l. in Pl.Hp.Ma. 287b (leg. ἀλλ' ἄγε), R. 331b ( ἀλλά γε ἕν codd.,

    ἀλλὰ ἕν γε Stob.

    ); ἀλλά γε δή dub. in Id.Phdr.262a; later, Plu.2.394c, Ael.NA10.49 codd.: but,
    5 when preceding other Particles, γε commonly refers to the preceding word, while the Particle retains its own force: but sts. modifies the sense of the following Particle, γε μήν nevertheless,

    πάντως γε μήν Ar.Eq. 232

    , cf. E.El. 754, X., etc.; [dialect] Ep. and [dialect] Ion.

    γε μέν Il.2.703

    , Od.4.195, Hdt.7.152;

    γε μὲν δή A.Ag. 661

    , S.Tr. 484;

    γε μέντοι Pl.Tht. 164a

    , X.An.2.3.9, etc.: γε δή freq. strengthens an assertion, A.Pr.42, Th.2.62, etc.;

    οἰόμεθά γε δή Pl.Euthd. 275a

    (cf. also 11.1); γέ τοι, implying that the assertion is the least that one can say, Ar.V. 934, Pl. 424, 1041, etc.;

    γέ τοι Pl. Grg. 447b

    ;

    γέ τοι δή S.OT 1171

    , Pl.Phdr. 264b;

    γέ τοί που Id.Lg. 888e

    ;

    γε δήπου Id.Phd. 94a

    , etc.; γέ που at all events, any how, Ar. Ach. 896, Pl.R. 607d, 478a, etc.; for γε οὖν, v. γοῦν.
    II exercising an influence over the whole clause:
    1 epexegetic, namely, that is, Διός γε διδόντος that is if God grant it, Od.1.390; κλῦθι, Ποσείδαον.., εἰ ἐτεόν γε σός εἰμι if indeed I am really thine, 9.529: hence to limit, strengthen or amplify a general assertion, ἀνὴρ.. ὅστις πινυτός γε any man— at least any wise man, 1.229; freq. preceded by καί, usu. with words intervening, ἦ μὴν κελεύσω κἀπιθωΰξω γε πρός ay and besi <*>es that.., A.Pr.73; παρῆσάν τινες καὶ πολλοί γε some, ay and a great many, Pl.Phd. 58d;

    καὶ γελοίως γε Id.R. 531a

    ; freq. with the last term in an enumeration,

    ταύτῃ ἄρα.. πρακτέον καὶ γυμναστέον καὶ ἐδεστέον γε καὶ ποτέον Id.Cri. 47b

    ;

    ὄψεις τε καὶ ἀκοαὶ καὶ.. καὶ ἡδοναί γε δή Id.Tht. 156b

    ; repeated,

    συνήγαγόν μοι καί γε ἀργύριον καί γε χρυσίον LXX Ec.2.8

    ; rarely without intervening words,

    καί γε ὁ θάνατος διὰ τὴν μοίρην ἔλαχεν Hp.Septim.9

    , cf. Lys.11.7 codd.;

    καί γε.. ἐκχεῶ Act.Ap.2.18

    : hence,
    2 in dialogue, in answers where something is added to the statement of the previous speaker, as ἔπεμψέ τίς σοι.. κρέα; Answ. καλῶς γε ποιῶν yes and quite right too, Ar.Ach. 1049; κενὸν τόδ' ἄγγος, ἢ στέγει τι; Answ. σά γ' ἔνδυτα .. yes indeed, your clothes, E. Ion 1412; οὕτω γὰρ ἂν μάλιστα δηχθείη πόσις. Answ. σὺ δ' ἂν γένοιο γ' ἀθλιωτάτη γυνή yes truly, and you.., Id.Med. 817, cf. S.OT 680, etc.; πάνυ γε yes certainly, Pl.Euthphr.8e, etc.; οὕτω γέ πως yes somehowso, Id.Tht. 165c; sts. preceded by καί, καὶ οὐδέν γ' ἄτοπον yes and no wonder, ib. 142b, cf. d, 147e; sts. ironically,

    εὖ γε κηδεύεις πόλιν E.IT 1212

    .
    3 to heighten a contrast or opposition,
    a after conditional clauses, εἰ μὲν δὴ σύ γ'.., τῷ κε Ποσειδάων γε .. if you do so, then at all events Poseidon will.., Il.15.49 sq.; ἐπεὶ πρὸς τοῦτο σιωπᾶν ἥδιόν σοι.. τόδε γε εἰπέ at any rate tell me this, X.Cyr. 5.5.20;

    εἰ μὴ τὸ ὅλον, μέρος γ' ἐπιβάλλει D.18.272

    :—sts. in the protasis, εἰ γὰρ μὴ ἑκόντες γε.. ἀλλ' ἀέκοντας .. Hdt.4.120.
    b in disjunctive sentences to emphasize an alternative, ἤτοι κεῖνόν γε.. δεῖ ἀπόλλυσθαι ἢ σέ .. Id.1.11;

    ἤτοι κρίνομέν γε ἢ ἐνθυμούμεθα ὀρθῶς τὰ πράγματα Th.2.40

    ;

    πατὴρ δ' ἐμός.. ζώει ὅ γ' ἢ τέθνηκε Od.2.131

    , cf. Il.10.504: also in the second clause,

    εἰπέ μοι, ἠὲ ἑκὼν ὑποδάμνασαι ἤ σέ γε λαοὶ ἐχθαίρουσι Od.3.214

    , cf. Hdt.7.10.θ, S.OT 1098 sq.
    4 in exclamations, etc., ὥς γε μή ποτ' ὤφελον λαβεῖν dub. in E.IA70, cf. S.OC 977, Ph. 1003, Ar.Ach.93, 836, etc.; in oaths, οὔτοι μὰ τὴν Δήμητρά γ' v.l. in Ar.Eq. 698;

    μὰ τὸν Ποσειδῶ γ' οὐδέποτ' Id.Ec. 748

    ;

    καὶ ναὶ μὰ Δία γε X.Ap.20

    ;

    καὶ νὴ Δία γε Ar.Eq. 1350

    , D.Chr.17.4, Luc. Merc.Cond.28, Lib.Or.11.59, etc.: with words intervening, καὶ νὴ Δί', ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ἕτεροί γε .. D.13.16;

    νὴ Δία, ὦ Ἀθηναῖοι, ὥρα γε ὑμῖν X.HG7.1.37

    ; merely in strong assertions, τίς ἂν φιλέοντι μάχοιτο; ἄφρων δὴ κεῖνός γέ .. Od.8.209, etc.
    5 implying concession, εἶμί γε well then I will go (in apodosi), E.HF 861;

    δρᾶ γ' εἴ τι δράσεις Id.IA 817

    , cf. Andr. 239.
    III γε freq. repeated in protasis and apodosis, as πρίν γε.., πρίν γε, v. supr.1.3;

    εἰ μή γε.. τινὶ μείζονι, τῇ γε παρούσῃ ἀτιμίᾳ Lys.31.29

    ; even in the same clause,

    οὐδέν γ' ἄλλο πλήν γε καρκίνους Ar.V. 1507

    , cf. Hdt.1.187, E.Ph. 554, Pl.R. 335b, Grg. 502a.
    IV POSITION: γε normally follows the word which it limits; but is freq. placed immediately after the Article, as

    ὅ γε πόλεμος Th.1.66

    , etc.; or the Prep.,

    κατά γε τὸν σὸν λόγον X.Cyr.3.1.15

    ;

    ἔν γε ταῖς Θήβαις S.OT 1380

    ; or

    δέ, νῦν δέ γε Pl.Tht. 144e

    ; τὸ δέ γε ib. 164b;

    δοῖμεν δέ γέ που ἄν Id.R. 607d

    , cf. Phd. 94a, etc.; freq. in retorts, ἁμές ποκ' ἦμες ἄλκιμοι νεανίαι. Answ.

    ἁμὲς δέ γ' εἰμές Carm.Pop.18

    ; οὐκ οἶδ' ὅτι λέγεις. Answ.

    ἡ γραῦς δέ γε οἶδ', ὡς ἐγῷμαι Men.Epit. 577

    , cf. A.Th. 1031, etc.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γε

  • 20 καθοράω

    καθορ-άω, [dialect] Ion. [pref] κατ-, [tense] impf.
    A

    καθεώρων X.Cyr.3.2.10

    , [dialect] Ion. [ per.] 3sg.

    κατώρα Hdt.7.208

    : [tense] pf.

    καθεώρακα Pl.Lg. 905b

    : [tense] fut.

    κατόψομαι Hdt.3.17

    : [ per.] 3sg. [tense] pf.

    κατῶπται Pl.R. 432b

    : [tense] aor. 1

    κατώφθην Id.Phlb. 46b

    : for [tense] aor. [voice] Act., v. κατεῖδον:— look down,

    ἐξ Ἴδης καθορῶν Il.11.337

    ;

    ἐπί τινος Hdt.7.44

    :— [voice] Med.,

    ἐπὶ Θρῃκῶν καθορώμενος αἶαν Il.13.4

    .
    II trans., look down upon,

    ὅσους θνητοὺς ἠέλιος καθορᾷ Sol.14

    , cf. Thgn.168, 616, X.Cyr. 3.2.10;

    ὑψόθεν τὸν τῶν κάτω βίον Pl.Sph. 216c

    , etc.: metaph.,

    φρένα Δίαν κ., ὄψιν ἄβυσσον A.Supp. 1058

    (lyr.):—[voice] Med.,

    Τροίην κατὰ πᾶσαν ὁρᾶται Il.24.291

    .
    2 have within view, see distinctly, descry, Hdt. 7.208, 9.59, Ar.Nu. 326, Pl.R. 516a, etc.:—[voice] Pass., Th.3.20, 112, Pl. Phlb. 38d, etc.
    3 behold, observe, perceive, Pi.P.9.49, E.Fr.910.5 (anap.); καθορᾶν τι ἔν τινι to observe something therein, Pl.Lg. 905b, cf. Grg. 457c;

    τι ἐν τῇ ζητήσει Id.R. 368e

    ; ἵν' ἃ πανουργεῖς μὴ καθορᾷ σου that he may not observe thy knavish tricks, Ar.Eq. 803; also κ. τὰς τρίχας εἰ.. to look and see whether.., Hdt.2.38.
    4 explore,

    τὰ ἄλλα Id.3.17

    , cf. 123.
    5 regard, reverence,

    τὸ τοῦ θεοῦ κράτος LXX 3 Ma.3.11

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > καθοράω

См. также в других словарях:

  • πράγμα — το / πρᾱγμα, ΝΜΑ, και πράμα Ν, και ιων. τ. πρῆχμα και πρῆγμα, Α 1. (σε αντιδιαστολή προς τα πλάσματα τής φαντασίας ή τις λογικές έννοιες) καθετί που υπάρχει, καθετί που έχει αντικειμενική υπόσταση και γίνεται αντιληπτό με τις αισθήσεις 2. (σε… …   Dictionary of Greek

  • πρόνοια — η, ΝΜΑ, και ιων. τ. προνοίη Α [πρόνους] 1. η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού προνοώ, η εκ τών προτέρων σκέψη, η πρόβλεψη (α. «είχε την πρόνοια να μην τό διακινδυνεύσει» β. «οὐ τῇ ἐμῇ προνοίᾳ μᾱλλον ἐγίγνετο ἢ τύχῃ», Αντιφ.) 2. σύνεση, περίσκεψη 3 …   Dictionary of Greek

  • φόρος — Το μέρος εκείνο του εθνικού εισοδήματος που παίρνουν οι δημόσιοι οργανισμοί από τις ιδιωτικές οικονομικές μονάδες, για να εξασφαλίζουν τα μέσα που χρειάζονται για την ανάπτυξη της δικής τους δραστηριότητας. Ο φ. αποτελεί το όργανο διαμέσου του… …   Dictionary of Greek

  • υπό — ὑπὸ, ΝΜΑ και επικ. τ. ὑπαί και αιολ. τ. ὐπά και βοιωτ. τ. ὑπά και αιολ. τ. ὑπύ και αρκαδικός τ. ὁπύ και οἱπό, Α δισύλλαβη πρόθεση που συντάσσεται με γεν., αιτ. και, μόνον στην αρχαία με δοτ. ΣΥΝΤΑΞΗ ΣΗΜΑΣΙΑ: Ι. (με γεν.) δηλώνει: 1. την αιτία… …   Dictionary of Greek

  • Ρόδος — Νησί της Δωδεκανήσου, το μεγαλύτερο του συμπλέγματος και το τέταρτο της Ελλάδας μετά την Κρήτη, την Εύβοια και τη Λέσβο) με έκταση 1.398 τ. χλμ. Μαζί με τα νησιά Τήλο, Σύμη, Χάλκη και Μεγίστη (Καστελόριζο) αποτελεί την πρώην επαρχία Ρόδου. Ρόδος… …   Dictionary of Greek

  • κορώνη — I Μεγάλος παράλιος οικισμός (υψόμ. 20 μ., 1.668 κάτ.) στην πρώην επαρχία Πυλίας του νομού Μεσσηνίας. Βρίσκεται στο νότιο άκρο της δυτικής ακτής του Μεσσηνιακού κόλπου, 52 χλμ. ΝΔ της Καλαμάτας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κορώνης. Ιστορία. Η Κ …   Dictionary of Greek

  • τέλος — το, ΝΜΑ 1. η ολοκλήρωση, η τελείωση ενός πράγματος, το έσχατο όριο του στον χώρο και στον χρόνο, αποπεράτωση, πέρας (α. «το τέλος τού δρόμου» β. «το τέλος τής προσπάθειας» γ. «τέλος τής εβδομάδας» δ. «μὴ πρότερόν τι πάθῇς, πρὶν τέλος ἐπιθεῑναι… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»